Αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Ιωαννίνων με το βουλευτή Χρήστο Μαντά επισκέφθηκε τη Δευτέρα 27 Μαΐου το κεντρικό κατάστημα της ΔΕΗ, όπου είχε συνάντηση με το Διευθυντή του εμπορικού τμήματος κ. Βενέτη. Κατά την προσέλευσή τους διαπιστώθηκαν οι «ουρές» των συναλλασσόμενων συμπολιτών μας στο τμήμα διακανονισμών για ληξιπρόθεσμες οφειλές και διακανονισμών δόσεων.
Έκδηλη ήταν η ανησυχία για το μέλλον της εταιρίας, μιας και η τρικομματική κυβέρνηση από το 51% που κατέχει το δημόσιο έχει ήδη εκχωρήσει στο ΤΑΙΠΕΔ το 17%, αν και με το εναπομείναν ποσοστό του 34% παραμένει ακόμη ο μεγαλύτερος μέτοχος κατέχοντας το δικαίωμα του management. Παρ όλα αυτά έχει συγκροτηθεί ένα πολύπλοκο σύστημα «απορύθμισης» της ηλεκτροπαραγωγής, της διανομής και της εμπορίας της με στόχο την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με δραστικό «άνοιγμα» του φυσικού κρατικού μονοπωλίου σε μεγάλα ιδιωτικά μονοπώλια.
Σήμερα η ΔΕΗ παράγει το 75% και μετά την χρεωκοπία των δύο ιδιωτικών εταιριών προμηθεύει το 99% του ηλεκτρικού ρεύματος. Η Διεύθυνση Πωλήσεων της ΔΕΗ ενημέρωσε την αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ ότι εξυπηρετεί 350.000 συναλλασσόμενους και ότι προβαίνει σε 25-30 διακοπές την ημέρα, χωρίς ωστόσο να δοθούν στοιχεία για τον αριθμό των κατοίκων Ηπείρου-Κέρκυρας-Λευκάδας στους οποίους έχει διακοπεί η ηλεκτροδότηση.
Τονίστηκε ότι το χρέος της ΔΕΗ ανέρχεται σε 1.2 δις ευρώ , που αυξάνει καθώς μετά την ενσωμάτωση του «χαρατσιού» στους λογαριασμούς όλο και μεγαλύτερος αριθμός καταναλωτών αδυνατεί να εξοφλήσει τους υπέρογκους λογαριασμούς.
Από την πλευρά του ο βουλευτής Χρήστος Μαντάς δήλωσε ότι «με την πλήρη απελευθέρωση και των τιμολογίων Χαμηλής Τάσης από 1.7.2013 «αποσύρεται» πλήρως η Κυβέρνηση από την διαμόρφωση της τιμής του ρεύματος, ενώ ταυτόχρονα εκχωρεί σε μεγάλα «φιλικά» συμφέροντα όλα τα «φιλέτα» της ΔΕΗ από την παραγωγή έως την κατανάλωση. Όταν το ακολουθούμενο « μοντέλο» είναι της Βουλγαρίας, όπου οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού έχουν φτάσει στο ύψος ενός μέσου μισθού, εμείς λέμε ότι το προτιμότερο « μοντέλο» είναι αυτό της ανατροπής, παρά η αναστροφή αυτής της πολιτικής».