Γράφει ο Βαγγέλης Νέσσης
Είναι πολλά τα δευτερεύοντα θέματα που θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει με τα προτεινόμενα από ένα σχέδιο διαπραγμάτευσης που θα υποβάλλει – είναι υποχρεωμένη να υποβάλλει – η μόλις προ ολίγων ημερών εκλεγείσα κυβέρνηση.
Το κυρίαρχο όμως ζητούμενο αυτή την ώρα δεν είναι άλλο παρά η επιβεβαίωση της Εθνικής μας κυριαρχίας ή αλλιώς αν η κυβέρνηση μας, η χώρα μας δηλ. έχει το δικαίωμα κατά πρώτον να διαπραγματεύεται μια συμφωνία και κατά δεύτερον και κυριότερο εφόσον της παρασχεθεί, της αναγνωρισθεί το δικαίωμα αυτό, οι προτάσεις της να μπορούν να διατυπωθούν σε ένα συμβόλαιο που να υπογραφεί και να δεσμεύει και τις δυο πλευρές. Γιατί καθώς αποδεικνύεται μόνο προσχηματικά παρέχεται η δυνατότητα αυτή από τις συμβάσεις, τα μνημόνια που οι προηγούμενοι κυβερνώντες υπέγραψαν κάτω από πιέσεις, εκβιασμούς ή αδυναμία υπεράσπισης του δικαιώματος αυτού…
Αυτό είναι το ζητούμενο, τόσο πρωταρχικό, που κατά την άποψη μου τα μνημόνια που υπεγράφησαν απαγορεύουν, μπλοκάρουν αυτή την προοπτική.
Μόνον αφού λάβει σοβαρά υπόψη του ο καθένας, το κάθε κόμμα, τη σοβαρή αυτή παράμετρο, θα πρέπει να ασκήσει την κριτική του και να προτείνει το σχέδιο του για την επίλυση του όλου προβλήματος που θα κατευθύνεται και στις επιμέρους λεπτομέρειες.
Διότι ωραία και καλά να προταθεί ένα πρόγραμμα από την κυβέρνηση – που πολλοί την κατηγορούν κιόλας πως δεν έχει – πρόγραμμα που να απαντάει στην εξυπηρέτηση των δανείων αλλά και στο τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, που είναι παραπάνω από οφθαλμοφανές ότι έχουμε, ποιός είναι σε θέση όμως να πει με βεβαιότητα, ότι το σχέδιο αυτό δεν θα απορριφθεί από την ΕΕ δηλ από την υπερδύναμη ιδιοκτήτρια – ούτως ή άλλως – της ΕΕ, Γερμανία;
Αυτός είναι ο λόγος που επιμένω στη στήριξη της όποιας προσπάθειας της κυβέρνησης. Στο καθοριστικό δηλ. και πρωταρχικό σημείο της επανάκτησης της Εθνικής μας κυριαρχίας και του αυτονόητου δικαιώματος που πρέπει να έχουν οι δημοκρατίες, να καθορίζουν και να σχεδιάζουν οι ίδιες το πώς θα βγουν από την κρίση. Ένα δικαίωμα όμως που θα εξυπηρετεί με αυστηρά χρονικά περιθώρια, απολύτως δεσμευτικά όλες τις υποχρεώσεις της προς τους εταίρους, αλλά με όρους που δεν θα καταβαραθρώνεται η κοινωνική συνοχή και δεν θα μπαίνουν σε αμφισβήτηση τα συνταγματικά κατοχυρωμένα κυριαρχικά δικαιώματα της.
Όταν με σαφήνεια επιβεβαιωθεί και στην πράξη, πως κάθε χώρα στην ΕΕ έχει το δικαίωμα να αποφασίζει η ίδια για το ποιος είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος για να βγει γρηγορότερα από την κρίση, εξυπηρετώντας πρώτα απ’ όλα όμως και με αυστηρούς όρους όλες τις υποχρεώσεις της, τότε διευρύνεται ο δρόμος της Δημοκρατίας στην ΕΕ.
Τότε μπορεί να συναφθεί ένα συμβόλαιο και να υπάρξει με την ευθύνη των δύο αντισυμβαλλομένων μερών μια διαρκής συμφωνία. Κάθε συμβόλαιο που τους όρους του τους αποφασίζει, τους καθορίζει μόνο η μια πλευρά και επιβάλλεται στην αδύναμη άλλη πλευρά ως τιμωρία, δεν πρέπει και δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτό από χώρες που ενώθηκαν σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση, που ευαγγελίζεται και πρέπει να εγγυάται πρώτα απ’ όλα τη Δημοκρατία.
Χρειαζόμαστε ένα νέο συμβόλαιο με την Ευρώπη το οποίο όμως να συντάξουμε εμείς, λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω αυστηρές προϋποθέσεις. Δεν μπορεί, να νομιμοποιείται η μονομερής στην ουσία επιβολή μνημονίων, με τη δικαιολογία ότι η άλλη πλευρά βρίσκεται σε βαθιά κρίση και άρα εκ προοιμίου δεν πρέπει να μετράει η γνώμη της και το προτεινόμενο σχέδιο της, αλλά να χρειάζεται υποχρεωτική εποπτεία έξωθεν.
Το αναφαίρετο δικαίωμα που θα πρέπει να έχει η ΕΕ είναι το δικαίωμα να αποβάλλει με ομοφωνία από την οικογένεια της τη χώρα εκείνη που δεν εκπληρεί τους όρους του συμβολαίου, που η ίδια υπέβαλλε και που υποσχέθηκε ότι απαρέγκλιτα θα τηρήσει.
Μόνο σε πολέμους και όχι σε δημοκρατικές συνθήκες υπερισχύει χωρίς συζήτηση και διαπραγμάτευση το δίκιο του νικητή έναντι του ηττημένου. Εκτός αν πράγματι ήδη έχουμε χάσει, χωρίς να το έχουμε καταλάβει, ένα (ακήρυχτο) πόλεμο!
Σύμφωνα με τα πιο πάνω έχουμε το χρόνο να διαφωνήσουμε (είμαστε καλοί σ’ αυτά) αλλά αυτή τη στιγμή θα πρέπει να συμφωνήσουμε στο βασικό, που δεν είναι άλλο από την επανάκτηση της Εθνικής μας κυριαρχίας και περηφάνιας, του δικαιώματος μας δηλ να αποφασίζουμε για τα του οίκου μας, που με τις υπογραφείσες συμβάσεις (μνημόνια) κινδυνεύουμε να χάσουμε – αν δεν χάσαμε ήδη – οριστικά.