Στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου ο ελληνικός λαός αποφάσισε με εντυπωσιακό τρόπο να βάλει οριστικό τέλος σε μία ξέφρενη πορεία λιτότητας, ύφεσης και μαζικής φτωχοποίησης. Η εντολή που προέκυψε ήταν σαφέστατη και σε διπλή κατεύθυνση: περιείχε αφενός το αίτημα για μια νέα διακυβέρνηση στη βάση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, ναι της δημοκρατίας που μέχρι πριν λίγους μήνες, δεν άντεχαν οι αγορές, και αφετέρου να βγει η χώρα όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα από τον φαύλο κύκλο του χρέους.
Ήδη από τις πρώτες μέρες και πάρα την εξαιρετικά πιεστική ατμόσφαιρα, η νέα Κυβέρνηση έδωσε τα πρώτα δείγματα γραφής ψηφίζοντας νόμους και λαμβάνοντας μέτρα προς όφελος των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, η ρύθμιση των 100 δόσεων για οφειλές προς το Δημόσιο, η ακύρωση των αυξήσεων στα τιμολόγια της ΔΕΗ, η επαναφορά των απολυμένων του Δημοσίου, η κατάργηση της εφεδρείας και διαθεσιμότητας. Και ήδη ετοιμάζονται και νέα μέτρα ανακούφισης.
Ταυτόχρονα βρισκόμαστε εδώ και τέσσερις μήνες σε μια διαδικασία συνεχούς διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς. Ακόμα και ο πιο κακοπροαίρετος αντιλαμβάνεται ότι η Κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, δίνουν καθημερινά σκληρές μάχες, ώστε η τελική συμφωνία να σημάνει το τέλος της ύφεσης και να δώσει προοπτικές ανάπτυξης. Οι μέχρι τώρα διαπραγματεύσεις και κυρίως οι χειρισμοί των τελευταίων ημερών αποδεικνύουν τη σοβαρότητα και την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης να δώσει μια οριστική και βιώσιμη λύση στο ελληνικό ζήτημα.
Είναι αλήθεια ότι από την πλευρά μας έχουμε κάνει αρκετές υποχωρήσεις, προσεγγίζοντας τα όρια των προεκλογικών μας δεσμεύσεων και των προγραμματικών μας δηλώσεων. Παρόλα αυτά, κάθε μία μικρή ή μεγαλύτερη υποχώρηση αποφασίστηκε με μοναδικό γνώμονα το μακροπρόθεσμο συμφέρον του ελληνικού λαού. Μπορεί αυτό να γίνει πέρα από τα ασφυκτικά πλαίσια της λογικής των μνημονίων; Στην πράξη αποδεικνύεται ότι μπορεί. Γνωρίζαμε από την αρχή ότι δεν θα είναι εύκολο. Ύστερα από τις πρώτες διαπραγματευτικές μάχες, όμως, γνωρίζουν πλέον οι πάντες ότι δεν είναι ανέφικτο.
Οι δανειστές παραβλέπουν τη σημερινή ζοφερή ελληνική πραγματικότητα και κρατούν σκληρή και αδιάλλακτη στάση, πράγμα που γεννάει ερωτήματα ως προς τους σκοπούς και τον ευρύτερο σχεδιασμό τους. Ερωτήματα που πρέπει να συζητηθούν σοβαρά σε συγκεκριμένη χρονική συγκυρία. Οι παράλογες απαιτήσεις τους, όχι μόνο δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές, αλλά ούτε καν να αποτελέσουν βάση διαπραγμάτευσης. Είναι ένα μελανό σημείο στην ιστορία της Ευρώπης η προσπάθεια επιβολής του δικαίου του ισχυρού σε ένα κράτος – μέλος της ΕΕ, που δικαιωματικά ανήκει σε αυτήν και είναι διατεθειμένο να συνδιαμορφώνει την πολιτική της πορεία, πάνω στις ευρωπαϊκές ανθρωπιστικές αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αξίες, δηλαδή, που βλέπουμε με θλίψη τα τελευταία χρόνια να θυσιάζονται στο βωμό ενός, εξόφθαλμα πλέον ατελέσφορου, νεοφιλελεύθερου δογματισμού.
Επιπλέον υποχωρήσεις από την ελληνική πλευρά, θα δώσουν τη χαριστική βολή σε μια κοινωνία που αιμορραγεί. Είναι λοιπόν προς όφελος και της χώρας μας αλλά και των δανειστών να προστατέψουμε με κάθε τρόπο τα ήδη επιβαρυμένα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Στόχος μας είναι μια συμφωνία έντιμη και αξιοπρεπής, μια συμφωνία ανάσα για τον ελληνικό λαό, με ταυτόχρονο τερματισμό της λιτότητας. Οι προτάσεις μας είναι ρεαλιστικές και ανταποκρίνονται πλήρως τόσο στην κάλυψη του δημοσιονομικού κενού όσο και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτές τις δύσκολες πραγματικά ώρες, η κυβέρνηση έχει ανάγκη την αμέριστη στήριξη του ελληνικού λαού. Η ελπίδα και η αξιοπρέπεια μπορούν να νικήσουν ξανά!
*Ο Βασίλης Τσίρκας είναι βουλευτής Ν. Άρτας – ΣΥΡΙΖΑ.