Άρθρο του Βασίλη Γιόγιακα, βουλευτή Θεσπρωτίας με τη Ν.Δ.
Σε νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών προβλέπεται ένα νέο σύστημα επιλογής των στελεχών που θα κληθούν να καλύψουν θέσεις αυξημένης ευθύνης, όπως αυτές των γενικών και ειδικών γραμματέων και των διοικήσεων των δημοσίων νομικών προσώπων.
Από την ανάγνωση των σχετικών διατάξεων προκύπτουν δύο κύρια ερωτήματα: Το σύστημα επιλογής προσώπων στις παραπάνω θέσεις είναι πράγματι ρεαλιστικό, αδιάβλητο και αξιόπιστο; Προσελκύεται το ευρύτερο δυνατό τμήμα του ικανού και προσοντούχου ανθρώπινου δυναμικού για την κάλυψη των θέσεων αυτών; Οφείλουμε να είμαστε επιφυλακτικοί διότι έως σήμερα η κυβέρνηση έχει «διακριθεί» για τη στελέχωση καίριων θέσεων στη δημόσια διοίκηση με κομματικά, συγγενικά και πελατειακά κριτήρια.
Μια μείζων αλλαγή είναι ότι αποκλείονται από τη διεκδίκηση θέσεων γενικών γραμματέων, αναπληρωτών γ.γ. και ειδικών γραμματέων των υπουργείων στελέχη εκτός δημοσίου τομέα. Για τις θέσεις αυτές, όπως και για εκείνες των διοικήσεων των δημοσίων νομικών προσώπων, θα επιλέγονται –πλην εξαιρετικών περιπτώσεων μηδενικής εκδήλωσης ενδιαφέροντος– μόνο δημόσιοι υπάλληλοι που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις εγγραφής σε Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης. Ετσι, η δημόσια διοίκηση στερείται μιας αξιόλογης «δεξαμενής» επαγγελματιών του ιδιωτικού τομέα με εξέχουσα εμπειρία, γνώση και διοικητική ικανότητα. Αλλωστε, μόνο τα τελευταία χρόνια ήταν αρκετές οι περιπτώσεις γενικών γραμματέων και άλλων υψηλόβαθμων στελεχών που προερχόμενα από την αγορά έφεραν σύγχρονες αντιλήψεις στο management δημοσίων φορέων και επέδειξαν σημαντικά αποτελέσματα από τη θέση στην οποία υπηρέτησαν.
Οι ίδιες οι προϋποθέσεις εγγραφής στο μητρώο αποκλείουν διάφορες κατηγορίες στελεχών και επιστημόνων που εργάζονται στο Δημόσιο ή στο ευρύτερο δημόσιο, κατά κανόνα νεότερης ηλικίας, που διαθέτουν τα τυπικά και τα ουσιαστικά προσόντα για την πλήρωση θέσεων υψηλής ευθύνης.
Για την αξιολόγηση των υποψηφίων συγκροτείται σε κάθε υπουργείο ένα (;) Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής. Η διαδικασία επιλογής βασίζεται σε δομημένη συνέντευξη και σε μια, αδιευκρίνιστη ως προς τα κριτήρια, αξιολόγηση των τυπικών προσόντων, του επιστημονικού και ερευνητικού έργου καθώς και της προηγούμενης διοικητικής εμπειρίας των υποψηφίων. Δεν προβλέπεται, δηλαδή, κάποια μέθοδος αξιολόγησης που να περιλαμβάνει μετρήσιμους δείκτες για τη βαθμολόγησή τους, δεν ορίζεται η βαρύτητα που ενδεχομένως έχει το κάθε επιμέρους κριτήριο στη συνολική αξιολόγηση, ούτε η βαρύτητα του βιογραφικού έναντι εκείνης της συνέντευξης.
Επίσης, ενώ η επιλογή των φορέων που θα εκπροσωπούνται στα Ειδικά Συμβούλια Επιλογής κινείται στη σωστή κατεύθυνση, ο τρόπος επιλογής του συγκεκριμένου εκπροσώπου ανά φορέα είτε είναι ασαφής είτε αποτελεί απόφαση του οικείου υπουργού, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την αμεροληψία των αξιολογητών. Αντ’ αυτού θα μπορούσε να προβλεφθεί η μέθοδος της τυχαίας επιλογής (κλήρωση) του εκπροσώπου του κάθε φορέα στο συμβούλιο μέσα από κατάλογο προσώπων που πληρούν τις προδιαγραφές για να συμμετάσχουν στα Συμβούλια Επιλογής.
Οι θέσεις αποσπασμένων υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ όλων των πολιτικών γραφείων σε υπουργεία και γενικές γραμματείες θα καλύπτονται επίσης από υπαλλήλους του μητρώου, ύστερα από επιλογή του οικείου υπουργού. Εκ πρώτης ακούγεται ορθό, αλλά και πάλι μένουν εκτός υποψηφιότητας νέοι επιστήμονες και στελέχη του δημοσίου τομέα που διαθέτουν τα κατάλληλα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Γιατί, για παράδειγμα, ένας δημόσιος υπάλληλος με πτυχίο πανεπιστημίου, άρτια γνώση δύο ξένων γλωσσών και αποδεδειγμένη διοικητική εμπειρία δεν θεωρείται ικανός να στελεχώσει ένα πολιτικό γραφείο, ούτε καν μια θέση διοικητικής υποστήριξης «υψηλής στάθμης»; Εάν πράγματι ο τελικός σκοπός αυτών των διατάξεων είναι μια δημόσια διοίκηση που θα έχει την ικανότητα να παράγει το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους, πρέπει αφ’ ενός να κλείσουν οι «τρύπες» και τα «παράθυρα» στη διαδικασία επιλογής και αξιολόγησης προσώπων στις θέσεις αυτές, αφ’ ετέρου να «ανοιχτεί το παιχνίδι» σε περισσότερα άξια στελέχη εντός και εκτός δημοσίου τομέα. «Αφήστε περισσότερα λουλούδια ν’ ανθίσουν». Αυτό πρέπει να είναι το σύνθημα! Διαφορετικά, έχουμε λόγους να υποψιαζόμαστε ότι πρόκειται για ακόμα μία απόπειρα κομματικοποίησης της δημόσιας διοίκησης, αυτή τη φορά «από το παράθυρο»…
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» του Σαββάτου