Γράφει ο Γιάννης Παπαδημητρίου
Ο όρος εξορυκτισμός περιγράφει το οικονομικό μοντέλο, που είναι προσανατολισμένο στην εξαγωγή πρώτων υλών, στις μέρες μας κυρίως πετρελαίου και φυσικού αερίου. Έχει ασφαλώς μια μακρά ιστορία αλλά αναζωπυρώθηκε στο σημερινό νεοφιλελεύθερο πλαίσιο της υποχώρησης των κρατικών πολιτικών, καθώς οι ιδιωτικές, πολυεθνικές κατά κανόνα, εταιρίες βρήκαν την ευκαιρία να κινηθούν πιο επιθετικά σε νέες περιοχές. Βεβαίως στη Λατινική Αμερική, και κυρίως στη Βενεζουέλα, τη Βολιβία και το Εκουαδόρ, υποστηρίχθηκε και ένα εναλλακτικό μοντέλο, με βασικά στοιχεία την προσπάθεια ελέγχου των κερδών των εταιριών και τις εθνικοποιήσεις, τη διοχέτευση μέρους των εσόδων σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και αναδιανομής και βέβαια με την εκφώνηση ενός πατριωτικού λόγου για την υπεράσπιση της εθνικής ανάπτυξης και κυριαρχίας.
Στην πραγματικότητα πάντως οι δυσμενείς επιπτώσεις ήταν οι ίδιες και στις δύο εκδοχές : ρύπανση υδατικών αποθεμάτων και γεωργικής γης από διαρροές, ανεξέλεγκτη απόθεση των αποβλήτων της εξόρυξης, αποψίλωση τεράστιων δασικών εκτάσεων, παραγωγή τοξικών αποβλήτων από τη χρήση χημικών ουσιών, αύξηση των αέριων εκπομπών που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, σεισμικότητα, προβλήματα υγείας, καταστολή και εκδίωξη των τοπικών κοινοτήτων, στρατιωτικοποίηση και πολεμικά επεισόδια. Το ίδιο απρόθυμες αποδείχτηκαν οι κυβερνήσεις στον κοινωνικό και περιβαλλοντικό έλεγχο των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, όποιος και αν ήταν ο φορέας τους.
Το μεγάλο οικονομικό πρόβλημα του εξορυκτικού μοντέλου αποδείχθηκε η ευπάθειά του απέναντι στις χρηματιστηριακές διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών, η λεγόμενη «ολλανδική ασθένεια» : Σε κάθε άνοδο των τιμών ή σε κάθε ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων, η έκρηξη των εσόδων επανεπενδύεται σε συγκεκριμένους τομείς, άμεσα συνδεδεμένους με την εξορυκτική βιομηχανία, ενώ την ίδια ώρα η αύξηση της συναλλαγματικής αξίας του εθνικού νομίσματος οδηγεί στην εγκατάλειψη άλλων παραγωγικών κλάδων, μιας και τα προϊόντα τους μπορούν πλέον να εισαχθούν σε φθηνότερες τιμές. Όμως η άνοιξη των ψηλών τιμών δεν διαρκεί για πάντα και η μονοκαλλιέργεια και ανισορροπία της οικονομίας δημιουργεί στη συνέχεια μεγάλα προβλήματα και φτώχεια. Νομίζω ότι η πρόσφατη εικόνα χιλιάδων ανθρώπων στα σύνορα Βενεζουέλας – Κολομβίας είναι αρκούντως διδακτική.
Εν κατακλείδι, το όραμα της μετατροπής του ορυκτού πλούτου σε οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη αποδείχθηκε φαντασίωση, διότι η συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην αύξηση των οικονομικών μεγεθών δεν αντισταθμίζει ούτε τις αρνητικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις ούτε τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανισορροπία. Επ’ αυτού περισσότερα στο άρθρο του Γιώργου Βελεγράκηhttps://kokkoi.gr/?p=826 στους «Κόκκους»
Η ενεργοποίηση ενός δυναμικού εξορυκτικού λόμπυ στη χώρα μας είναι σχετικά πρόσφατη. Έχω υπόψη συνεντεύξεις του 2010 του τότε Υπουργού Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννη Μανιάτη, όπου περιγράφει τις προτεραιότητες της ενεργειακής πολιτικής, με πρώτη εκείνη την εποχή την κατασκευή των αγωγών, χωρίς την παραμικρή αναφορά σε εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. Μεσολαβεί όμως η επιβολή του πρώτου μνημονίου, η ενεργοποίηση του πετρελαϊκού κεφαλαίου, που μυρίζεται τη νέα ευκαιρία, η επιθετική ανακίνηση των ιδεολογημάτων περί «κρυμμένου θησαυρού» από δεξιά και από αριστερά (λ.χ. από τον περιβόητο Καζάκη), και το θέμα μπαίνει στις πρώτες σειρές της κυβερνητικής ατζέντας. Από κει και πέρα οι εξελίξεις είναι ραγδαίες :
- Τον Αύγουστο του 2011 ψηφίζεται ο νόμος 4001/2011 για τους υδρογονάνθρακες, που τροποποιεί τον παλιότερο νόμο του 1995 και μειώνει το ποσοστό της φορολογικής επιβάρυνσης του αναδόχου εκμετάλλευσης από 40 % στο 25 % (20 % για το Δημόσιο + 5 % για την εκάστοτε Περιφέρεια).
- Το 2012 σταθμό αποτελεί η διοργάνωση ημερίδας από την Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών με θέμα «Ελληνικοί Υδρογονάνθρακες : Από την έρευνα στην εκμετάλλευση». Αρκετοί από τους ομιλητές εκείνης της ημερίδας συμμετέχουν σήμερα στις αντιπροσωπείες του Υπουργείου Ανάπτυξης, που περιφέρονται στις διάφορες ενημερωτικές ημερίδες για να υποστηρίξουν ότι η πρόοδος της τεχνολογίας ελαχιστοποιεί τους κινδύνους για το περιβάλλον της Ηπείρου.
- Την ίδια χρονιά συντάσσεται από το Εργαστήριο Μεταλλευτικής Τεχνολογίας και Περιβαλλοντικής Μεταλλευτικής του Πολυτεχνείου η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στη χερσαία περιοχή «Ιωάννινα» συνολικής επιφάνειας 4.200 km2, δηλ. της βόρειας μισής περίπου έκτασης της Περιφέρειας Ηπείρου. Παρά τον γενικό χαρακτήρα και τις ασάφειές της, η ΣΜΠΕ εισηγείται δύο διακριτά στάδια έρευνας και εκμετάλλευσης, δηλαδή ότι πρώτα πρέπει να ολοκληρωθεί το στάδιο των ερευνών και ύστερα να ληφθεί η πολιτική απόφαση, αν συμφέρει ή όχι η εξόρυξη, με τη σύμφωνη γνώμη των τοπικών κοινωνιών. Η ΣΜΠΕ περνάει από την Επιτροπή Περιβάλλοντος του Περιφερειακού Συμβουλίου Ηπείρου με συνοπτικές διαδικασίες, με μία μόνο αρνητική ψήφο – κατά σύμπτωση τη δική μου – και υπό τις νουθεσίες της πλειοψηφίας ότι «δεν πρέπει να κωλυσιεργήσουμε σε ένα τόσο σημαντικό θέμα για την ανάπτυξη της περιοχής», και στη συνέχεια εγκρίνεται από το Υπουργείο.
- Η πρώτη παρουσίαση της ΣΜΠΕ στους φορείς της περιοχής γίνεται, με σχετικό face control, δύο ολόκληρα χρόνια αργότερα, το 2014, και αφού έχει υπογραφεί η σύμβαση με την ελληνική εταιρία Energean Oil & Gas. Η σύμβαση αυτή, την οποία υπογράφει η Συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, αγνοεί τις υποδείξεις της ΣΜΠΕ και είναι της μορφής «open door», δηλαδή σύμβαση – πακέτο έρευνας και εκμετάλλευσης. Κυρώνεται στη Βουλή με το νόμο 4300/2014, κατά τη συζήτηση του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει ότι οι συμβάσεις Ιωαννίνων, Πατραϊκού και Κατακόλου δεν προάγουν και δεν κατοχυρώνουν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και εκχωρούν σκανδαλωδώς τα οφέλη του Δημοσίου στους ιδιώτες μισθωτές. Σύμφωνα με τον Εισηγητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Απόστολο Αλεξόπουλο «θέλουμε τόσο η έρευνα όσο και η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων να γίνει κάτω από διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο, με διαφορετικό φορολογικό μοντέλο, με σαφώς μεγαλύτερο μίσθωμα, με διαβούλευση και συμφωνία με τις τοπικές κοινωνίες, με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον και τα οικοσυστήματα και μη διαταράσσοντας ζωτικές, παραγωγικές διαδικασίες που αναπτύσσονται ήδη, π.χ. ο τουρισμός»(https://syrizanomarxiakideko.wordpress.com/2014/09/21/%cf%83%cf%85%cf%81%ce%b9%ce%b6%ce%b1-%ce%b1%cf%80%cf%8c%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%bb%ce%bf%cf%82-%ce%b1%ce%bb%ce%b5%ce%be%cf%8c%cf%80%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%bf%cf%82-%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%84%ce%af-%ce%ba/ ).
- Μετά από την κυβερνητική αλλαγή του 2015 και ενώ διάφορα δημοσιεύματα κάνουν λόγο ακόμη και για κινέζικο επενδυτικό ενδιαφέρον παρατηρείται ένα σχετικό πάγωμα της διαδικασίας μέχρι το 2017, που ανακοινώνεται η συμφωνία της Energean Oil & Gas με την ισπανική πολυεθνική Repsol, που αποκτά το 60% των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στα χερσαία οικόπεδα Ιωαννίνων και Αιτωλοακαρνανίας και αναλαμβάνει το ρόλο του Διαχειριστή. Η Repsol είναι μεγάλος παίκτης στην παγκόσμια αγορά εξόρυξης, διύλισης και μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου και πώλησης καυσίμων ενώ έχει παρουσία σε 40 χώρες, κυρίως στη Λατινική Αμερική. Έχει κατηγορηθεί για περιβαλλοντικά εγκλήματα και παραβιάσεις δικαιωμάτων στην περιοχή (https://www.enlazandoalternativas.org/IMG/html/REPSOL_en.html), από το 2001 μέχρι το 2013 έχει καταγράψει 16 επεισόδια ρύπανσης στις εγκαταστάσεις της στην Ταρανκόνα της Ισπανίας και τέλος κατά το 2016 βαρύνεται διεθνώς με 11 περιστατικά διαρροής από εξορύξεις. Η συμφωνία των 2 εταιριών εγκρίνεται από την Κυβέρνηση, χωρίς τροποποίηση των όρων της αρχικής σύμβασης εννοείται, και τα πρώτα συνεργεία των υπεργολάβων εμφανίζονται στην περιοχή για να διεξαγάγουν προκαταρκτικές σεισμικές έρευνες, που περιλαμβάνουν εκρήξεις σε συνολικό μήκος 575 χιλιομέτρων. Επικρατεί φυσικά αναταραχή και, ενώ αρχίζουν να εκδηλώνονται αντιδράσεις, ο σημερινός Υπουργός Περιβάλλοντος & Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης σπεύδει να νουθετήσει τους κυβερνητικούς βουλευτές της Ηπείρου ότι η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων αποτελεί εθνικό συμφέρον και μέσο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Επειδή όμως η κυβίστηση είναι πραγματικά μεγάλη, η κυβερνητική προπαγάνδα χρησιμοποιεί και συμπληρωματική επιχειρηματολογία με 3 σκέλη :
α) Πρώτα με το κουτοπόνηρο «διεξάγουμε την έρευνα για να μάθουμε τί υπάρχει στο υπέδαφος χωρίς καμιά οικονομική επιβάρυνση για το Δημόσιο αλλά μπορεί να μη βρεθούν αξιοποιήσιμα κοιτάσματα, οπότε ούτε γάτα ούτε ζημιά». Εκτός από το ότι θυμίζει πολύ το αντίστοιχο «αφήνουμε πόρτες και παράθυρα ανοιχτά αλλά μπορεί οι διαρρήκτες να μην ασχοληθούν με το σπίτι», οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες συνήθως δεν πάνε «στα κουτουρού». Όπως εξήγησε και ένα στέλεχος της Κοινοπραξίας σε πρόσφατη ημερίδα, υπάρχουν ασφαλείς ενδείξεις για ύπαρξη μεγάλων κοιτασμάτων, τουλάχιστον φυσικού αερίου, στην περιοχή του Πωγωνίου. Υπενθυμίζω ότι το 2002, σε προγενέστερη έρευνα στην ίδια περιοχή, η ερευνητική γεώτρηση «Δήμητρα» έφτασε σε βάθος 4.000 μέτρων και διακόπηκε λόγω υψηλών πιέσεων και κινδύνου μεγάλου ατυχήματος από έκρηξη αερίου. Τις μέρες εκείνες η Πυροσβεστική μοίραζε μάσκες στους κατοίκους των γειτονικών οικισμών.
β) Το δεύτερο επιχείρημα είναι η κατηγορηματική απόρριψη του fracking, της μη συμβατικής δηλαδή εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου και έγκλειστου πετρελαίου με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης, που είναι περιβαλλοντικά η πιο επικίνδυνη και ακραία μορφή εξορύξεων και έχει χαρακτηριστεί ως η «νέα παγκόσμια κρίση του νερού». Ενώ όμως όλοι αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας το fracking, δεν κάνουν προς το παρόν τίποτε για τη νομοθετική του απαγόρευση στα πρότυπα της Γαλλίας, της Ιρλανδίας, ακόμη και της Βουλγαρίας. Στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει και από τη διεθνή πρακτική, η εκμετάλλευση του μη συμβατικού σχιστολιθικού αερίου και έγκλειστου πετρελαίου ξεκινάει, αφού ολοκληρωθεί αυτή των συμβατικών κοιτασμάτων, και επομένως άμεσος κίνδυνος δεν υφίσταται ούτως ή άλλως. Για να έχουν όμως τα ξόρκια αντίκρυσμα και στο μέλλον, πρέπει να υπάρξει νομοθετική απαγόρευση.
γ) Το τρίτο επιχείρημα τέλος είναι οι επαναλαμβανόμενες κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις για αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους, επαγρύπνηση όλων των αρμοδίων Υπηρεσιών, αποκλεισμό των προστατευόμενων περιοχών από τις εξορύξεις κλπ. Προκύπτει όμως το ερώτημα, γιατί ο αρμόδιος Υπουργός αρνήθηκε να συμπεριλάβει στον πρόσφατο νόμο για τις προστατευόμενες περιοχές τροπολογία του συμμαχικού κόμματος των Οικολόγων – Πρασίνων με πρόβλεψη απαγόρευσης των εξορύξεων στις περιοχές του δικτύου Natura, 10 από τις οποίες περιλαμβάνονται μέσα στα όρια του οικοπέδου των Ιωαννίνων. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο καθησυχαστικές μπορούν να είναι οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις.
Κοινό γνώρισμα και των 3 αυτών «εναλλακτικών» επιχειρημάτων είναι το άγχος της βραχυπρόθεσμης επικοινωνιακής διαχείρισης, ώστε να λησμονηθεί η στροφή 180 μοιρών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και να διασκεδαστούν οι ανησυχίες των κατοίκων, ανοίγοντας το δρόμο για μεγάλες περιβαλλοντικές απειλές στο άμεσο μέλλον και για ακόμη μεγαλύτερες στο απώτερο.
- Το τελευταίο επεισόδιο είναι η κύρωση στη Βουλή πριν από λίγο καιρό – με θετική ψήφο από ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΔΗΣΥ και Ποτάμι και χωρίς ονομαστική ψηφοφορία – της σύμβασης για το οικόπεδο Άρτας – Πρέβεζας, δηλαδή για ολόκληρη την υπόλοιπη Ήπειρο με την εταιρία Ελληνικά Πετρέλαια, φυσικά πάλι με την ίδια μορφή «open door». Ας έχουμε υπόψη ότι για τις περιοχές Νοτίου Ιονίου και Κρήτης τα ΕΛΠΕ έχουν σχηματίσει κοινοπραξία και έχουν υποβάλει φάκελο προσφοράς από κοινού με – ποιαν άλλη ; – τη Repsol.
Αναφέρθηκα ήδη στην αρχή στις τεκμηριωμένες διεθνώς μεγάλες και πολυεπίπεδες συνέπειες των εξορύξεων, οι οποίες μάλιστα αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο στην περίπτωση τουfracking. Είναι αποκαλυπτική η αμεσότητα της τηλεοπτικής εικόνας από τη σημερινή πραγματικότητα στην Περιφέρεια Μπαζιλικάτα της γειτονικής Ιταλίας https://youtu.be/6Azay2QIALQ. Προσθέτω όμως 3 ακόμα παρατηρήσεις ειδικά για την Ήπειρο :
α) Το σεισμικό ιστορικό της περιοχής είναι πλούσιο. Όταν οι εξορύξεις υδρογονανθράκων προκαλούν την εμφάνιση σεισμών ακόμα και σε περιοχές, όπου το φαινόμενο ήταν εντελώς άγνωστο, λ.χ. στο Γκρόνιγκεν της Ολλανδίας, ή εκτινάσσουν τη σεισμικότητα σε ύψη δυσθεώρητα, όπως στην Οκλαχόμα, πόσο ασφαλείς μπορούμε να αισθανόμαστε εμείς ;
β) Το δεύτερο στοιχείο αφορά τα νερά της Ηπείρου, που όπως ξέρετε αποτελεί την υδρολογική καρδιά της Ελλάδας. Δεν πρόκειται μόνο για το ότι απαιτείται πολύ νερό για τη δημιουργία χιλιάδων τόνων λάσπης, η οποία διοχετεύεται μέσα στη γεώτρηση για πολλές χρήσεις – έλεγχο των αναπτυσσόμενων πιέσεων, λίπανση, άνωση και σύνθεση τσιμέντου – ούτε για το ότι δημιουργούνται τέλματα εναπόθεσης της λάσπης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο διαρκής εφιάλτης των διαρροών κατά τη διάρκεια της παραγωγής, της επεξεργασίας ή της μεταφοράς.
γ) Τέλος το μεγαλύτερο ίσως έγκλημα διαπράττεται απέναντι στη φυσιογνωμία της Ηπείρου, που λόγω της συγκοινωνιακής απομόνωσης μπορεί να καθυστέρησε στην οικονομική της ανάπτυξη, διατήρησε όμως σε μεγάλο βαθμό ανέπαφο το συγκλονιστικό φυσικό της τοπίο, τους βιότοπους και την πολιτιστική της κληρονομιά. Υπό τα σημερινά δεδομένα το στοιχείο αυτό αποδεικνύεται μεγάλο πλεονέκτημα, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τους ρυθμούς αύξησης των επισκεπτών ακόμη και μέσα στην κρίση (αύξηση κατά 20 % μόνο μέσα στον τελευταίο χρόνο και πάνω από 100 % σε σύγκριση με το 2014). Και είναι προφανές ότι η άνοδος του τουρισμού παρασύρει προς τα πάνω και άλλους κλάδους και κυρίως την πρωτογενή παραγωγή, η οποία επίσης θα μπει σε περιπέτειες, εάν ευοδωθεί το σενάριο των εξορύξεων.
Φυσικά το σενάριο αυτό, όντας εισαγόμενο νέο φρούτο, δεν εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις των υφιστάμενων και θεωρητικά υπερκείμενων μορφών χωροταξικής οργάνωσης της Περιφέρειας. Ούτε το Περιφερειακό Χωροταξικό ούτε ο Επιχειρησιακός Σχεδιασμός της Περιφέρειας Ηπείρου ούτε το Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών έχουν λάβει, κατά τη σύνταξή τους, σοβαρά υπόψη το νέο Ελντοράντο. Και είναι σίγουρα ζητούμενο η αξιοπιστία του σχεδιασμού σ’ αυτή τη χώρα να μη κουρελιάζεται με την επίκληση της καραμέλας του «εθνικού» συμφέροντος.
Απέναντι στην εισβολή οι κάτοικοι της Ηπείρου προσπαθούν να οργανώσουν την άμυνά τους. Οι αντιδράσεις στους πρώτους Δήμους των ερευνών, Ζίτσας, Πωγωνίου και κυρίως του τουριστικού Ζαγορίου, έχουν συγκλίνει στη δημιουργία μιας πολυσυλλεκτικής και ανοιχτής πανγιαννιώτικης Επιτροπής Πρωτοβουλίας ενάντια στις εξορύξεις, που συνεδριάζει με την παρουσία δεκάδων ατόμων, ενώ η ενημερωτική της σελίδα «ΣΩΣΤΕ ΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ – ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ» στοfacebook αριθμεί ήδη πάνω από 17.000 μέλη σε όλη την Ελλάδα. Η διοργάνωση εκδηλώσεων και δράσεων είναι αυτή την εποχή συνεχής, όπως και οι παρεμβάσεις σε συνεδριάσεις δημοτικών συμβουλίων και στις ημερίδες του Υπουργείου, ενώ οι τελευταίες εξελίξεις περιλαμβάνουν τη συγκρότηση ανάλογων επιτροπών σε Άρτα και Πρέβεζα και την κινητοποίηση της αποδημίας. Στο πολιτικό επίπεδο την αντίθεση στις εξορύξεις στηρίζουν το ΚΚΕ, το οποίο πάντως περιορίζει την κριτική του στις συμβάσεις και στις εταιρίες και όχι στην εξορυκτική φαντασίωση συνολικά, οι Οικολόγοι – Πράσινοι, σχεδόν όλο το φάσμα των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες και τέλος μεγάλες οικολογικές οργανώσεις (WWF, Greenpeace κλπ.)
Φυσικά η προσπάθεια εξουδετέρωσης του κινήματος έχει απ’ όλα. Και κυβερνητικές διαβεβαιώσεις «επαγρύπνησης» και προσεταιρισμό τοπικών αρχόντων και υποσχέσεις για θέσεις εργασίας – και φυσικά και υλοποίηση τέτοιων υποσχέσεων – και εγκατάσταση επικοινωνιακού συμβούλου της εταιρίας στα Γιάννενα και ρετσινιές του τύπου «υποκινούμενοι», «οπαδοί του όχι σε όλα», ακόμα και «αντικειμενικοί σύμμαχοι των αλβανικών συμφερόντων» κλπ. καθώς και κάποιες πρώτες, αόριστες προς το παρόν, νύξεις για ποινικοποίηση.
Η Πρωτοβουλία έχει συνείδηση ότι αγωνίζεται ενάντια σε θηρία και ότι το μέτωπο ενάντια στις εξορύξεις πρέπει να ξεπεράσει τα γεωγραφικά όρια της Ηπείρου και όχι μόνο αυτά. Ούτως ή άλλως συνδέεται με την ευρύτερη μάχη για την ανατροπή του καπιταλιστικού ενεργειακού μοντέλου, που αυξάνει τα κέρδη των λίγων και εξαθλιώνει τους πολλούς, που οδηγεί σε θερμά επεισόδια και πολέμους, που γιγαντώνει τις μεταφορές και προκαλεί πλανητικής κλίμακας οικολογικές καταστροφές. Ούτως ή άλλως συνδέεται με τον αγώνα για κοινωνικό έλεγχο και μικρή κλίμακα στην παραγωγή, μεταφορά και διανομή της ενέργειας, με τον αγώνα για την αλλαγή της ζωής των σημερινών ανθρώπων και των απογόνων τους.
Η διεθνής εικόνα των εξελίξεων στις εξορύξεις υδρογονανθράκων είναι αντιφατική, καθώς από τη μία πλευρά έχουμε ραγδαία επέλαση του fracking στις ΗΠΑ (από το 1 % των ενεργειακών τους αναγκών το 2000 έφθασε να καλύπτει πάνω από το 20 % σήμερα) και σε άλλες χώρες και μάλιστα και σε κάποιες ευρωπαϊκές (Μεγάλη Βρετανία πλην Σκωτίας, Πολωνία κλπ.) και από την άλλη βλέπουμε τις πρώτες απαγορεύσεις ακόμη και συμβατικών εξορύξεων (χερσαίων στη Δανία, θαλάσσιων στη Μπελίζ της Κεντρικής Αμερικής) αλλά και την αναγγελία της διακοπής χρηματοδότησης παρόμοιων δραστηριοτήτων από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Η κύρια έμπνευση όμως προέρχεται από τη χώρα – έδρα της Repsol, την Ισπανία, η οποία δεν έχει απαγορεύσει τις εξορύξεις. Το 2012 η εταιρία ανακοίνωσε την υλοποίηση ερευνητικού προγράμματος στη θαλάσσια περιοχή των Κανάριων νησιών, γεγονός που προκάλεσε μια έκρηξη αντιδράσεων και την προκήρυξη δημοψηφίσματος από την Κυβέρνηση της Αυτονομίας. Βεβαίως το δημοψήφισμα απαγορεύθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Μαδρίτης – παλιά μου τέχνη κόσκινο ! -, αυτό όμως δεν εμπόδισε 200.000 Κανάριους, το 1/10 του συνολικού πληθυσμού, με επικεφαλής τον Περιφερειάρχη Παουλίνιο Ριβέρο, να διαδηλώσουν ενάντια στην παρουσία της Repsol, ο Πρόεδρος της οποίας χαρακτήρισε την κατάσταση «τριτοκοσμική». Το 2015 η εταιρία εγκατέλειψε το πρόγραμμα, ανακοινώνοντας ότι οι γεωτρήσεις της δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα, έχουμε όμως βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι το πραγματικό της πρόβλημα ήταν οι πολιτικοί συσχετισμοί.
Ελπίζουμε να τα καταφέρουμε να γίνουμε και στην Ήπειρο «τριτοκοσμικοί» !
πηγή: papadimitriou-giannis.blogspot.gr