Το νέο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης προβλέπει σχετικά με τις εισφορές των αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων ότι από 1.1.2017 οι ελεύθεροι επαγγελματίες καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης, ύψους 20% επί του μηνιαίου εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Η κατώτατη μηνιαία ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί στο 20% του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη.
Η βασική διαφοροποίηση του νέου συστήματος έγκειται, συνεπώς, όχι στα ποσοστά των ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, αλλά στη βάση υπολογισμού τους που δεν είναι πλέον εισόδημα εικονικών κλάσεων, που αυξανόταν ανάλογα με τα έτη στο επάγγελμα, αλλά το πραγματικό. Τα ποσοστά δε αυτά είναι τα ίδια με τα ποσοστά των μισθωτών, όπως πρέπει να γίνεται σε ένα ενιαίο φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Σε διαφορετική περίπτωση, θα υπάρχουν μεταβιβάσεις από τον κλάδο που έχει μεγαλύτερο συντελεστή σε αυτόν που έχει μικρότερο, με άλλα λόγια επιχορήγηση της σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων από τους μισθωτούς.
Όπου δεν υπάρχει άλλη ασφαλιστική επιβάρυνση, δηλαδή εισφορά για επικουρική σύνταξη ή εφάπαξ, ο νέος τρόπος υπολογισμού καταλήγει σε μικρότερες εισφορές για όλους όσοι έχουν εισόδημα κάτω από 12.000 ευρώ το χρόνο, που είναι η μεγάλη πλειονότητα.
Για τις ευάλωτες κατηγορίες από την αρχή ο νόμος προέβλεπε ιδιαίτερα ευνοϊκές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, όσοι εργάζονται με μπλοκάκια θα καταβάλλουν το 6,5% των εισφορών και οι εργοδότες τους το υπόλοιπο. Ειδικά για τους νέους επιστήμονες, ο Πρωθυπουργός, μετά τη συνάντηση με τους επιστημονικούς συλλόγους, ανακοίνωσε πρόσθετα μέτρα, γιατί αποτελεί εθνικό σκοπό να σταματήσει το brain drain και να κρατήσουμε τα παιδιά μας στον τόπο τους.
Για αυτούς, λοιπόν, για τα πρώτα πέντε χρόνια από την έναρξη του επαγγέλματος, θα ισχύει ειδική ασφαλιστική κλάση, ίδια για αυτή των αγροτών: θα καταβάλλουν 786 ευρώ το χρόνο για τα πρώτα δύο έτη και 954 για τα άλλα τρία για την κύρια σύνταξη. Όσοι από αυτούς είναι σε αναστολή άσκησης του επαγγέλματος θα μπορούν, με αίτησή τους, να εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής κάθε εισφοράς.
Για τους υπόλοιπους ελεύθερους επαγγελματίες-επιστήμονες, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί στους εκπροσώπους τους, το Υπουργείο Εργασίας προτείνει μια μεταβατική περίοδο τριών ετών κατά την οποία οι νέες εισφορές θα έχουν μια σημαντική μείωση, που ξεκινά από 50% για όσους έχουν εισόδημα έως 10.000 ευρώ και αναπροσαρμόζεται κλιμακωτά ανά 1% για κάθε πρόσθετα 1000 ευρώ εισοδήματος, ώστε να είναι, π.χ. 40% για όσους έχουν εισόδημα 20.000, 30% για όσους έχουν εισόδημα 30.000 κ.οκ.
Για παράδειγμα, δικηγόρος με δραστηριότητα άνω των 5 ετών με εισόδημα 20.000 ευρώ που πληρώνει σήμερα 4.000 ευρώ, με το νέο σύστημα και με την προτεινόμενη έκπτωση θα καταβάλλει την πρώτη τριετία (2017-19) 4.614 ευρώ. Για όσους έχουν έναρξη επαγγέλματος 0-5 χρόνια, θα εφαρμοστεί άλλο πακέτο ευνοϊκών μέτρων, δηλαδή κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα στα 468 ευρώ και πενταετής μεταβατική περίοδος: 14% ασφάλιστρο για κύρια σύνταξη τα πρώτα δύο χρόνια και 17% τα επόμενα τρία.
Στο τέλος της μεταβατικής αυτής περιόδου θα επανεξετασθούν συνολικά οι συντελεστές, ενόψει της απόδοσής τους και του κατά πόσο συνεισέφεραν στην αύξηση της εισφοροδοτικής βάσης.
Με αυτόν τον τρόπο, το 66% των ελεύθερων επαγγελματιών-επιστημόνων θα έχουν αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος τους μετά από την καταβολή των ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση.