Γράφει ο Γιάννης Β. Δεβελέγκας
Ο Δώρος, καταξιωμένος πια αρχιτέκτονας, υπήρξε αναμφίβολα ο καλύτερος παιδικός μου φίλος. Έτσι λοιπόν, δέχτηκα με μεγάλη ευχαρίστηση την πρόσκληση να τον επισκεφθώ στο σπίτι του μετά από πολύ καιρό. Στάθηκα τυχερός την επομένη, όταν φτάνοντας στο παλιό αρχοντικό στο κέντρο της πόλης, εντόπισα κενή μια θέση πάρκινγκ.
Πήρα στα χέρια μου το κουτί με τα γλυκά που αναπαύονταν στο κάθισμα του συνοδηγού, διέσχισα τον κήπο που κρατούσε το επιβλητικό διώροφο μακριά από τον θόρυβο του δρόμου και στάθηκα στο πλατύσκαλο μπροστά από την ξύλινη παλιοκαιρίτικη αλλά καλοδιατηρημένη εξώπορτα.
Έριξα γύρω μια ερευνητική ματιά! Όλα ήταν στη θέση τους, καθαρά και περιποιημένα! Μου φάνηκε σαν να μην είχε περάσει ο χρόνος από εδώ. Σα να ήταν όλα ίδια, όπως τότε. Τότε που ήμασταν παιδιά και αναγνωρίζαμε στην πλαϊνή ξερολιθιά τα πέρατα του κόσμου!
Πριν κάμποσα χρόνια, όπως μου είχε εκμυστηρευτεί ο Δώρος, είχε δεχθεί ασφυκτικές πιέσεις από το περιβάλλον του να κατεδαφίσει το σπίτι, προκειμένου να ανεγερθεί στη θέση του μια σύγχρονη πολυκατοικία. Αυτός όμως αρνήθηκε πεισματικά! Μπορεί για τους πολλούς το πατρικό του να φαινόταν παλιό, ξεπερασμένο και εμπόδιο στην εκμετάλλευση του ελεύθερου για κάθε χρήση οικοπέδου, αλλά γι αυτούς που μπορούσαν να εκτιμήσουν την αξία του, ήταν ένα πέτρινο νεοκλασικό κομψοτέχνημα διακοσίων και πλέον ετών.
Χτύπησα με δύναμη το καλογυαλισμένο μπρούτζινο ρόπτρο που κρεμόταν ακριβώς στο κέντρο της πόρτας, όταν, κλικ, σχεδόν αυτόματα, άνοιξε μόνη της.
– Καλώς τον κύριο Γιάννη μας, άκουσα τη φωνή του Δώρου από το βάθος. Είμαι στην αποθήκη. Κάθισε στο σαλόνι μια στιγμή, βάλε κι ένα ποτό από το μπαράκι κι έφτασα.
Αιφνιδιασμένος από τον αυτοματισμό της πόρτας και την εκ του μακρόθεν αναγνώρισή μου – προφανώς με την βοήθεια κάποιας κρυφής κάμερας – προχώρησα προς το σαλόνι. Εκεί με υποδέχθηκε ένας απόλυτα σύγχρονος διάκοσμος, που έδενε μαγευτικά με την πέτρα των τοίχων που κάποτε την έκρυβε σοβάς! «Ο φίλος έχει καλλιτεχνική φλέβα», σκέφτηκα. «Αυτή η ωραία ατμόσφαιρα είναι σίγουρα δική του δουλειά»!
Στεκόμουν όρθιος μπροστά στο τεράστιο μαρμάρινο τζάκι, χαζεύοντας τις παλιές οικογενειακές φωτογραφίες, όταν άκουσα τη φωνή του Δώρου να μπαίνει στο σαλόνι.
– «Ακόμα δεν σερβιρίστηκες;» με ρώτησε περιπαιχτικά και κατευθύνθηκε προς την μεγάλη υδρόγειο σφαίρα που ήταν στερεωμένη στον απέναντι τοίχο. Ακούμπησε με το χέρι του τον άξονά της κι αυτή υποχώρησε αθόρυβα αποκαλύπτοντας ένα μοντέρνο μπαράκι με αραδιασμένα καμιά δεκαριά κρυστάλλινα ποτήρια και μερικά μπουκάλια. Γέμισε δύο ποτήρια με κονιάκ, πλημμύρισε με απαλή μουσική το χώρο χαϊδεύοντας ένα τηλεκοντρόλ και κάθισε αναπαυτικά σε μια μοντέρνα αντισυμβατική πολυθρόνα.
– Γιάννη, μου είπε βλέποντάς με να χαμογελάω αμήχανα. Όπως αντιλαμβάνεσαι, έχω μεταμορφώσει αυτό εδώ το παλιό αρχοντικό σε ένα σύγχρονο και άρτια τεχνολογικά εξοπλισμένο σπίτι, διατηρώντας όμως στο ακέραιο το αυστηρό σχεδιαστικό του ύφος και τον παραδοσιακό του χαρακτήρα. Η τεχνολογία δεν είναι τίποτε περισσότερο από τις εφαρμογές των επιστημών που εξελίσσονται αενάως, και πρέπει να την εκμεταλλευόμαστε χωρίς να αλλοιώνουμε αυτό που προϋπάρχει και αξίζει. Εκτός αυτού, το σπίτι μου πέρα από την κλασική του αρχιτεκτονική, είναι η ρίζα και η ιστορία της οικογενείας μου. Είναι η ίδια μου η ύπαρξη, η μικρή μου δεύτερη πατρίδα που στεγάζει τις μνήμες και το διάβα των γονιών και τον προγόνων μου. Είναι για μένα ότι θα έπρεπε να είναι για τον κάθε Έλληνα η Ελλάδα, μαζί με την μακραίωνη ιστορία της, τον λαμπρό πολιτισμό της και τα ανυπέρβλητα σε κάλλος μνημεία της.
– Αν θες, συνέχισε, η άρνησή μου να το κατεδαφίσω στο όνομα της εκμετάλλευσης, είναι μια πράξη αντίστασης απέναντι στην ισοπέδωση της παγκοσμιοποίησης. Απέναντι στις οικονομικές ολιγαρχίες που για να επιτύχουν τους στόχους τους, ηθελημένα ενθαρρύνουν τον σκοταδισμό. Στις δυνάμεις εκείνες δηλαδή, που έχουν στην ατζέντα τους την νέα τάξη πραγμάτων που θα επιβληθεί όταν παγιωθεί η πολιτιστική ολοκλήρωση που διαμορφώνεται ταχύτατα μέσα από τις διαφορετικότητες και έχει προίκα τα μνημεία της παγκόσμιας κληρονομιάς που δεν θα έχουν πια ιδιοκτήτες. Ένα παγκόσμιο κοινόβιο δηλαδή χωρίς έθνη και λαούς, με κοινή οικονομία και με ομογενοποιημένη μαζική κουλτούρα!
Κατάλαβα που ήθελε να πάει τη συζήτηση ο Δώρος αλλά απέφυγα να δώσω συνέχεια. Εξάλλου εγώ συντάσσομαι με την άποψη του Ουμπέρτο Έκο ότι: «Η ζωή είναι ένα ποτάμι που πάει και στο οποίο μπορούμε κάλλιστα να ενταχθούμε». Ενώ ο Δώρος, ασπάζεται ως προς τις έννοιες πατρίδα και έθνος, τις θέσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου, ότι δηλαδή: «Η ιδέα της πατρίδος είναι μια από τις βάσεις της ανθρώπινης προόδου και πως είναι απαραίτητα τα όρια των πατρίδων». Καθώς και: «Πρέπει να διαπαιδαγωγείται έτσι ο Ελληνικός Λαός, ώστε στον αγώνα που διεξάγεται μεταξύ των λαών για επικράτηση, να προπαρασκευάζεται αρτιότερα από τους άλλους, ώστε έχοντας υπέρ του το λαμπρό παρελθόν, να καταστήσει το παρόν ανάλογο προς τον σημερινό πολιτισμό και να παρασκευάσει κρείσσον το μέλλον, για να αναδειχθεί η Ελλάς άξια των ελπίδων και των προσδοκιών εκείνων, οι οποίοι δι απαράμιλλων αγώνων την ανέστησαν»!
Το υπέροχο περιβάλλον και η καλή παρέα, έκαναν την ώρα να περάσει γρήγορα. Καληνύχτισα τον φίλο μου και πήρα το δρόμο της επιστροφής. «Τελικά, ο Δώρος έχει δίκιο», έπιασα τον εαυτό μου να μιλάει στον καθρέφτη περιμένοντας να γίνει πράσινο το κεντρικό φανάρι της πλατείας.
«Η ρίζα μας είναι το σπίτι, η πατρίδα, η παράδοση και ο πολιτισμός μας, γι αυτό πρέπει να αγωνιστούμε και να χτίσουμε… πάνω σε ότι έχουμε κληρονομήσει. Πολύ δε περισσότερο, όταν η κληρονομιά είναι ένας μοναδικός σε μεγαλείο πολιτισμός που δημιουργήθηκε με πρότυπα τη δύναμη, τη σοφία και την ομορφιά».
Πηγή: sta-fora