Γράφει ο Γιάννης Παπαδημητρίου
Εκπροσωπώντας τον Σύλλογο Προστασίας Αράχθου, παρακολούθησα πρόσφατα την παρουσίαση των προμελετών του Πολυτεχνείου για την αναστήλωση της γέφυρας της Πλάκας όσο πιο πιστά στην αυθεντική της μορφή είναι δυνατό. Πρόκειται αναμφίβολα για μια σπουδαία συμβολή, καθώς στην εκπόνηση των μελετών ούτε λίγο ούτε πολύ ενεπλάκησαν, με επικεφαλής τον ακούραστο Μανώλη Κορρέ, 26 καθηγητές του Ιδρύματος και 40 άμεσοι συνεργάτες τους, πράγμα που από μόνο του αποτελεί γεγονός για τα δεδομένα της επιστημονικής συνεργασίας στη χώρα. Όπως ειπώθηκε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης στην αίθουσα της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας, εύστοχα όσο και χαριτωμένα, τόσοι πολλοί πανεπιστημιακοί δεν είχαν εμπλακεί ούτε στην κατασκευή της γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου ! Υπογραμμίζω ακόμη την απόφαση του επιστημονικού προσωπικού του ΕΜΠ να μην εμπλακεί με έμμισθη σχέση στη διαδικασία της αναστήλωσης αλλά να βρίσκεται διαρκώς στη διάθεση αυτών που θα την αναλάβουν.
Είναι νομίζω το ενδεικτικότερο παράδειγμα της φιλοτιμίας και της συγκίνησης, που προκάλεσε η κατάρρευση της γέφυρας. Στην ίδια εκδήλωση παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα πανελλαδικής δημοσκόπησης, σύμφωνα με την οποία ούτε λίγο ούτε πολύ ένας στους πέντε συμπατριώτες μας γνωρίζει αρκετές λεπτομέρειες για τη γέφυρα ενώ το ποσοστό υπέρ της αναστήλωσής της ανέρχεται στο 84 % (το υπόλοιπο 16 % κατανέμεται μεταξύ αυτών, που δεν θεωρούν την αναστήλωση πρώτη προτεραιότητα με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα, και εκείνων, που πιστεύουν ότι το μνημείο πρέπει να παραμείνει καταστραμμένο για να θυμίζει την αδιαφορία του ελληνικού κράτους).
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα είναι λίγα. Και αν για το τεχνικό μέρος η εκδήλωση δημιούργησε βάσιμη αισιοδοξία, οφειλόμενη τόσο στα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής μας και σε αντίστοιχα παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία (με πιο γνωστό ασφαλώς της γέφυρας του Μόσταρ στην Ερζεγοβίνη) όσο κυρίως στο αίσθημα εμπιστοσύνης, που εμπνέει το εύρος και η σοβαρότητα των μελετών, τα ζητήματα της ταχύτητας και της αξιοπιστίας της υλοποίησης εξακολουθούν να παραμένουν ζητούμενα. Η κινητοποίηση διαθέσιμων πόρων, η παράκαμψη γραφειοκρατικών εμποδίων και αδρανειών και η αξιοπιστία της διαχείρισης είναι ζητήματα ζωής και θανάτου για την διαφύλαξη και ενίσχυση αυτής της συγκίνησης, στην οποία προαναφέρθηκα.
Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την συμμετοχή του Συλλόγου Προστασίας Αράχθου, ύστερα από πρόταση και επιμονή του Υπουργού Πολιτισμού και παρά την αρχική αρνητική αντίδραση του Περιφερειάρχη Ηπείρου, στο διαχειριστικό σχήμα της προγραμματικής σύμβασης. Όχι μόνο επειδή εκπροσωπεί ένα ενεργό και μάχιμο κομμάτι της τοπικής κοινωνίας αλλά κυρίως επειδή υπενθυμίζει αξίες όπως η διαφάνεια, ο λαϊκός έλεγχος και η συμμετοχή.
Για μας η γέφυρα της Πλάκας δεν είναι μόνο ο τόπος των παιδικών μας αναμνήσεων ή ένα σπουδαίο μνημείο της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Είναι ταυτόχρονα το σύμβολο ενός σκληρού αλλά τελικά νικηφόρου δεκάχρονου αγώνα, που δώσαμε και για τη σωτηρία και της γέφυρας και του πολιτιστικού τοπίου της Πλάκας αλλά και του ίδιου του Αράχθου από τα καταστροφικό μεγάλο υδροηλεκτρικό φράγμα του Αγίου Νικολάου. Η συμβολική αξία του γεφυριού μας ατσάλωσε σ’ αυτή τη μεγάλη μάχη, εκεί μαζευτήκαμε 1.500 άνθρωποι το καλοκαίρι του 2006 και συνεχίσαμε να μαζευόμαστε τα επόμενα χρόνια τα Φώτα ξορκίζοντας τους καλικάντζαρους των εταιριών.
Γι’ αυτό και όλα τα επόμενα χρόνια δεν σιωπήσαμε μπροστά στην συνειδητή εγκατάλειψη της συντήρησης από τους «αρμόδιους», υπηρεσίες και πολιτικά πρόσωπα, γι’ αυτό και δεν «μασήσαμε τα λόγια μας» στον καταλογισμό των ευθυνών της κατάρρευσης. Για τον ίδιο λόγο όμως είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε το κομμάτι της ευθύνης, που μας αναλογεί, για την υπέρβαση των εμποδίων, τον συντονισμό της προσπάθειας και την κινητοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Η διαδικασία της αναστήλωσης είναι μια μεγάλη πρόκληση, τεχνική, οικονομική, διοικητική αλλά και νοοτροπίας όχι μόνο για το κράτος αλλά και για την περιοχή των Τζουμέρκων, τους κατοίκους, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους επαγγελματίες. Επιβάλλεται να σηματοδοτήσει μια ευρύτερη διαδικασία ανασύνταξης δυνάμεων, συλλογικής συνεργασίας και σοβαρότητας, που μπορεί να αλλάξει ριζικά προς το καλύτερο την εικόνα της ορεινής ιδιαίτερης πατρίδας μας.
Η ορμητική είσοδος της Πλάκας στην επικαιρότητα δημιουργεί κατ’ αρχήν μια μεγάλη τουριστική ευκαιρία. Ας αναλογιστούμε μόνο πόσο από αυτό το 21 % του ελληνικού λαού οφείλει την καλή γνώση της γέφυρας της Πλάκας στην κινητοποίηση ενάντια στο φράγμα του Αγίου Νικολάου, πόσες εκδρομές την συμπεριέλαβαν στο πρόγραμμά τους, πόσα σχολεία την επισκέφθηκαν, πόσοι άνθρωποι ενδιαφέρθηκαν για την ιστορία της.
Η περιπέτεια της αναστήλωσης μπορεί να δημιουργήσει νέες ομάδες ενδιαφερόμενων επισκεπτών, τη φορά αυτή και στο εξωτερικό. Η προσέλκυση των Πολυτεχνείων όλου του κόσμου αλλά και απλών ανθρώπων γίνεται ξαφνικά πιο εύκολη και, συνδυασμένη ασφαλώς με το απαράμιλλο τοπίο της χαράδρας του Αράχθου και των παραποτάμων του, τον μνημειακό πλούτο, την παράδοση και την ιστορική παρακαταθήκη της περιοχής, μπορεί να σηματοδοτήσει τη γέννηση ενός τουριστικού ρεύματος και μάλιστα σε μια εποχή, που και η Ήπειρος και τα Τζουμέρκα δείχνουν να υστερούν σε σχέση με τους πανελλαδικούς δείκτες αύξησης.
Ας μη μας διαφεύγει ακόμη η δειλή προς το παρόν ενεργοποίηση κινήσεων «Τουρισμού Αλληλεγγύης» προς την Ελλάδα με αφορμή την ασφυξία εκ μέρους των διεθνών δανειστών. Ο όρος σημαίνει την ηθική παρότρυνση για ταξίδια με σκοπό την οικονομική ενίσχυση μιας χώρας, ιδιαίτερα των περιοχών εκείνων που δεν περιλαμβάνονται στα πακέτα των μεγάλων τουριστικών γραφείων, αλλά και για την επικοινωνία και γνωριμία των λαών σε θέματα πολιτισμού, περιβάλλοντος ακόμη και εκπαίδευσης.
Τα Τζουμέρκα και οι άνθρωποί τους οφείλουμε να ανταποκριθούμε σε μια πρόκληση, που βρίσκεται μπροστά μας. Όχι για να αναπαράγουμε ανταγωνισμούς και να κυνηγήσουμε «αρπαχτές» αλλά για να πάρουμε πρωτοβουλίες, να δημιουργήσουμε σχήματα συνεννόησης και συνεργασίας, να «αναστηλώσουμε» όχι μόνο τη γέφυρα της Πλάκας αλλά ολόκληρη την περιοχή μας.