Το πολυσύνθετο και διαχρονικό πρόβλημα της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας απαιτεί σταθερό θεσμικό υπόβαθρο και συγκεκριμένο νομοθετικό περιβάλλον, στο πλαίσιο των επιταγών του Συντάγματος και μόνο. Με αυτή την προϋπόθεση μία τέτοια σοβαρή και χωρίς ιδεοληψίες αντιμετώπιση, μπορεί να οδηγήσει σε αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας που θα απαντά όχι μόνο στην τρέχουσα συγκυρία αλλά κυρίως στην ανάγκη για δημιουργία όρων μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι μόνο η ΚΕΔ διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο άνω των 30.000 ακινήτων από τα οποία μισθώνονται μόνο τα 720. Οι καταπατήσεις αφορούν σχεδόν το μισό των ακινήτων συμπεριλαμβανομένου μεγάλου μέρους του Αιγιαλού. Για πρώτη φορά σήμερα το ελληνικό κράτος κάνει μία συστηματική απογραφή αυτής της περιουσίας και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν υπάρχει γνώση για το νομικό καθεστώς που τα διέπει.
Η τοποθέτηση του ίδιου του Αντώνη Σαμαρά τον περασμένο Ιούλιο δεν αφήνει κανένα περιθώριο για παρερμηνείες, καθώς έκανε ξεκάθαρα λόγο για πρόγραμμα άντλησης 50 δις από την αξιοποίηση της περιουσίας τους Δημοσίου. Χωρίς να αναφέρει καμία περεταίρω προϋπόθεση και μάλιστα με ορίζοντα 2 μόλις χρόνων.
Είναι προφανές, ότι καμία συζήτηση δεν μπορεί να γίνει αν δεν έχει προηγηθεί καταγραφή των πραγματικών δεδομένων, των αναγκών και των προσδοκιών που υπάρχουν. Όχι με βάση τις τρέχουσες χρηματιστηριακές αξίες αλλά στη βάση του εύρους των δυνατοτήτων που μπορούν να παρέχουν στην οικονομία και την κοινωνία. Με μόνο γνώμονα τον απόλυτο σεβασμό στην περιουσία και τα δικαιώματα του ελληνικού λαού.