Γράφει ο Γιάννης Δασκαλόπουλος
Μέλος ΔΣ Συλλόγου Τουριστικών Γραφείων & ΤΕΟΜ Ιωαννίνων
Το λεγόμενο τουριστικό προϊόν και ειδικά ο κλάδος προσέλκυσης ξένων τουριστών είναι ένας κλάδος που εξελίσσεται παράλληλα με την συνολική οικονομική δραστηριότητα. Άραγε έχουν τη σωστή διάσταση τους στο παραγωγικό γίγνεσθαι οι έννοιες «βαριάς βιομηχανίας» και «ατμομηχανής της οικονομίας» όταν αναφερόμαστε στον τουρισμό ή αποτελούν βαρύγδουπες εκφράσεις και αποκρύπτουν την ανορθολογική ανάπτυξη; Μπορούμε να πούμε απλά ότι είναι ένας σημαντικός τομέας στην παραγωγική διαδικασία της χώρας. Η συμμετοχή του τουρισμού στο ΑΕΠ είναι 15,2%, ενώ η συμμετοχή του τουρισμού στην απασχόληση φτάνει το 18,26%.
Ειδικά σε περιόδους κρίσης, αποδεικνύεται από εκείνους τους τομείς που πλήττεται περισσότερο. Το 2009 χρονιά που η οικονομική κρίση είχε ήδη εκδηλωθεί στις χώρες της Ε.Ε. και στις ΗΠΑ ο κύκλος εργασιών στον τουρισμό σημείωσε πτώση της τάξης του 9%, ενώ τα έσοδα μειώθηκαν κατά 2% του ΑΕΠ της χώρας μας. Η τουριστική κίνηση σε καιρούς κρίσης εμφανίζει ρυθμούς μείωσης αισθητά πιο χαμηλούς από τους αντίστοιχους ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ. Την τετραετία 2006-2009 το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 21,1% ενώ ο κύκλος εργασιών στον τουρισμό μόλις κατά 3,6%.
Ο κλάδος του τουρισμού σε πολύ σημαντικό ποσοστό εξαρτάται από τους σχεδιασμούς μεγάλων ομίλων και τουρ οπερειτορ, μέσω των οποίων διακινείται το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού τουρισμού. Είναι ένας κλάδος υψηλού βαθμού ελέγχου διεθνώς και αποτελεί μια ευμετάβλητη αγορά, που εξαρτάται άμεσα από εντελώς συγκυριακούς και μια σειρά εξωγενείς- σε σχέση με τη χώρα- παράγοντες. Με αυτήν την έννοια, ο αριθμός προσέλευσης ξένων τουριστών σε μια χώρα εξαρτάται, από την οικονομική κατάσταση και τα εισοδήματα των αναμενόμενων επισκεπτών, εξαρτάται όμως και από τις, κατά καιρούς, επιλογές προορισμού από τα διεθνή ταξιδιωτικά γραφεία, τις καιρικές συνθήκες, τα διάφορα φυσικά φαινόμενα κ.ο.κ. Από μια άλλη πλευρά όμως για τους ευρωπαίους πολίτες θεωρείται ένα δικαίωμα στην ποιότητα ζωής τους.
Επομένως η αποτελεσματική σύνδεση της παραγωγής των άλλων παραγωγικών τομέων ιδιαίτερα των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα, με τον τουρισμό, η ενσωμάτωση αυθεντικών παραδοσιακών προϊόντων στο τουριστικό προϊόν, ώστε να υποστηριχθεί έτσι η επιβίωση της αγροτικής παραγωγής διαφαίνεται ως ένας συνδυασμός που με την αυξημένη διάχυση των ωφελειών της τουριστικής ανάπτυξης στηρίζονται και οι άλλοι παραγωγικοί τομείς της οικονομίας.
Από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει συνεχής μείωση της κατά κεφαλή δαπάνης που κάνουν κάθε χρόνο οι επισκεπτόμενοι τη χώρα τουρίστες. Το 2004 η κατά κεφαλή δαπάνη ήταν 777 ευρώ ενώ το 2009, 697 ευρώ, την ίδια περίοδο η αύξηση του επίσημου δείκτη τιμών-καταναλωτή αυξήθηκε κατά 19%. Ταυτόχρονα παρουσιάζεται μεγάλη πολυδιάσπαση και υψηλή συγκέντρωση.
Η πολυδιάσπαση αφορά κυρίως στα ενοικιαζόμενα δωμάτια και τα μικρά ξενοδοχεία, ενώ στο χώρο των πεντάστερων ξενοδοχείων υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση σε ένα μικρό αριθμό ομίλων. Το 45% είναι ξενοδοχεία των 20 δωματίων, ενώ οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, με τα εκατοντάδες δωμάτια, αναφέρονται στο 11,8% του κλάδου.
Σε σύνολο 3.490 ΑΕ και ΕΠΕ στο χώρο των ξενοδοχείων και των υπηρεσιών εστίασης διαπιστώνεται ότι το 2008 από το συνολικό ενεργητικό των 13,8 δις, ευρώ στον κλάδο, το 18,3% ανήκει στις 20 μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Βέβαια δεν είναι όλα ρόδινα, αφού ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και πολλές φορές επιβαλλόμενος από το εξωτερικό. Έτσι από τα 500 ξενοδοχεία με το μεγαλύτερο τζίρο, τα μισά εμφανίζονται με κέρδη και τα άλλα μισά με ζημιές. Η μέση ετήσια πληρότητα των ξενοδοχείων έφτασε το 2008 το 46%.
Επίσης η ανορθολογική ανάπτυξη του τουρισμού έχει μερίδιο ευθύνης για την περιβαλλοντική επιβάρυνση, την καταπάτηση γης και καταδικάζει ολόκληρες περιοχές σε μαρασμό τους εκτός εποχής μήνες, περιορίζει την διάχυση των εισοδημάτων σε ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού με το σύστημα «all inclusive- όλα πληρωμένα».
Συμπερασματικά η παραγωγική βάση της χώρας είναι περιορισμένη και στηρίζεται σε τρεις τομείς τον τουρισμό, της κατασκευές και την ναυτιλία και οι δύο πρώτοι πλήττονται σοβαρότατα, χρειάζεται γενικότερη παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Τουρισμός και Καλλικράτης
Ξεκινώντας από τα βασικά αυτοδιοικητικά κύτταρα τους δήμους είναι προφανές ότι αποκτούν μια ευρύτερη αρμοδιότητα σε γεωγραφικές περιοχές και με ενιαίο τρόπο πρέπει να ορίσουν συντονισμένες πολιτικές και πρακτικές σε χώρους που παλαιότερα εφαρμόζονταν αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες τουριστικές πρακτικές από διάφορές τοπικές αρχές.
Παρουσιάζεται η ευκαιρία κάθε προορισμός να προσδιορίσει προσεκτικά και αξιόπιστα την τουριστική του ταυτότητα και να θέσει τις βάσεις για μια νέα πορεία αναφορικά με την τουριστική ανάπτυξη σε αρμονικό πάντα συνδυασμό με την περιβαλλοντική ευαισθησία, την κοινωνική ευημερία και την οικονομική βιωσιμότητα.
Μια τέτοια ορθολογική αλλά και ριζική νέα προσέγγιση απαιτεί πρωτίστως κοινό όραμα και στόχους με την παράλληλη συναίνεση των εμπλεκομένων φορέων και την εμπλοκή τεχνοκρατών που θα αναλύσουν αντικειμενικά τα υφιστάμενα δεδομένα.
Σε επίπεδο περιφέρειας θα πρέπει να υπάρχει συντονισμός, στρατηγικός αλλά και εποπτικός ρόλος, ώστε οι επιμέρους στρατηγικές κατευθύνσεις των προορισμών να έχουν συμπληρωματική αλλά και προς την ίδια κατεύθυνση στόχευση και να αποτελούν αρμονικά μέρη μιας ευρύτερης εικόνας και ενός ελκυστικού και ποιοτικού προφίλ.
Μερικά πράγματα στη ζωή φαίνονται αντιφατικά είναι απλά, σύνθετα.