Άρθρο του Θωμά Μπέγκα, Δημάρχου Ιωαννιτών
Είκοσι χρόνια μετά από την πρώτη ουσιαστική μεταρρύθμιση στην Αυτοδιοίκηση (Καποδίστριας 1997) και οκτώ χρόνια εφαρμογής του «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ», μεταρρυθμίσεων που άλλαξαν ριζικά την πορεία της Αυτοδιοίκησης και της δομής του κράτους, η χώρα ήταν έτοιμη για το επόμενο βήμα, με στόχο την προώθηση Νέου Μοντέλου Διοικητικής Οργάνωσης και Λειτουργίας του κράτους, με αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και πόρων, πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, Δημοκρατικό Προγραμματισμό, ενίσχυση της τοπικής αυτονομίας.
Δυστυχώς όμως, ο «Κλεισθένης 1» αποδεικνύεται στους τομείς αυτούς, κατώτερος των περιστάσεων.
Κι αυτό γιατί κανείς δεν απάντησε σε ένα βασικό ερώτημα: Αξιολογήθηκε ο Καλλικράτης; Έγινε μια σοβαρή καταγραφή των θετικών και των αρνητικών του στοιχείων προκειμένου να οδηγηθούμε σε προτάσεις για την επόμενη μέρα;
Η απάντηση είναι φυσικά γνωστή.
Όπως τονίζει χαρακτηριστικά στην έκθεσή του και ο Συνήγορος του Πολίτη, ο «Κλεισθένης 1» είναι ένας νόμος πρόχειρος, ο οποίος απλά παραπέμπει στο μέλλον τις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, καθιστά ακόμη πιο σφικτό τον εναγκαλισμό της Αυτοδιοίκησης με την Κεντρική Εξουσία και μάλλον δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα επιχειρεί να επιλύσει.
Ο «Κλεισθένης 1», χωρίς καμία πρόβλεψη για τη συνταγματικά κατοχυρωμένη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων και με αμφιλεγόμενες προτάσεις σε πολλά σημεία δεν προωθεί καμία ουσιαστική μεταρρύθμιση στην οργάνωση και τη λειτουργία του κράτους.
Η αλλαγή του εκλογικού συστήματος και η θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής, που είναι η μοναδική προτεινόμενη ουσιαστική αλλαγή, σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά από μόνη της μεταρρύθμιση και το σημαντικότερο, χωρίς ισχυρά θεσμικά αντίβαρα, ένας σοβαρός δημοκρατικός θεσμός και το ίδιο το εκλογικό σύστημα κινδυνεύουν να απαξιωθούν ανεπανόρθωτα.
Οφείλουμε ωστόσο να αναγνωρίσουμε, ότι σε κάποια ζητήματα, και με το πολυνομοσχέδιο που προηγήθηκε και με τον «Κλεισθένη 1», η κυβέρνηση άκουσε τη φωνή των αυτοδιοικητικών.
Ένα μείζον ζήτημα που οφείλουμε να επισημάνουμε, γιατί κατά τη γνώμη μας στη διατύπωση απόψεων δεν πρέπει να λείπει η παράμετρος της αυτοκριτικής είναι το γεγονός ότι η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ επειδή ανήκει σε ιδεολογικό χώρο που επί της ουσίας δεν πιστεύει στην αυτοτέλεια της αυτοδιοίκησης, χειρίστηκε με τον χειρότερο τρόπο τη «διαπραγμάτευση» με την κυβέρνηση σε βάρος τελικά της ίδιας της αυτοδιοίκησης.
Η σημερινή Δημοτική Αρχή Ιωαννίνων κι εγώ προσωπικά έχουμε ταχθεί επανειλημμένα υπέρ ενός αναλογικότερου εκλογικού συστήματος, όχι όμως σε βάρος της «κυβερνησιμότητας» των Δήμων.
Έχουμε εκφράσει την αγωνία μας για τις συνέπειες που μπορεί να υπάρχουν, ειδικά τώρα, σε μια περίοδο που η Αυτοδιοίκηση άντεξε το φορτίο που σήκωσε στην περίοδο της κρίσης και από εδώ και πέρα φιλοδοξεί να αναλάβει το ρόλο που της αντιστοιχεί στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την ανάπτυξη.
Οι πολίτες των Ιωαννίνων είναι από αυτούς που δεν έδωσαν βήμα έκφρασης και εκπροσώπησης στο Δημοτικό Συμβούλιο σε ακραίες και διχαστικές φωνές, ούτε σε ψηφοδέλτια συμφερόντων.
Η απλή και άδολη αναλογική όμως, χωρίς κάτω όριο ανάδειξης Δημοτικών Συμβούλων και με πολύ χαμηλό εκλογικό μέτρο, ενέχει τον κίνδυνο ανάδειξης και τέτοιων δυνάμεων στο νέο Δημοτικό Συμβούλιο που θα προκύψει την επομένη των εκλογών.
Είναι αποδεδειγμένο ότι τα χρόνια της κρίσης, όπως συνηθίσαμε να τα αποκαλούμε, οι Δήμοι ήταν οι φορείς της Διοίκησης που κράτησαν όρθια την κοινωνία μας και μάλιστα με περικοπές 70% στους πόρους τους.
Ήταν εκεί με την κοινωνική τους πολιτική να αντικαταστήσουν δομές και υπηρεσίες που έπρεπε να προσφέρει το Κράτος.
Ήταν και παραμένουν πάντα ο πιο κοντινός θεσμός Διοίκησης στον απλό πολίτη.
Αυτόν τον θεσμό λοιπόν η σημερινή κι όλες οι κυβερνήσεις πρέπει να τον στηρίζουν και να τον εμπιστεύονται περισσότερο, γιατί έχει αποδείξει πόσα μπορεί να συνεισφέρει στον τόπο.
Ελπίζω ότι οι δημότες των Ιωαννίνων, στους οποίους έχω μεγάλη εμπιστοσύνη, θα κρατήσουν μακριά από το Δημοτικό Συμβούλιο ακραίες δυνάμεις και επιχειρηματικά συμφέροντα και δεν θα στηρίξουν παρατάξεις που σκοπό έχουν τις «συναλλαγές» τις καρέκλες, τα οφίτσια…
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Τα Νέα»