Γράφει ο Νίκος Βούστρος
Η προσφυγή στις εκλογές ήταν για όσους έβλεπαν διεισδυτικά τα πράγματα εντελώς αναπόφευκτη. Από τη μία οι διαλυτικές τάσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη η μνημονιακή μεταμόρφωση, η στροφή 360 μοιρών και η απόλυτη διάσταση μεταξύ προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων, έδειχναν καθαρά ότι δεν υπάρχει πολιτικό μέλλον για τη συγκυβέρνηση αυτή.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι εκλογές όσο καταστροφικές και να είναι για την οικονομία και τις επιχειρήσεις (ειδικά στη δεδομένη χρονική στιγμή, σε μια χώρα με 3 εκλογικές αναμετρήσεις, με capital controls και πολυετή ύφεση), προσφέρουν μια διέξοδο στο ΣΥΡΙΖΑ ή για την ακρίβεια στην ομάδα εξουσίας του μεγάρου Μαξίμου, διότι όπως δείχνουν οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και καιρό δεν είναι ενιαίος…
Μέσα στη δίνη των εξελίξεων, δημιουργούνται καινούρια κόμματα, οι μεταγραφές και τα …παζάρια πάνε και έρχονται, όλοι διαλέγουν πλευρές και προσπαθούν να προετοιμαστούν καλύτερα για την επερχόμενη εκλογική (μεταξύ) τους μάχη.
Όμως, υπάρχει ένα μικρό προβληματάκι: Ουδείς εξ αυτών, παλαιών και νέων κομμάτων αρθρώνει λόγο ο οποίος να απαντά στα πραγματικά προβλήματα του πολίτη, με αποτέλεσμα ο τελευταίος μέσα στην απογοήτευση να φλερτάρει πολιτικά με κάθε είδους ακραίο, γραφικό και …”λεβέντικο” στοιχείο του πολιτικού φάσματος.
Επίσης, όσο και αν θέλουμε να κλείνουμε τα μάτια στη ρητορική της βίας, που εκφράζεται από συγκεκριμένο χώρο, αυτή υπάρχει και γοητεύει τμήμα της κοινωνίας. Και αυτό είναι ακόμα μια απόδειξη της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να δώσει λύσεις στον πολίτη, να υπηρετήσει με άλλα λόγια το σκοπό της ύπαρξης της.
Η απογοήτευση των πολιτών από την απελθούσα κυβέρνηση είναι παραπάνω από διάχυτη. Όσοι υπήρξαν ψηφοφόροι της τον Ιανουάριο, το σκέφτονται διπλά αν θα συνεχίσουν να την υποστηρίζουν.
Πολύ μικρό κομμάτι αυτών έχει επιλέξει ήδη να μετακινηθεί προς το νέο κόμμα Λαφαζάνη, κυρίως με διάθεση τιμωρητική ή λόγω ασυνέπειας προς τις προεκλογικές εξαγγελίες. Σαφώς όμως το τμήμα αυτό δεν έχει αντιληφθεί τι πραγματικά θα σήμαινε υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες μια αλλαγή νομίσματος. Έχω επαρκώς αρθρογραφήσει επ’ αυτού σε προηγούμενα σημειώματα, οπότε θεωρώ πραγματικά αστειότητα το να πιστεύει κανείς και να το ανάγει σε πολιτικό επιχείρημα ότι μια αλλαγή νομίσματος σε μια οικονομικά κατεστραμμένη χώρα θα έλυνε κάποιο πρόβλημα – το αντίθετο, θα δημιουργούσε πολλά περισσότερα, στη δεδομένη χρονική στιγμή, με τους δεδομένους συσχετισμούς δυνάμεων.
Τα κόμματα της λεγόμενης “ευρωπαϊκής” αντιπολίτευσης δεν φαίνεται να συγκινούν πια – παρ’όλες τις αλλαγές αρχηγών – φαίνεται ότι έχουν ολοκληρώσει την ιστορική τους τους πορεία και απλώς βαδίζουν προς μια αργή διάλυση. Ούτε όμως και τα (αυτο)αποκαλούμενα “μεταρρυθμιστικά” κόμματα φαίνεται να συγκινούν την κοινωνία.
Ουσιαστικά λοιπόν, το πρόβλημα από τη μεριά του πολίτη τίθεται ως εξής:
Ποιο είναι αυτό το πολιτικό κόμμα το οποίο θα εγγυηθεί την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, την οικονομική ασφάλεια των πολιτών, και θα δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση στο ζήτημα «ένα καλύτερο αύριο», χωρίς πολλά λόγια και μεγαλοστομίες οι οποίες μένουν γράμμα κενό την επαύριο των εκλογών;
Ποιο θα είναι το πολιτικό κόμμα αυτό που θα ελαφρύνει το βάρος της καθημερινότητας του πολίτη, ο οποίος σε μερικές περιπτώσεις δυσκολεύεται πλέον και για τα στοιχειώδη;
Δυστυχώς κανένα σε αυτές τις εκλογές τουλάχιστον! Γιατί εκτός από την απαξίωση που έχουν υποστεί τα ίδια τα κόμματα ως φορείς πολιτικής, την ίδια και χειρότερη απαξίωση έχουν και οι άνθρωποι που εκλέγονται υπό τη σημαία τους. Και η διενέργεια των εκλογών με λίστα δυστυχώς αυξάνει το πρόβλημα αυτό, διότι ως γνωστόν με αυτό τον τρόπο εκλογής εκλέγονται όσοι αρέσουν στις ηγεσίες των κομμάτων και όχι όσοι έχουν την έγκριση των πολιτών.
Θα συμπέραινε κανείς ότι προτείνω αποχή ή λευκό. Κατηγορηματικά όχι! Συμμετοχή και επιλογή με τον κανόνα του “το μη χείρον βέλτιστον”, σύμφωνα με την προσωπική μας άποψη.
Έτσι και αλλιώς, πάλι συγκυβέρνηση θα υπάρξει και πάλι βραχύβια θα είναι.
Ν.Β.