Καθαρά όρια στο φορολογικό για να μην ποινικοποιηθεί η εμπορική αποτυχία:
Να μην ποινικοποιηθεί η εμπορική αποτυχία και να υπάρξουν ξεκάθαρα όρια και στόχοι στο νέο φορολογικό, ζήτησε ο Θανάσης Οικονόμου με παρέμβαση του στον υφυπουργό Οικονομικών, Δ. Κουσελά, κατά τη συζήτηση του φορολογικού νομοσχεδίου στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων. Όπως τόνισε, παρά τη γενικότερη ορθή κατεύθυνση του νέου φορολογικού για την πάταξη της φοροδιαφυγής «που αποτελεί εθνικό στόχο» δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε δεδομένα που αφορούν την πραγματική λειτουργία της αγοράς. Πιο συγκεκριμένα, ο Θανάσης Οικονόμου ζήτησε να υπάρξει σαφής διαχωρισμός μεταξύ εκείνου που πλουτίζει από τη διαφυγή κατ’ έξιν και εκείνου που λόγω ανάγκης ή αποτυχίας αδυνατεί περιστασιακά να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
«Δεν μπορεί να έχουμε ένα κράτος που οδηγεί στην φυλακή την εμπορική αποτυχία. Γι’ αυτό σας ζητώ κ. υφυπουργέ να καταθέσετε ξεκάθαρο κατάλογο με υποδείγματα για το πώς εννοείτε την αυστηροποίηση των ποινών και πως ενεργοποιείται το αυτόφωρο», ανέφερε, επισημαίνοντας ότι ένας από τους βασικότερους λόγους που περιορίζεται η επιχειρηματικότητα στη χώρα μας είναι και ο στιγματισμός της εμπορικής αποτυχίας. Σημείωσε, δε, ότι είναι υπερβολική η καταβολή 50% του προστίμου για να οδηγείται κάποιος στο διοικητικό δικαστήριο. Εντέλει αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει δεν είναι μόνο η αύξηση της φορολογικής βάσης αλλά και η αύξηση της παραγωγικής βάσης.
Παράλληλα, ζήτησε να εξετάσει το υπουργείο Οικονομικών τη διοικητική αναδιάρθρωση των φορολογικών μηχανισμών, λέγοντας ότι όλοι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε κάποια στιγμή «ότι χρειάζονται έλεγχο και οι ελεγκτές».
Σε ό,τι αφορά δύο ειδικότερα θέματα, τους πράκτορες του ΟΠΑΠ και την φορολόγηση των τσιγάρων, τοποθετήθηκε αναφέροντας ότι για τους πράκτορες δεν συντρέχει λόγος να κρατούν βιβλία, καθώς δεν λειτουργούν αυτόνομα και «έχουν όλο τους το εισόδημα προσδιορισμένο και βεβαιωμένο από τον ΟΠΑΠ».
Για τη δε φορολόγηση των τσιγάρων, είπε ότι τα κατώτατα ποσοστά κέρδους δεν επιλύουν οριστικά το πρόβλημα και χρειάζεται αναδόμηση των φόρων, ώστε η λύση να προκύπτει μέσα από ρύθμιση της αγοράς.