των Γιώργου Μονεμβασίτη *, M.D, Κλεοπάτρα Ζουμπουρλή, μοριακής βιολόγου, medlabnews.gr
Ο προγεννητικός έλεγχος αφορά ένα σύνολο εξετάσεων που είναι απαραίτητο να γίνουν στην αρχή της εγκυμοσύνης ή πριν το ζευγάρι ξεκινήσει προσπάθειες. Πρόκειται για μία πολύ σημαντική σειρά εξετάσεων για την ασφάλεια της μητέρας αλλά κυρίως για την ασφάλεια του παιδιού. Στον έλεγχο αυτό περιλαμβάνονται εξετάσεις που δείχνουν τη γενική κατάσταση της υγείας της μητέρας και σκοπός είναι ο εντοπισμός προβλημάτων που μπορεί να δημιουργήσουν επιπλοκές κατά την κύηση ή τον τοκετό και η έγκαιρη αντιμετώπισή τους.Παρακάτω παραθέτουμε τις βασικές εξετάσεις στις οποίες πρέπει να υποβληθεί μια γυναίκα που επιθυμεί να μείνει έγκυος, και είναι ουσιαστικά προληπτικές εξετάσεις που αποσκοπούν στο να διαγνώσουν έγκαιρα κάποιο πρόβλημα στην υγεία της έτσι ώστε να μπορεί να αντιμετωπισθεί πριν αυτή μπει στη διαδικασία της εγκυμοσύνης.
Ο προγεννητικός έλεγχος γίνεται ανώδυνα με αιματολογικές εξετάσεις και εξετάσεις ούρων.
Για να δούμε την σημασία των εξετάσεων του προγεννητικού ελέγχου;
Γενική Αίματος: ελέγχονται τα αιματολογικά στοιχεία (αιματοκρίτης, αιμοσφαιρίνη, λευκά αιμοσφαίρια κλπ) και αποκαλύπτει την τυχόν ύπαρξη αναιμίας ή κάποιας άλλης πάθησης του αίματος που πρέπει να αντιμετωπιστεί εγκαίρως
Γενική Ούρων: ελέγχεται η καλή λειτουργία των νεφρών καθώς και η ύπαρξη κάποιας μόλυνσης, όπως η ουρολοίμωξη, που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με φαρμακευτική αγωγή
Σάκχαρο: είναι μία πολύ σημαντική εξέταση που δείχνει την ύπαρξη ή την προδιάθεση για ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη
Ουρία: διαπιστώνεται η καλή νεφρική λειτουργία, καθώς οι νεφροί είναι όργανα που υπερλειτουργούν κατά την εγκυμοσύνη
Σίδηρος Ορού και Φερριτίνη: διαπιστώνεται η τυχόν έλλειψη σιδήρου, μία συχνή κατάσταση στην εγκυμοσύνη, ώστε να ληφθούν τα απαραίτητα συμπληρώματα αν χρειάζεται
Ομάδα Αίματος και Rhesus: η ομάδα αίματος είναι σημαντική σε περίπτωση που χρειαστεί μετάγγιση. Εάν η μητέρα έχει Rhesus αρνητικό και ο πατέρας θετικό ίσως υπάρξει ασυμβατότητα στο αίμα της μητέρας και του εμβρύου. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να γίνεται μηνιαίος έλεγχος με Έμμεση Coobs για την αποφυγή επιπλοκών
Ελεγχος CRP. Μια υψηλή ή αυξανόμενη τιμή της CRP στο αίμα σημαίνει ότι έχετε οξεία λοίμωξη ή φλεγμονή. Αν τα επίπεδα της CRP στο αίμα μειωθούν, αυτό σημαίνει ότι αναρρώνετε και ότι η φλεγμονή μειώνεται.
Ηλεκτροφόρηση Αιμοσφαιρίνης και Τεστ Δρεπανώσεως: γίνεται έλεγχος για στίγμα μεσογειακής και δρεπανοκυτταρικής αναιμίας αντίστοιχα. Σε περίπτωση που η εξέταση είναι θετική πρέπει να γίνει έλεγχος του πατέρα ώστε να διαπιστωθεί αν και ο ίδιος έχει στίγμα. Σε αυτή την περίπτωση ελέγχεται το έμβρυο με περαιτέρω εξετάσεις
Αντισώματα CMV (Κυτταρομεγαλοϊού) IgG & IgM: είναι ένας ιός πολύ επικίνδυνος για το έμβρυο αν μολυνθεί, που μπορεί να προκαλέσει βλάβες στο ήπαρ, στο αγγειακό σύστημα, στο νευρικό σύστημα, στους νεφρούς, στο μυελό των οστών και στα επινεφρίδια.
Αντισώματα Ερυθράς IgG & IgM: διαπιστώνεται η ανοσία της μητέρας στην ερυθρά ώστε να γίνει εμβολιασμός και να αποφεύγεται η επαφή με πάσχοντες. Η μόλυνση της εγκύου από τον ιό στο 1ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης προκαλεί πολύ σοβαρές βλάβες στο έμβρυο, όπως κώφωση, οφθαλμικές και καρδιολογικές βλάβες και νοητική καθυστέρηση.
Αντισώματα Τοξοπλάσματος IgG & IgM: ελέγχεται η ανοσία της μητέρας στο τοξόπλασμα. Πρόκειται για ένα παράσιτο που μπορεί να προκαλέσει από σοβαρές βλάβες στο έμβρυο (χοριοαμφιβληστροειδίτιδα, διανοητική καθυστέρηση, επιληψία κ.α.) μέχρι και αποβολή
HBsAg (Αυστραλιανό Αντιγόνο): έλεγχος για Ηπατίτιδα Β. Αν η μητέρα είναι θετική επιβάλλεται η άμεση ανοσοποίηση του παιδιού αμέσως μετά τον τοκετό.
anti-HCV: ελέγχεται πιθανή μόλυνση από τον ιό της Ηπατίτιδας C
HIV I & II: πρόκειται για τον ιό που προκαλεί το σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS). Ο ιός μπορεί να μολύνει το έμβρυο είτε κατά την κύηση ή κατά τον τοκετό. Η μόλυνση της μητέρας από τον HIV απαιτεί εξειδικευμένη αγωγή ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος μετάδοσης στο έμβρυο.
VDRL: ελέγχεται τυχόν λοίμωξη από το βακτήριο της σύφιλης ώστε να δοθεί έγκαιρα η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή
G6PD: η έλλειψη του ενζύμου μπορεί να προκαλέσει αιμολυτική αναιμία αν υπάρξει επαφή με κάποια φάρμακα, ουσίες ή τρόφιμα (όπως κουκιά, ναφθαλίνη)
Μυκόπλασμα: βακτήριο που εάν δεν θεραπευτεί εγκαίρως μπορεί να προκαλέσει αποβολή ή πρόωρο τοκετό.
* Ο Γιώργος Μονεμβασίτης είναι Μαιευτήρας-Γυναικολόγος. Επ. Καθηγητής Παν/μίου Cornell, H.Π.Α.,
Εξειδικευθείς στην Ουρογυναικολογία και Χειρουργική Χαλάρωσης Πυέλου.
πηγή: medlabgr.blogspot.com/2012/02/blog-post_06.html#ixzz5a9wr24iC