Ο βουλευτής Ιωαννίνων του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Καραγιάννης, τοποθετήθηκε την Παρασκευή 5 Μαΐου 2017, στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση Επίκαιρης Επερώτησης που κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, με θέμα την αξιοποίηση του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 και του συνόλου των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ για την αγροτική παραγωγή.
Στην Επίκαιρη Επερώτηση της ΝΔ, αρμοδιότητας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, απάντησαν ο υπουργός Βαγγέλης Αποστόλου, ο αναπληρωτής υπουργός Γιάννης Τσιρώνης, ο υφυπουργός Βασίλης Κόκκαλης και ο βουλευτής Ιωαννίνων Γιάννης Καραγιάννης ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ.Ο κ. Καραγιάννης, στην ομιλία του ανέφερε τα εξής:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από όσα ειπώθηκαν (και όσα δεν ειπώθηκαν) κατά τη διάρκεια της συζήτησης από τους συναδέλφους της ΝΔ, προκύπτουν οι παρακάτω διαπιστώσεις:
- Έλλειψη στοιχειώδους συνεννόησης και συναίνεσης στο μείζον εθνικό ζήτημα της ανασυγκρότησης του αγροτικού τομέα της χώρας μας.
- Έλλειψη αυτοκριτικής για πράξεις και παραλείψεις που οδήγησαν στη διάλυση της πρωτογενούς παραγωγής και των μεγάλων συνεταιρισμών, καθώς και για τους λανθασμένους χειρισμούς στην υπόθεση της φέτας το 2013.
- Έλλειψη εναλλακτικής πρότασης για την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στη χώρα μας, βασικών πυλώνων παραγωγικής ανασυγκρότησης και δημιουργίας εθνικού πλούτου.
Από τις διαπιστώσεις αυτές κρίνω σκόπιμο πως πρέπει να διεξαχθεί, στην αρμόδια Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, μια ειλικρινή συζήτηση με όρους εθνικής συνεννόησης, τόσο για το μέλλον της πρωτογενούς παραγωγής, όσο και για τα τραγικά και ανεπανόρθωτα λάθη του παρελθόντος, κυρίως στο συνεταιριστικό χώρο.
Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα η χώρα μας είναι ελλειμματική στα κυριότερα αγροτικά προϊόντα. Εισάγουμε το 65% του αγελαδινού γάλακτος, το 90% του βόειου κρέατος, το 65% του χοιρινού κρέατος και το 30% των πουλερικών. Οι εισαγωγές αυτές ξεπερνούν τα 2,5 δισ. ευρώ το χρόνο, με ότι αυτό συνεπάγεται στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.
Η ανάλυση της πολύχρονης παθογένειας του αγροτικού ζητήματος στην Ελλάδα, δεν είναι της παρούσης. Η συζήτηση όμως πρέπει κάποια στιγμή να γίνει, γιατί αυτό που συνέβη στη χώρα μας τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν έχει προηγούμενο στην ευρωπαϊκή αγροτική οικονομία και την πρωτογενή παραγωγή.
Κατασπατάληση ευρωπαϊκών πόρων, αμαρτωλά δάνεια της ΑΤΕ, σκάνδαλα τύπου ΣΕΒΑΘ και ΕΑΣ Λαρίσης, ξεπούλημα κορυφαίων συνεταιριστικών επιχειρήσεων όπως η ΔΩΔΩΝΗ, δημιουργία προβληματικών -λόγω πολιτικών παρεμβάσεων- συνεταιρισμών, όπως η ΑΓΝΟ, η ΣΕΚΑΠ, η ΣΕΠΕΚ και παλιότερα οι ΚΥΔΕΠ, ΣΥΝΕΛ, ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΗ, ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΗ, κλπ.
Δεν έχει τέλος ο μακρύς κατάλογος της ντροπής και των τριών χιλιάδων συνεταιρισμών “σφραγίδων” που καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα και αμαύρωσαν τον θεσμό της συνεταιριστικής ιδέας στη χώρα μας. Πάνω από 5 δισ. ευρώ υπολογίζεται η ζημιά που υπέστη το δημόσιο από τις παράνομες χορηγήσεις δανείων της ΑΤΕ το διάστημα 2000-2012, βάσει πορίσματος του Αρείου Πάγου που διερεύνησε περιπτώσεις όπως αυτή της ΣΕΒΑΘ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα δεν είμαστε εδώ για να κάνουμε αναδρομή στο χθες και στις ευθύνες αυτών που διαχειρίστηκαν το χθες. Το ζητούμενο είναι να δούμε τι πρέπει να κάνουμε από δω και πέρα.
Η ανασυγκρότηση της πρωτογενούς παραγωγής, βασικού πυλώνα παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας δεν μπορεί να γίνει με αναχρονιστικές αντιλήψεις εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου.
Απαιτείται σοβαρότητα, σχεδιασμός, εθνική στρατηγική για τα εθνικά μας προϊόντα, σύγχρονοι συνεταιρισμοί που θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, καθώς και η πλήρης αντιστροφή της σημερινής σχέσης γεωργίας-κτηνοτροφίας, με έμφαση στην αιγοπροβατοτροφία και τα κτηνοτροφικά φυτά.
Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας με στόχο την βελτίωση της αυτάρκειας και την παραγωγή επώνυμων ΠΟΠ, ΠΓΕ και ιδιότυπων παραδοσιακών προϊόντων, υψηλής διατροφικής αξίας και ποιότητας είναι μονόδρομος. Η δε σύνδεση της πρωτογενούς παραγωγής με το τουριστικό προϊόν, τον πολιτισμό και την γαστρονομία θα αναδείξει τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.
Η αναφορά μου στη στήριξη και την ανάπτυξη της προβατοτροφίας δεν γίνεται για λόγους ιστορικούς, αλλά γιατί το πρόβιο γάλα αποτελεί τη βάση της φέτας, η παγκόσμια ζήτηση της οποίας σήμερα ανέρχεται στους 500.000 τόνους, με την ελληνική παραγωγή να αγγίζει τους 92.000 τόνους, εκ των οποίων οι 43.000 εξάγονται.
Επιβάλλεται, ιδίως μετά τις τελευταίες εξελίξεις των συμφωνιών της ΕΕ με τρίτες χώρες, η στήριξη και ανάπτυξη της προβατοτροφίας, καθώς και η χάραξη εθνικής στρατηγικής για την προστασία της ΠΟΠ φέτας που θα αναδεικνύει την αυθεντικότητα του προϊόντος και θα απαντά με τον καλύτερο τρόπο στον ανταγωνισμό των λευκών τυριών.
Παρόμοια στρατηγική απαιτείται και για το άλλο εθνικό μας προϊόν το λάδι. Δυστυχώς σήμερα πάνω από το 85% της ελληνικής παραγωγής πωλείται χύμα και μάλιστα στον ανταγωνισμό. Η πολυδιάσπαση της μικρής παραγωγής και η έλλειψη σύγχρονου εξαγωγικού μάρκετινγκ δεν μπορεί να στηρίξει την εξωστρέφεια και την είσοδο του προϊόντος στα μεγάλα σημεία λιανικής πώλησης. Απαιτούνται συμπράξεις, συνεργασίες και clusters για εξασφάλιση ποσοτήτων και προώθηση με τη στήριξη εθνικού brand name.
Σημαντικό ρόλο στην ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα και της ανάπτυξης πρέπει να παίξει ο περιφερειακός – χωροταξικός σχεδιασμός. Αρκεί να εκπονηθούν σύγχρονα περιφερειακά προγράμματα, με καινοτόμα και εξωστρεφή μοντέλα περιφερειακής ανάπτυξης, που έχουν δοκιμαστεί και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Αυτό εξάλλου κατέδειξε και η προχθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους 13 Περιφερειάρχες της χώρας, με αντικείμενο τον εθνικό διάλογο για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Κοινή πεποίθηση όλων όσων συμμετείχαν στη σύσκεψη είναι η εκπόνηση ενός εθνικού αναπτυξιακού σχεδίου μέσα από ένα διευρυμένο και διαφανή διάλογο που θα πραγματοποιηθεί σε περιφερειακό επίπεδο, χωρίς αποκλεισμούς.
Περιφερειακοί θεσμοί, κοινωνικοί φορείς και παραγωγικές δυνάμεις θα κληθούν να συμβάλλουν στο εγχείρημα, προκειμένου να υπάρξει ένα αναπτυξιακό σχέδιο, προϊόν ευρύτερων συναινέσεων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι σε όλους γνωστό πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία, έχουν ρίζες στις παθογένειες προηγούμενων δεκαετιών, μια εκ των οποίων υπήρξε και το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο του παρελθόντος.
Η αντιμετώπιση αυτών των παθογενειών αποτελεί πράξη ευθύνης για όλους μας!