Γράφει ο Γιάννης Β. Δεβελέγκας
Αναζητώντας τα ίχνη μιας ποιητικής συλλογής, βρέθηκα τις προάλλες στην αίθουσα του αρχείου της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, να κρατώ στα χέρια μου ένα φύλλο της εφημερίδας «Ηπειρωτικόν Μέλλον», που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1949.
Χωρίς να υπάρχει κάποιος προφανής λόγος, τράβηξε την προσοχή μου η παράγραφος ενός κειμένου που έγραφε: «Εκείνο που προκαλεί τον εξαιρετικόν θαυμασμόν εις τον επισκέπτην της Ελλάδος δεν είναι τόσον η νίκη που κατήγαγεν η μικρά αυτή χώρα εναντίον ισχυρού και πολύ μεγαλυτέρου εχθρού, αλλά το ηθικόν του Ελληνικού λαού».
Αρχικά θεώρησα υπερβολικό τον θαυμασμό που εκδήλωνε ο αρθρογράφος για το ηθικό των Ελλήνων, έχοντας κατά νου τη σημερινή μας κατάσταση. Αυτό όμως κράτησε μόλις λίγα δευτερόλεπτα, αφού, παρατηρώντας πιο προσεκτικά το κείμενο, διαπίστωσα πως το άρθρο αναφερόταν στις ανταποκρίσεις μιας αμερικανίδας δημοσιογράφου, από το μέτωπο του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Ανταποκρίσεις που πρωτοδημοσιεύτηκαν τον Δεκέμβριο του 1940 στον αμερικανικό τύπο. Έτσι λοιπόν από περιέργεια και ενδιαφέρον, βάλθηκα να διαβάσω ολόκληρο το άρθρο.
Υπερηφάνεια, ομοψυχία, αισιοδοξία, ενθουσιασμός, αποφασιστικότητα, είναι οι λέξεις που ¨ξεκλειδώνουν¨ τα κείμενα της αμερικανίδας, η οποία είναι φανερό πως εντυπωσιάστηκε από τις πρωτοφανείς και ανέλπιστες νίκες του Ελληνικού στρατού απέναντι στις άρτια εξοπλισμένες ταξιαρχίες του εχθρού. Ωστόσο, εκείνο που κυριολεκτικά την συγκλόνισε και τονίστηκε ιδιαίτερα στις ανταποκρίσεις της, ήταν, όπως θα δούμε στα αποσπάσματα που ακολουθούν, το ηθικό και η δύναμη της Ελληνικής ψυχής:
… Εις το παραμεθόριον χωρίον Δελβινάκι κατά τη διάρκεια μιας εφόδου, εκαθήμην σε ένα ύψωμα μαζί με γηραιάν χωρικήν.«Έχω τρία παιδιά εις τον στρατόν» μου είπε με την υπερηφάνειαν ζωγραφισμένη στα μάτια της, ενώ η συνομιλία μας εχάνετο μέσα εις τον βόμβον των αεροπλάνων και την βοήν του πυροβολικού.«Πως σας εφάνη, όταν ήρθαν οι Ιταλοί στο χωριό σας»; την ερώτησα. «Εδοκίμασαν να μας βγάλουν από τα σπίτια μας, μου απήντησε. Εμείς όμως αμπαρώσαμε τις πόρτες και τους δείξαμε πιάν ιδέα είχαμε γι αυτούς. Επιπλέον μας άφησαν ησύχους. Φαντάσου, προσέθεσεν, έφεραν και φασιστικές στολές για τα παιδιά μας»!
… Όλοι μαζί αγωνίζονται για να κερδίσουν τον πόλεμον. Γράφει πιο κάτω. Από του πιο νεαρού προσκόπου που περιπολεί τους δρόμους διά να προσφέρει τας υπηρεσίας του όπου ήθελε κληθεί, μέχρι των γεροντοτέρων που επισκευάζουν τας οδούς και μεταφέρουν πυρομαχικά, ενώ οι υιοί των μάχονται εις το μέτωπον.
… Επί του δρόμου προς την Ηγουμενίτσαν, εδοκίμασα τον μεγαλύτερον τρόμον εις την ζωήν μου. Οβίδες και βόμβαι έπιπτον εξακολουθητικώς καθ΄ όλην την διαδρομήν. Κάθε γέφυρα ήτο και ένας στόχος. Μία βόμβα που έπεσεν τόσο πλησίον μας, ώστε να αισθανθώμεν τον συγκλονισμόν του εδάφους, μας έκανε να απομακρυνθώμεν με κάθε σπουδήν από την ερυθροπύρυνον εκείνη ζώνην. Ένας διαβάτης που συναντήσαμεν εις το πευρόν μιάς γέφυρας μας είπε καλόκαρδα: «Μη φοβάστε θα ξεμπερδέψουμε μ αυτούς σε λίγες εβδομάδες».
… Τα χωριά είναι ακόμη σημαιοστόλιστα διά τον πανηγυρισμόν της καταλύψεως της Κορυτσάς και κυανόλευκαι ταινίαι στολίζουν τους στενούς δρόμους των. Κατά τους χωρικούς δεν υπάρχει ακόμη λόγος του καταβιβασμού των σημαιών, αφού σε λίγο θα πανηγυρισθεί και η κατάληψη του Αργυροκάστρου κι έπειτα του Δελβίνου.
Και συνεχίζει: … Πλησίον των Γεωργουτσάδων, επί του δρόμου του Αργυροκάστρου, εκάθησα σε ένα χαράκωμα. Ηκούετο ο γδούπος των τηλεβόλων και ο συνταραγμός των εκρηγνυομένων οβίδων. Πουθενά αλλού δεν είδα πιο περιχαρείς στρατιώτας. «Θα καταλάβουμε εκείνο το βουνό προτού να ξημερώσει, μου είπαν»…
Το έπος του ’40, σκέφτηκα όταν τέλειωσα την ανάγνωση του άρθρου, αποτελεί την καλύτερη επιβεβαίωση πως αυτός εδώ ο τόπος δεν έπαψε ποτέ να γεννά Ηρακλειδείς. Ψυχική δύναμη, καθήκον, πίστη, λεβεντιά, υπερηφάνεια, ηρωισμός, ομοψυχία, αισιοδοξία, ενθουσιασμός, αποφασιστικότητα, είναι μερικές μόνο από τις αρετές και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν οι καιροί και οι καταστάσεις το απαιτήσουν. Γίνονται εικόνα και ομοίωση, του Λεωνίδα, του Μεγαλέξανδρου, του Γεώργιου Καραϊσκάκη, του Μάρκου Μπότσαρη, της Μπουμπουλίνας, της Μαντώ Μαυρογένους, της ηρωικής γυναίκας της Πίνδου και του δοξασμένου Τσολιά του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων, που το άκουσμα και μόνο του ήχου των καρφιών του τσαρουχιού του πάνω στις κακοτράχαλες πλαγιές των Ηπειρωτικών βουνών, έκανε το φυλλοκάρδι του εχθρού να σπαρταράει από τρομάρα και απόγνωση.
«Δεν ήταν τόσον η νίκη που κατήγαγεν η μικρά αυτή χώρα εναντίον ισχυρού και πολύ μεγαλυτέρου εχθρού, αλλά το ηθικόν του Ελληνικού λαού…». Αυτές οι λίγες λέξεις αποκαλύπτουν όλη την αλήθεια. Ο βασικότερος παράγων που λειτούργησε σαν πολλαπλασιαστής ισχύος για τον ελληνικό στρατό και διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την μεγαλειώδη νίκη απέναντι στον άξονα, ήταν το υψηλό ηθικό ολόκληρου του έθνους. Ήταν το τραγούδι της λευτεριάς και το χαμόγελο στα χείλη, που έγιναν ιαχή κι αέρας που παρέσυρε στο διάβα του τα πάντα.
«… Όλοι μαζί αγωνίζονται για να κερδίσουν τον πόλεμον…» γράφει σε ένα άλλο σημείο η ξένη δημοσιογράφος και στέλνει άθελά της ένα μήνυμα προς την Ελλάδα του σήμερα. Την Ελλάδα που έχει να αντιμετωπίσει τώρα έναν πιο ύπουλο και επικίνδυνο εχθρό, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο της τον εαυτό.
Παρέδωσα με προσοχή την παλιά εφημερίδα στον βιβλιοθηκάριο και βγήκα στο δρόμο κρατώντας στο μυαλό μου την εικόνα των στρατιωτών που δήλωναν περιχαρείς: «Θα καταλάβουμε εκείνο το βουνό προτού να ξημερώσει». Και θέριευε μέσα μου η βεβαιότητα πως, επιτέλους «θα το καταλάβουμε…» και η επόμενη μέρα θα ξημερώσει ηλιόλουστη, όπως αξίζει στην υπέροχη πατρίδα μας. Την ενδοξότερη και ομορφότερη πατρίδα του κόσμου.
Γιάννης Β. Δεβελέγκας
Πηγή: sta-fora