Μία από τις 30 τράπεζες παγκοσμίως που θεωρούνταν πολύ σημαντικές για να πτωχεύσουν, είδε την τιμή της μετοχής της να καταρρέει την Τετάρτη (15/3). Την Κυριακή (19/3) η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, ανακοίνωσε ότι η Credit Suisse εξαγοράστηκε από τη UBS.
Έπειτα από τεταμένες συνομιλίες κατά τη διάρκεια του προηγούμενου Σαββατοκύριακου, η UBS συμφώνησε να αγοράσει την Credit Suisse έναντι περίπου 3,25 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η πώληση με τη μεσολάβηση της κυβέρνησης σηματοδοτεί την οριστική πτώση της ελβετικής τράπεζας.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να πλήξει σημαντικά την Ελβετία. Η χώρα φιλοξενεί 243 τραπεζικούς ομίλους και 24 υποκαταστήματα ξένων τραπεζών και η σταθερότητα και ο πλούτος της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Τα συνδυασμένα περιουσιακά στοιχεία της UBS και της Credit Suisse είναι περίπου διπλάσια από το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ελβετίας και οι κυριακάτικες εφημερίδες αναφέρονταν στη διαφαινόμενη πτώση ενός εθνικού εμβλήματος.
«Στη Ζυρίχη, παρακολουθήσαμε από κοντά αυτό το θεαματικό φιάσκο σε αργή κίνηση», δήλωσε στο Bloomberg ο Μάθιου Ρουές, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Broad Creek Capital. «Παρακολουθούμε την τράπεζα να παραπαίει από σκάνδαλο σε σκάνδαλο για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα που είναι δύσκολο να τα θυμηθούμε όλα».
Η Credit Suisse έχει πληγεί από σκάνδαλα και μεγάλες οικονομικές απώλειες τα τελευταία χρόνια. Τα σκάνδαλα στα οποία ενεπλάκη, περιλαμβάνουν μια ποινική καταδίκη για την παροχή άδειας σε εμπόρους ναρκωτικών στη Βουλγαρία, μια υπόθεση διαφθοράς στη Μοζαμβίκη, ένα σκάνδαλο κατασκοπείας στο οποίο εμπλέκονταν ένας πρώην υπάλληλος και ένα στέλεχος και μια μαζική διαρροή δεδομένων πελατών στα μέσα ενημέρωσης. Η προθυμία της να συνεργαστεί με πελάτες που απέφευγαν άλλες τράπεζες, όπως ο χρηματοδότης Lex Greensill και η αποτυχημένη επενδυτική εταιρεία Archegos Capital Management με έδρα τη Νέα Υόρκη, της κόστισε δισεκατομμύρια δολάρια και επέτεινε την αίσθηση ενός ιδρύματος που δεν είχε σταθερό έλεγχο των υποθέσεών του.
Πτώχευση Greensill
Τα προβλήματα ξεκίνησαν με την κατάρρευση της Greensill το 2021, μιας βρετανικής χρηματοπιστωτικής εταιρείας που ειδικευόταν σε βραχυπρόθεσμα εταιρικά δάνεια μέσω ενός πολύπλοκου και αδιαφανούς επιχειρηματικού μοντέλου. Η κατάρρευση της Greensill έφερε σε δύσκολη θέση πολλές εταιρείες και ειδικά την Credit Suisse, η οποία είχε επενδύσει σημαντικά στην εταιρεία. Τον Μάρτιο του 2021, αφού η Greensill κήρυξε πτώχευση, η Credit Suisse έκλεισε τέσσερα συνδεδεμένα κεφάλαια στα οποία είχαν επενδυθεί περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η ελβετική χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή FINMA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τράπεζα «παραβίασε σοβαρά τις εποπτικές της υποχρεώσεις» και διέταξε «διορθωτικά μέτρα».
Μόλις τέσσερις εβδομάδες μετά την πτώχευση της Greensill, η Credit Suisse συγκλονίστηκε από την κατάρρευση του αμερικανικού hedge fund Archegos, η οποία κόστισε στην τράπεζα περισσότερα από 5 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το σκάνδαλο της Μοζαμβίκης
Τον Οκτώβριο του 2021, η τράπεζα τιμωρήθηκε με πρόστιμο ύψους 475 εκατ. δολαρίων από τις αμερικανικές και βρετανικές αρχές, αφού ενεπλάκη σε σκάνδαλο δωροδοκίας στη Μοζαμβίκη που αφορούσε δάνεια σε κρατικές εταιρείες. Τα δάνεια, που χορηγήθηκαν μεταξύ 2013 και 2016, υποτίθεται ότι θα χρηματοδοτούσαν έργα θαλάσσιας επιτήρησης, αλιείας και ναυπηγείων, αλλά δόθηκαν εν μέρει σε δωροδοκίες.
Η τράπεζα συμφώνησε με τις βρετανικές αρχές να ακυρώσει τα 200 εκατομμύρια δολάρια που όφειλε η χώρα της νοτιοανατολικής Αφρικής, η οποία βυθίστηκε σε σοβαρή οικονομική κρίση.
Ελβετικά μυστικά
Τον Φεβρουάριο του 2022, δημοσιογράφοι της γερμανικής εφημερίδας «Sueddeutsche Zeitung» σε συνεργασία με την μη κερδοσκοπική δημοσιογραφική ομάδα Organized Crime and Corruption Reporting Project (OCCRP), αποκάλυψαν ότι η τράπεζα συνεργαζόταν με εγκληματίες, ανθρώπους που διώκονταν για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μαφιόζικες οργανώσεις και δικτάτορες που διακινούσαν και ξέπλεναν μαύρο χρήμα. Η υπόθεση «Suisse Secrets» (Ελβετικά μυστικά) όπως ονομάστηκε, αποκάλυψε ότι η τράπεζα κατείχε δισεκατομμύρια δολάρια βρώμικου χρήματος για δεκαετίες. Συγκεκριμένα, οι πληροφορίες που διέρρευσαν για περισσότερους από 18.000 τραπεζικούς λογαριασμούς που χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1940, έδειξαν ότι η Credit Suisse κατείχε περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια δολάρια σε τέτοιους λογαριασμούς.
Τότε, η τράπεζα είχε απορρίψει κατηγορηματικά τα ευρήματα των δημοσιογράφων, λέγοντας ότι «βασίζονται σε μερική, ανακριβή ή επιλεκτική πληροφόρηση που έχει αφαιρεθεί από τα συμφραζόμενα».
Δίκη στις Βερμούδες
Στα τέλη Μαρτίου του 2022, δικαστής των Βερμούδων αποφάνθηκε ότι ο πρώην πρωθυπουργός της Γεωργίας Μπιτζίνα Ιβανισβίλι υπέστη ζημία 553 εκατομμυρίων δολαρίων λόγω της αδυναμίας της Credit Suisse Life Bermuda, θυγατρικής της Credit Suisse, να εκπληρώσει το καταπιστευτικό της καθήκον.
Οπως αποκαλύφθηκε, ένας πρώην συνεργάτης της Credit Suisse, ο Πασκάλ Λεσκοντρόν, πλαστογραφούσε τις υπογραφές πρώην πελατών, συμπεριλαμβανομένου του Γεωργιανού πολιτικού. Ο Λεσκοντρόν καταδικάστηκε από τις ελβετικές αρχές σε πέντε χρόνια φυλάκιση το 2018 με την κατηγορία της απάτης και της πλαστογραφίας. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι η θυγατρική της Credit Suisse έδινε προτεραιότητα στα έσοδα που απέφερε ο Λεσκοντρόν στην Credit Suisse έναντι των συμφερόντων των πελατών της. Ο Λεσκοντρόν αυτοκτόνησε το 2020.
Βουλγαρικό δίκτυο διακίνησης κοκαΐνης
Τον Ιούνιο του 2022, η Credit Suisse τιμωρήθηκε με πρόστιμο ύψους 2 εκατομμυρίων δολαρίων σε υπόθεση ξεπλύματος χρήματος που συνδέεται με βουλγαρικό δίκτυο διακίνησης κοκαΐνης.
Το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο της Ελβετίας έκρινε ότι η τράπεζα δεν έλαβε μέτρα για να αποτρέψει το ξέπλυμα χρήματος από την εγκληματική οργάνωση, κρίνοντας την ένοχη για παραβίαση της εταιρικής της ευθύνης σε μια υπόθεση που χρονολογείται από το 2007 και το 2008.
Επίλυση παλαιών διαφορών
Τον Οκτώβριο του 2022, η Credit Suisse δήλωσε ότι θα καταβάλει 495 εκατ. δολάρια για να διευθετήσει μια διαμάχη με την πολιτεία του Νιου Τζέρσεϊ των ΗΠΑ σχετικά με τίτλους που εξασφαλίζονται με υποθήκη και χρονολογούνται από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Στη Γαλλία, τον ίδιο μήνα, συμφώνησε να καταβάλει 238 εκατ. ευρώ για να αποφύγει τη δίωξη για κατηγορίες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και φορολογικής απάτης που απαγγέλθηκαν το 2016 σχετικά με αδήλωτους λογαριασμούς που διατηρούσαν Γάλλοι υπήκοοι.
Ξέπλυμα χρήματος για τη Γιακούζα
Τον Ιούνιο του 2004, ένας τραπεζίτης της Credit Suisse συνελήφθη επειδή φέρεται να ξέπλυνε 42,2 εκατομμύρια δολάρια που συνδέονταν με την ιαπωνική μαφία Γιακούζα. Αργότερα αφέθηκε ελεύθερος καθώς ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε την πηγή των κεφαλαίων.
Φερδινάνδο και Ιμέλντα Μάρκος
Το 1995, η Credit Suisse ήταν ανάμεσα στις ελβετικές τράπεζες που διατάχθηκαν να επιστρέψουν σχεδόν μισό δισεκατομμύριο δολάρια που ήταν αποθηκευμένα στους λογαριασμούς του δικτάτορα των Φιλιππίνων Φερδινάνδου Μάρκος, κεφάλαια τα οποία, σύμφωνα με τις Φιλιππίνες, «λεηλατήθηκαν από το εθνικό ταμείο». Αποκαλύφθηκε ότι η Credit Suisse είχε ανοίξει λογαριασμούς για το ζεύγος με ψεύτικα ονόματα για να προστατέψει τα κεφάλαιά τους από τον έλεγχο.