Κλείνοντας το αφιέρωμα στον Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο,την ερχόμενη Κυριακή 20/11 και Δευτέρα 21/11 και ώρα 8:15 μ.μ. στον χώρο της “ΕΞΑΥΔΑΣ” Κουντουριώτη 31, θα προβληθεί η ταινία “PIERROT LE FOU” (“Ο Τρελός Πιερό”) του Ζαν – Λυκ Γκοντάρ. Η προβολή είχε ακυρωθεί στις 16 και 17 Οκτώβρη λόγω των σεισμών.
Ο «Τρελός Πιερό» είναι ένας αναρχικός ύμνος για μια γενιά που βιώνει το υπαρξιακό αδιέξοδο, ενώ θεωρείται η τελευταία μεγάλη ταινία της «νουβέλ βάγκ». Ο Φερντινάν είναι ένας άντρας που ζει με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Είναι λίγο απογοητευμένος καθώς μόλις έχασε τη δουλειά του στην τηλεόραση.
Ένα βράδυ, λοιπόν επιστρέφοντας από μια μελαγχολική κοσμική βραδιά στο σπίτι των πεθερών του, συνειδητοποιεί ότι η μπέιμπι σίτερ που ήρθε να κρατήσει τα παιδιά του, είναι ένα παλιό του φλερτ, η Μαριάν. Αποφασίζει να τα εγκαταλείψει όλα και να φύγει μαζί της στο Νότο της Γαλλίας, σε έναν μεγάλο περίπλου όπου θα μπερδευτούν: η διακίνηση όπλων, οι πολιτικές σκευωρίες, οι ασυνάρτητες συναντήσεις, αλλά επίσης και οι βουκολικές παύσεις και οι ερωτικοί σπαραγμοί…
Οι ήρωες της είναι ένα αρχετυπικό ζεύγος, που θα κάνει αυτή τη φορά το ταξίδι που ονειρευόταν , χωρίς όμως να ξεφύγει από το αναπόφευκτο της μοίρας, που είναι και πάλι η προδοσία της γυναίκας και ο θάνατος.
Η ταινία βρίθει φιλοσοφικών ερωτημάτων, βουτηγμένη σε ένα ποιητικό ρεαλισμό. Δεν μπορεί παρά να ιδωθεί μέσα από την ιδιαίτερη οπτική γωνία του Γκοντάρ, που ο ίδιος τη χαρακτήρισε σαν ένα πείραμα, μια προσπάθεια να αιχμαλωτίσει στο σελιλόιντ, την ίδια την ουσία της ζωής. Με ένα είδος ανορθόδοξου χιούμορ και την μονίμως αιωρούμενη αίσθηση μιας ανάλαφρης παιδικότητας που ακυρώνει αυτόματα την οποιαδήποτε σοβαροφάνεια των χαρακτήρων, ο Γκοντάρ πλημμυρίζει την οθόνη με μια απίστευτη ζωηρότητα των χρωμάτων και παρουσιάζει τα αστικά πρότυπα ζωής σε μια πανδαισία τρέλας και φιλοσοφικής αναζήτησης.
Οι ήρωες του σκηνοθέτη θέτουν συνεχώς ερωτήματα για τον κόσμο, τη ζωή, τα συναισθήματα, την πολιτική, την τέχνη, το σινεμά. Ερωτήματα που δεν βρίσκουν πάντοτε την απάντησή τους, αλλά που συχνά οδηγούν τους ήρωες σε στιγμές έκστασης.
Με μια τελείως ελεύθερη γραφή που κινείται στο χώρο του σουρεαλισμού και του απόλυτου λυρισμού, ο Γκοντάρ κάνει ένα αναρχικό ύμνο, μια ανέμελη, παθιασμένη ταινία, που πετά ελεύθερη σαν πουλί αγνοώντας κανόνες και συμβάσεις. Δε μπαίνει σε καλούπια και παραμένει αδάμαστη μέχρι το τέλος, όπως και οι δύο ήρωες της. Μια ωδή στον έρωτα ένας οδηγός σ’ ένα φρενήρες ταξίδι που έχει προορισμό το άπειρο, αφού οι δύο συνταξιδιώτες – ήρωες, δε φοβούνται ούτε το θάνατο καθώς τον εξισώνουν με τον έρωτα τους. Ένα σύμβολο μιας εποχής, γεμάτης από ρομαντικές, ουτοπικές προσδοκίες.
Η ταινία βασίστηκε στην νουβέλα του Λάϊονελ Γουάϊτ “Obsession” του 1962. Επίσης τιμήθηκε με το Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας
O Ζαν-Λυκ Γκοντάρ γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου του 1930 στο Παρίσι και έζησε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας. Το 1949, o Ζαν-Λυκ Γκοντάρ βρίσκεται στο Παρίσι για να σπουδάσει εθνολογία στη Σορβόννη. Εκεί θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί με τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Έρικ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ – τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της Νουβέλ Βαγκ.
Το 1950, μαζί με τους Τρυφώ και Ριβέτ εκδίδει το περιοδικό Gazette du Cinema, γράφει για το σινεμά και παράλληλα παίζει σε ταινίες των Ριβέτ και Ρομέρ. Το 1952 ξεκινά η συνεργασία του με το θρυλικό περιοδικό Cahiers du Cinema του Αντρέ Μπαζέν.
Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ “Επιχείρηση Μπετόν” (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα ολοκληρώσει ακόμη τέσσερις ταινίες μικρού μήκους.
Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής – σε αντίθεση με τον φίλο και συνάδελφό του Τρυφώ – να εντάξει την προσωπική του ζωή, αλλά και τις πολιτικές του πεποιθήσεις, στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται».
Αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων, αποτελούν μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του.