Στο κράτος – δυνάστη, που όχι μόνο δεν προστατεύει τους πολίτες του πλέον, αλλά αδιαφορεί και για την τύχη τους
Γράφει ο Τάσος Κώτσης
Κανένα σεβασμό λοιπόν στο κράτος από τους πολίτες του;
Ειλικρινά και με το χέρι στην καρδιά, θα πρέπει να επιλέξω με σεβασμό απέναντι σε σας που με γνωρίζετε και με αίσθημα ευθύνης στους νεότερους, που πιθανά δε με ξέρουν και με διαβάζουν τώρα.
Επιλέγω λοιπόν «κανένα σεβασμό» για το κράτος – δυνάστη, που όχι μόνο δεν προστατεύει τους πολίτες του πλέον, αλλά αδιαφορεί για την τύχη των φόρου – υποτελών, που έχουν τη μεγίστη ατυχία να κατοικούν στη χώρα, η οποία καταδυναστεύεται παντοιοτρόπως και της έχουν ξεπουλήσει αντί πινακίου φακής τα υπάρχοντά της.
Δε με ενδιαφέρει πλέον να είμαι σωστός πολίτης, δε θέλω να είμαι σωστός πολίτης. Δεν έχω κανένα λόγο να το κάνω, επειδή όχι μόνο δε χρωστάω τίποτα, αλλά έχω πληρώσει πολλά περισσότερα από αυτά που μου αναλογούν.
Δεν πήρα τίποτα από κανένα κράτος τόσα χρόνια, πέραν της καχυποψίας του, ενώ εγώ ο «καλός πολίτης» δέχτηκα σε όλα τα επίπεδα τα επίχειρα της αναποτελεσματικότητάς του.
Δεν είμαι καν δημόσιος υπάλληλος, για να ισχυρισθεί κάποιος από τους ανάλγητους υπουργούς του πως μαζί τα φάγαμε.
Δεν έφαγα τίποτα από κανέναν, πολύ δε περισσότερο από το κράτος, στο οποίο κατέθετα από τους φόρους μου έως τα δάκρυά μου στα αναρριπίσματα της σημαίας του, με ότι αυτά συμβόλιζαν (αντί συμβολίζουν), για να εισπράττω και από πάνω τη χλεύη αυτών, οι οποίοι σιτίζονταν (και εξακολουθούν – μη χάνεστε…) να σιτίζονται στα δημόσια πρυτανεία.
Η δική μου άρνηση και η δική μου εξέγερση, έχει μια κάποια σημαντική διαφορά. Εγώ ήμουν ελεύθερος πολίτης και τέτοιος θέλω να είμαι και ως εκ τούτου διακηρύσσω την αντίθεσή μου στο κράτος – άρπαγα και διατρανώνω τη θέλησή μου να σταθώ αντιμέτωπος στις κατ’ εμέ κινούμενες αρπαχτικές και εξοντωτικές διαθέσεις του.
Δε θέλω να έχω πλέον καμιά σχέση μαζί του και μαζί με όλους αυτούς που διαθέτουν ελεύθερο φρόνημα και ορθή κρίση, θέλω να αντισταθώ στους μηχανισμούς της υποτέλειας και της δουλοπρέπειας, δεν θέλω να ανήκω με το ζόρι σε μια κατ’ επίφαση κοινωνία ελλήνων πολιτών, επειδή πρώτον δεν είναι πλέον κοινωνία αλλά πολύχρωμη και ξενόφερτη κομπανία και δεύτερον δεν έχει αξίες, ιδανικά, αρχές!
Δεν έχει τίποτα να μου προσφέρει και όσο γι αυτές τις περίφημες ατάκες «για να σώσουμε τη χώρα ή την πατρίδα», τάχατες, επειδή με αυτούς που το προβάλουν δεν έχουμε πλέον κοινή πατρίδα και εγώ δε θέλω να με «υιοθετήσουν» τα αφεντικά τους.
Αυτή η ιδέα της κάποτε ωραίας πατρίδας, έχει συντριβεί, έχει διαλυθεί, έχει σκορπιστεί…
Με λίγα λόγια έχει τελειώσει οριστικά και τίποτα πλέον δε με συνδέει ούτε ηθικά ούτε καταναγκαστικά με όλους αυτούς, οι οποίοι επιθυμούν βιαίως να με βάλουν στη γραμμή, για να παλέψω –δήθεν- για τη σωτηρία ενός μορφώματος ή μάλλον «παραμορφώματος», για μια πατρίδα που δεν την αναγνωρίζω στο κατάντημά της και που αν έχω ένα καθήκον απέναντί της, ένα μόνο, είναι να αγωνιστώ για να φύγουν όσοι την κατέστρεψαν από τους ντόπιους και να κυνηγήσω άχρι θανάτου τους νέους «σταυροφόρους», οι οποίοι την καταληστεύουν, τη δηώνουν και την εξανδραποδίζουν για πολλοστή φορά, στο όνομα του δήθεν κοινού πολιτισμού, ο οποίος κι αυτός, σε τελική ανάλυση, ανήκει στα διαρπαγμένα και τίποτα περισσότερο.
Φυσικά γι αυτό το κράτος μιλάμε…
Το δικό μας κράτος, θα πρέπει να έχει, αρχές, αξίες, ιδανικά και κυρίως να σέβεται τον πολιτισμό του και την ιστορία του…
Για τέτοιο κράτος, ΝΑΙ!