Το Τείχος του Βερολίνου (στα γερμανικά Berliner Mauer), «τείχος της ντροπής» για τους Γερμανούς της δύσης και επισήμως αποκαλούμενο από την ανατολικογερμανική κυβέρνηση ως «αντιφασιστικό τείχος προστασίας», ανεγέρθηκε στην καρδιά του Βερολίνου με αφετηρία το βράδυ μεταξύ της 12ης και της 13ης Αυγούστου του 1961 από τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ)
Η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, που ήταν το ανατολικό τμήμα της προπολεμικής εννιαίας Γερμανίας το οποίο βρισκόταν υπό Σοβιετική επιρροή, επιχείρησε με αυτό τον τρόπο να θέσει ένα τέλος στην ολοένα και αυξανόμενη φυγή των κατοίκων της προς την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και τη Δύση γενικότερα.
Η αποδυνάμωση της Σοβιετικής Ένωσης, η Περεστρόικα της οποίας ηγείτο ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, καθώς και το πείσμα των Ανατολικογερμανών οι οποίοι οργάνωσαν μεγάλες διαδηλώσεις, οδήγησαν στις 9 Νοεμβρίου 1989, σαν σήμερα, στην πτώση του «τείχους της ντροπής», ανοίγοντας τον δρόμο για την γερμανική επανένωση.
Σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένο, το Τείχος έχει αφήσει, ωστόσο, στην αστική πολεοδομική οργάνωση της γερμανικής πρωτεύουσας ανεπούλωτα σημάδια τα οποία παραμένουν ως σήμερα. Το τείχος του Βερολίνου, σύμβολο του ιδεολογικού και πολιτικού χάσματος του ψυχρού πολέμου.
Στα 28 χρόνια της ύπαρξής του τουλάχιστον 86 άνθρωποι βρήκαν το θάνατο στο τείχος στην προσπάθειά τους να διαφύγουν στη Δυτική πλευρά της πόλης…
με πληροφορίες από wikipedia