Γράφει ο Νίκος Σκουλάς, Ενεργός Πολίτης
Την περασμένη εβδομάδα, κυριάρχησαν, ως πρώτη είδηση στα μέσα ενημέρωσης, τα θλιβερά επεισόδια στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τριάντα έως σαράντα φοιτητές εισέβαλαν στην αίθουσα της Συγκλήτου, καθιστώντας αδύνατη τη συνεδρίαση, υβρίζοντας και προπηλακίζοντας τις πρυτανικές αρχές και, σαν να μην τους αρκούσαν αυτά, κλείδωσαν τις πόρτες κρατώντας ομήρους τα μέλη της πρυτανείας.
Θλιβερά φαινόμενα αυτά, που δεν συμβαίνουν σε καμιά χώρα του πολιτισμένου κόσμου. Ούτε καν σε τριτοκοσμικές χώρες συμβαίνουν και αυτό μας πάει ένα σκαλί πιο κάτω απ’ αυτές.
Και λοιπόν, τί μας τάραξε ξαφνικά; Μήπως τέτοια και χειρότερα δεν συμβαίνουν και στα άλλα πανεπιστημιακά μας ιδρύματα χρόνια τώρα; Ξεχάσαμε το χτίσιμο της πόρτας του γραφείου του Πρύτανη, πράγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί ευτράπελο αν δεν ήταν τραγικό; Ξεχάσαμε την κατάληψη αιθουσών του Πολυτεχνείου, τη διακίνηση ναρκωτικών, την καταστροφή εγκαταστάσεων και εξοπλισμών που εμείς πληρώνουμε, οχλοκρατικές συμπεριφορές και άλλες αθλιότητες, «ων ουκ έστι αριθμός»;
Ευθύνεται προφανώς η χλιαρή ή καθόλου αντίδραση των κυβερνήσεων και η αδιαφορία των πολιτικών παρατάξεων (από φόβο μήπως χάσουν κανένα ψηφαλάκι). Είναι κατάντημα να χρειάζεται να βγει ο πρωθυπουργός να συγχαρεί δημόσια τον πρύτανη που, προς τιμήν του, τόλμησε να αντιδράσει γιατί, επί τέλους, μετά από πολλά χρόνια, έγινε μια συνεδρίαση της Συγκλήτου χωρίς την αυθαίρετη παρουσία τρίτων, όπως δηλαδή προβλέπει ο νόμος.
Κάποιοι στην Αξιωματική Αντιπολίτευση τα υπερασπίζονται (αυτό κι αν είναι αθέμιτη άγρα ψήφων) εν ονόματι, άκουσον.. άκουσον, του «αυτοδιοίκητου» των πανεπιστημίων και του πανεπιστημιακού «ασύλου». Έλεος… Τί παραλογισμός είναι αυτός;
Αυτό λοιπόν μας τάραξε. Το γεγονός ότι συνεχίζονται αλλά και το ότι τα ανεχόμαστε ή και τα ευλογούμε.
Για να μην παρεξηγηθώ, ιερό το πανεπιστημιακό άσυλο και σεβαστό το αυτοδιοίκητο. Ιερό και το δημοκρατικό δικαίωμα των φοιτητών να ακούγεται η φωνή τους και να απολαμβάνουν σεβασμό από τους δασκάλους τους.
Συμπεριφορές πολλών πανεπιστημιακών δασκάλων όπως η άρνηση της αξιολόγησης, η μη προσέλευση στα μαθήματα, η έρευνα που δεν γίνεται στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών τους καθηκόντων, αλλά μόνον επί πληρωμή από Ευρωπαϊκά προγράμματα και άλλα γνωστά, δεν κερδίζουν σεβασμό αλλά αντίθετα τους απαξιώνουν.
Ας διερωτηθούμε όλοι, κυβέρνηση, αντιπολίτευση, διδάσκοντες και διδασκόμενοι αλλά και η μειοψηφία των ταραχοποιών, τί θα πουν στους 80.000 φοιτητές του Ε.Κ.Π.Α. και τις εκατοντάδες χιλιάδων σε όλη τη χώρα που αγωνίζονται να αποφοιτήσουν και να αποκατασταθούν επαγγελματικά, ιδιαίτερα σ’ εκείνους που δεν έχουν εύπορους γονείς για να τους στείλουν σε ξένα πανεπιστήμια;
Καλές οι διαπιστώσεις στις οποίες εξάλλου συμφωνεί η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Τι κάνουμε όμως τώρα; Τι θετικό και εεφικτό προτείνουμε εν όψει μάλιστα της πρωτοφανούς, εν καιρώ ειρήνης, κρίσης που μας μαστίζει;
Η έξοδος από τη δεινή κρίση, η πορεία προς την ανάπτυξη, την απασχόληση, την ευημερία και την ανάπτυξη της εθνικής μας αξιοπρέπειας, πρέπει κατά τη γνώμη μου να στηριχθεί σε τρεις βασικούς πυλώνες:
1) Την εξασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας (εθνική ασφάλεια άμυνα εξωτερική πολιτική), 2) Ισχυρή ανταγωνιστική οικονομία και 3) Σύγχρονο σύστημα παιδείας και εκπαίδευσης που θα συνδέεται με την αγορά εργασίας.
Και τα τρία αυτά αποτελούν υψίστης σημασίας εθνικά θέματα και, άνευ αυτών «ουδέν εστί γενέσθαι». Η επίτευξη των τριών αυτών στόχων έχει, ως προαπαιτούμενο, την ύπαρξη συνεννόησης, συναίνεσης και συνδέσμευσης όλων των δυνάμεων του έθνους (κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και πολιτών) σε ξεκάθαρες κοινές θέσεις που θα εκφράζονται με ενιαία φωνή και αποφασιστικότητα. Για όλα τα άλλα, ας διαφωνούμε πολιτικά.
Είναι καταφανές πως, αν συνεχίσουμε να πορευόμαστε όπως πορευόμαστε τώρα και πολλά χρόνια, κανείς δεν θα μας πάρει στα σοβαρά. Στην πραγματικότητα αυτό βολεύει τους τοκογλύφους πιστωτές μας, εκείνους που επιβουλεύονται την εθνική μας κυριαρχία και την εδαφική μας ακεραιότητα και επιδιώκουν να βάλουν στο χέρι τον εθνικό μας πλούτο. Βολεύει ακόμα και τους «φίλους» και εταίρους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ οι οποίοι τώρα δεν παίρνουν καθαρή θέση έναντι των τουρκικών προκλήσεων.
Για τα δυο πρώτα θέματα, έχω ήδη εκφράσει τις απόψεις μου σε προηγούμενα άρθρα. Ας δούμε τώρα το τρίτο εθνικό θέμα: την ελληνική παιδεία, υπό το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων με έναυσμα τα επεισόδια στο ΕΚΠΑ.
Κοντολογίς, η κατάσταση στην παιδεία, εκπαίδευση και κατάρτιση μπορεί να χαρακτηριστεί ζοφερή. Υποχρηματοδότηση, ανεπαρκείς υποδομές και στελέχωση στα πανεπιστήμια και στη μέση και υποχρεωτική εκπαίδευση, παραπαιδεία και σωρεία άλλων παθογενειών.
Ας δούμε λοιπόν τι μπορούμε να κάνουμε: Πρώτο και πλέον σημαντικό βήμα, με δεδομένη έστω την οικονομική μας αδυναμία, να κάνουμε αυτό που οφείλαμε να πράξουμε και δεν πράξαμε. Να προχωρήσουμε στην εκ βάθρων αναδιάρθρωση της παιδείας.
Να τη χρηματοδοτήσουμε, στο μέτρο του εφικτού και να την απαλλάξουμε από τον σφιχτό εναγκαλισμό των χειραγωγούμενων κομματικών νεολαιών και των συντεχνιακών ομάδων που δουλεύουν «δι’ ίδιον όφελος».
Είναι καιρός να πάψουμε να αυτοσχεδιάζουμε ως μαθητευόμενοι μάγοι, με βάση το κομματικό και προσωπικό όφελος. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό. Ας δούμε τι κάνουν άλλες δημοκρατικές και ευνομούμενες χώρες στις οποίες τα πανεπιστήμια είναι κρατικά και η προσβασιμότητα παρέχεται ισότιμα σε όλους. Αναφέρω το παράδειγμα του Καναδά το οποίο γνωρίζω καλύτερα. Τα βασικά χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού τους συστήματος είναι:
Πλήρης σύνδεση του περιεχομένου της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Εκεί δεν υπάρχουν άνεργοι απόφοιτοι, ενώ εμείς παράγουμε χιλιάδες πτυχιούχους πολιτικών επιστημών κατ’ έτος που, αφού δεν μπορεί και δεν πρέπει να τους απορροφήσει πια, διογκούμενο το δημόσιο, (με ανάλογη υπερπαραγωγή γιατρών, εκπαιδευτικών και δικηγόρων), με αποτέλεσμα να οδηγούνται στην έρημο της ανεργίας. Το φαινόμενο αυτό εξηγεί, εν μέρει τουλάχιστον, την αποδημία 180.000 λαμπρών νέων κατά την περίοδο της κρίσης, με πτυχία που εμείς πληρώσαμε.
Συνεχής αξιολόγηση της απόδοσης των φοιτητών με βάση “syllabus” (γραπτής αμοιβαίας προδέσμευσης μεταξύ καθηγητή και φοιτητή) με ξεκάθαρους κανόνες και διαδικασίες. Εκεί δεν υπάρχουν «αιώνιοι» φοιτητές.
Αξιολόγηση όλων των διδασκόντων (όχι βέβαια αυθαίρετα από το γραφείο του εκάστοτε υπουργού οι άλλων «παραγόντων που ευνοούν τους «ημετέρους» ) αλλά με αντικειμενικά κριτήρια και διαφανείς διαδικασίες τόσον από τους προϊσταμένους τους όσον και από τους ίδιους τους φοιτητές. Σημειώνω ότι, ως πρόεδρος κολεγίου, όταν δίδασκα, αξιολογούμουν από τους υφισταμένους μου (επιστημονικό διευθυντή και κοσμήτορα), καθώς και από τους φοιτητές μου. Αυτό με βοηθούσε να βελτιωθώ.
Στον Καναδά και στις άλλες χώρες της Δύσης, οι καθηγητές υποχρεούνται να κάνουν έρευνα και δημοσιεύσεις σε επιστημονικές εκδόσεις. Οι ερευνητικές εργασίες των φοιτητών πιστώνονται στους ίδιους και όχι στους επιβλέποντες καθηγητές,
Η είσοδος και η παρουσία στους χώρους των πανεπιστημίων να ελέγχεται από ειδική υπηρεσία φύλαξης, στελεχωμένη με καλά εκπαιδευμένους και ευαίσθητους ανθρώπους με κάποια καλλιέργεια. Όχι οποιουσδήποτε μισθωμένους «σεκιουριτάδες». Βεβαίως, ούτε συζήτηση για ΜΑΤ τα οποία, όπως και νά ‘ναι, προκαλούν.
Πρέπει να γίνει συνείδηση σε όλους μας πως η ανεξέλεγκτη είσοδος εξωπανεπιστημιακών, κουκουλοφόρων και άλλων ταραχοποιών, το «μπάτε σκύλοι, αλέστε» δεν προάγει την παιδεία. Την καταστρέφει.
Μακρηγόρησα ήδη και ζητώ συγγνώμη. Ας αποφασίσουμε όλοι, επί τέλους, να συμβάλουμε με όποιον τρόπο μπορούμε για να μπει η παιδεία μας σε υγιείς βάσεις. ΕΙΝΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΜΑ.