Του Καθηγητή ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Το σημερινό μου θέμα γίνεται ιδιαίτερα επίκαιρο καθώς μαζί με την πρωτοχρονιά έρχονται τα «ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ» σε κάθε γειτονιά της Ελλάδας (ένα ακόμη «αναπτυξιακό» μέτρο της Κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής!)
Παραμονή πρωτοχρονιάς πολλοί θα καθίσουν έτσι για «το καλό του χρόνου» σε κάποιο τραπέζι για να δοκιμάσουνε την… Τύχη τους. Υπάρχουν και κάποιοι συνάνθρωποι μας που επιδίδονται ένα εξάμηνο πριν την Πρωτοχρονιά, και συνεχίζουν το επόμενο εξάμηνο, με μανία στο κυνηγητό της Τύχης το οποίο σε παγκόσμια κλίμακα έχει καθιερωθεί, επίσημα και ανεπίσημα, σε ιεροτελεστία, σε φοβερά επικερδή απασχόληση για Κράτη, ιδιώτες και οργανωμένα συμφέροντα που σε καθημερινή βάση διακινούν μυθώδη ποσά που ρέουν από το περίσσευμα των ευπόρων αλλά και από το υστέρημα των απόρων.
Μία από τις ιδιομορφίες του τζόγου είναι ότι καθώς βουλιάζουμε στην ανέχεια και την οικονομική ανασφάλεια σε αντίστροφη φορά αυξάνει περισσότερο και η τάση μας να… τζογάρουμε.
Στη Μέκκα του τζόγου, στο Λας Βέγκας της Νεβάδα (την πόλη των τυχερών παιχνιδιών και της πορνείας που όπως λέγεται ποτέ δεν… κοιμάται) οι εισπράξεις μιας βραδιάς ξεπερνούν κατά πολύ τον ετήσιο προϋπολογισμό γιγάντιων ελληνικών ΔΕΚΟ όπως η ΔΕΗ ή ο ΟΤΕ!!! Το περιοδικό “International Gambling and Wagering Business” κάνει λόγο για αστρονομικά επίπεδα δισεκατομμυρίων δολαρίων. Από τα ποσά αυτά τα Καζίνο εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος ενώ επίσης μεγάλα ποσά εισπράττουν Κυβερνήσεις, Εκκλησιαστικές και άλλες κοινωνικές οργανώσεις με παιχνίδια όπως το Bingo και λαχειοφόρες αγορές που γίνονται για φιλανθρωπικούς σκοπούς!
Στην Ελλάδα το κυνηγητό της Τύχης γίνεται τόσο από ιδιώτες όσο και από το επίσημο Κράτος και από κοινωφελή ιδρύματα με τις κάθε λογής λαχειοφόρες αγορές. Θα μπορούσε, μάλιστα, να ισχυρισθεί κανείς ότι τα τυχερά παιχνίδια βρίσκονται σε εποχή απίστευτης ανθοφορίας στον ελλαδικό χώρο καθώς ενώ το 1997 οι Έλληνες ξοδέψαμε συνολικά 836,2 δισεκατομμύρια δραχμές (δηλαδή περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ) για ΟΛΑ τα είδη τζόγου αυτό το ποσό ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΘΗΚΕ μόλις πέντε χρόνια αργότερα, δηλ. το 2002 (όταν ξεπέρασε τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ), και πέρυσι ξοδέψαμε συνολικά πάνω από 16 δισεκατομμύρια ευρώ (περίπου 6 δισεκατομμύρια για τον ΟΠΑΠ και τον Ιππόδρομο, άλλα 6 δισεκατομμύρια στα παράνομα στοιχήματα και περίπου 3 δισεκατομμύρια στα 9 καζίνο της Ελλάδας!!!)
Τα ποσά που ξοδέψαμε σε νόμιμο και παράνομο τζόγο το 2010 ΔΕΝ τολμώ να τα σκεφτώ αλλά φοβάμαι ότι ίσως αποδειχθεί ότι ήταν στο ύψος όσων δισεκατομμυρίων μας δάνεισε η τρόικα… τρομάρα μας!!!
Καθότι είναι ΚΑΝΟΝΑΣ, όπως προανέφερα, ότι όσο περισσότερο «φτωχαίνει» ένα άτομο, μια οικογένεια ένας Λαός (και οι Έλληνες φτωχύναμε πολύ φέτος) τόσο ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ λεφτά που… ΔΕΝ… έχει, ΤΖΟΓΑΡΕΙ…
Προσωπική παθολογία:
Το θεμελιακό στοιχείο του τζόγου μπορεί να ταυτισθεί με την πιθανότητα που μας συναρπάζει, με το κρεσέντο των εξωτικών συναισθημάτων που δημιουργεί το ρίσκο. Μαθαίνουμε το τζόγο από μικρή ηλικία. Πολλά από τα παιχνίδια που προσφέρουμε ως δώρα στα παιδιά μας έχουν ως καθοριστικό τους στοιχείο το… ρίσκο, είναι παιχνίδια τύχης, καθώς περιέχουν τη διαδικασία της ρίψης του ζαριού, το τράβηγμα χαρτιών, το στοιχείο πιθανότητας. Επιπρόσθετα στις περισσότερες οικογένειες τα παιδιά όχι μόνο βλέπουν γονείς και φίλους να παίζουν, αλλά συχνά υποκύπτουν στην πρόκληση του κυνηγητού της τύχης καθώς παίζουν τυχερά παιχνίδια μεταξύ τους ή με τους γονείς τους. Με δεδομένες τις διαδικασίες εξοικείωσης όλων μας εξ’ απαλών ονύχων με τα παιχνίδια της τύχης παραμένει επίμονα δύσκολη η απάντηση στο θεμελιακό ερώτημα: “γιατί ένα συγκεκριμένο άτομο γίνεται μανιώδης παίκτης;”
Ψυχαναλύοντας το πάθος:
Σε μια επιφανειακή ψυχοδυναμική προσέγγιση, σε μια πρώτη επιπόλαια θεώρηση, ο μανιώδης κυνηγός της τύχης προβάλλει ως άτομο με έντονα στοιχεία κοινωνικότητας, πρόσχαρο στη συμπεριφορά του με τους άλλους, ένας κλασικά ευχάριστος τύπος άνδρα ή γυναίκας.
Διεισδύοντας, όμως βαθύτερα στην αυθεντικότητα της συμπεριφοράς του, ανακαλύπτουμε κάτω από την ευχάριστη επιφάνεια ένα άτομο ψυχοσυναισθηματικά ανώριμο, με έντονα χαρακτηριστικά επιθετικότητας και σαφείς τάσεις μαζοχισμού που συνοδεύονται από στοιχεία άρνησης και αντικοινωνικότητας καθώς και από μια χαρακτηριστική ροπή προς τη μαγεία, την παραψυχολογία και τις μεταφυσικές ανησυχίες.
Οι καταναγκαστικοί κυνηγοί της τύχης είναι άτομα με παθητική εξαρτημένη προσωπικότητα, τους λείπει η ικανότητα για σύναψη, εδραίωση και συνέχιση αυθεντικών στενών διαπροσωπικών σχέσεων, είναι άτομα με έντονη τάση για εκμετάλλευση του άλλου που δεν διστάζουν να διαλύσουν – θυσιάζοντας στο βωμό του προσωπικού τους πάθους – και αυτήν ακόμη την κοινωνική υπόληψη ή την οικονομική ασφάλεια της οικογένειας τους.
Η ψυχοσύνθεση του καταναγκαστικού κυνηγού της τύχης, του παθιασμένου τζογαδόρου, φαίνεται να είναι ταυτόσημη με την αναζήτηση της δράσης και της περιπέτειας και όπως εξομολογούνται οι ίδιοι είναι άτομα που εάν δεν ρισκάρουν αδυνατούν να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους, αδυνατούν να αισθανθούν ότι πραγματικά ζούνε!
Συχνά, πολύ συχνότερα από το μέσο άνθρωπο, ο κυνηγός της τύχης ζει στο μεταίχμιο με πολύπλοκα συστήματα υποκειμενικής αιτιολόγησης της συμπεριφοράς του που ξεκινούν από το γνωστό – σύνδρομο του Μόντε Κάρλο – (… μετά από μια σειρά αποτυχιών έρχεται αναμφισβήτητα η επιτυχία, ή αφού χάσεις σε ένα αριθμό Χ προσπαθειών την επόμενη φορά θα κερδίσεις… οπωσδήποτε) και φυσικά κανείς δεν γνωρίζει πόσες ακριβώς πρέπει να είναι οι Χ φορές.
Υπάρχει, επίσης, και ο «νοητικός φαύλος κύκλος» η φαντασίωση που για τον τζογαδόρο παίρνει την ακόλουθη μορφή: «Όταν κερδίζω παίζω με τα χρήματα των άλλων και όταν χάνω προσπαθώ απλά και μόνο να… ισοφαρίσω. Όταν το επιτύχω αυτό το κέρδος ταυτίζεται με την απόλαυση, τη γοητεία που μου χαρίζει το παιχνίδι καθώς με συνεπαίρνει χωρίς να μου κοστίζει… πολλά!»
Έτσι μολονότι η καθημερινή αδυσώπητη επαναλαμβανόμενη και δυσάρεστη πραγματικότητα των απωλειών χρημάτων θα έπρεπε να το συνετίσει, το ψυχαναγκαστικό άτομο απορροφάται με ολόκληρο το είναι του στο απύθμενο ψυχό – κοινωνικό – οκονομικό κατρακύλισμα, εξανεμίζοντας περιουσίες, χρεωμένο σε φίλους και τοκογλύφους, αλλά με σταθερή πάντα τη διαίσθηση ότι στην επόμενη στροφή θα ανοίξει και πάλι η τύχη του.
Ο παθολογικός παίκτης, ο τζογαδόρος χώρια από τις ώρες που αναλώνει στο συγκεκριμένο παιχνίδι (χαρτιά, καζίνο, ιππόδρομος κλπ) ξοδεύει και τις υπόλοιπες ώρες του προσδιορίζοντας την κακοτυχία της περασμένης νύχτας ή μέρας και πλάθοντας όνειρα για το επόμενο παιχνίδι. Ο καταναγκασμός και η ταυτόχρονη γοητεία του κυνηγητού της Τύχης που το συνεπαίρνουν οδηγούν το άτομο αυτό σε πλήρη αδιαφορία και αμέλεια της προσωπικής και οικογενειακής ζωής και των επαγγελματικών του υποχρεώσεων.
Η Ψυχοθεραπευτική αγωγή:
Και στις περιπτώσεις του πάθους του τζόγου, όπως συμβαίνει με κάθε άλλη εξάρτηση, μια ουγγιά πρόληψης αξίζει όσο ένα λίτρο θεραπείας. Στη διεθνή βιβλιογραφία δεν έχει προσδιορισθεί ένας απόλυτα σαφής ορισμός των γενεσιουργών αιτίων δημιουργίας ενός παθιασμένου παίκτη, ενός τζογαδόρου. Ερευνητικές προσπάθειες κοινωνιολόγων και ψυχολόγων αναδεικνύουν και το γεγονός ότι ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των ατόμων επιδείχνει ψυχοσύνθεση (δομές προσωπικότητας και χαρακτήρα) που προσιδιάζει στις προσωπικότητες ατόμων εξαρτημένων από αλκοόλ και ναρκωτικές ουσίες. Η διαδικασία της ανέλιξης τους σε παθολογικούς τζογαδόρους ακολουθεί τον κύκλο του κέρδους και της επιτυχίας που γίνεται αυτό – σκοπός, τα ποσά έχουν σταθερά αυξητική τάση και η συμπεριφορά τους, η προσμονή και η συναισθηματική εστίαση επικεντρώνονται αποκλειστικά στο… επόμενο παιχνίδι.
Υπάρχει, βέβαια, και η ενδιαφέρουσα ερμηνευτική άποψη ότι ένας σημαντικός αριθμός παικτών είναι νευρωτικά άτομα με την υποσυνείδητη «ανάγκη να χάσουν» που συγκαλύπτεται από τη συνειδητή τους εμμονή στην επιδίωξη της επιτυχίας. Η υποσυνείδητη ανάγκη για «αποτυχία» ξεκινά από την ανάγκη του ατόμου να επαναστατήσει απέναντι στη γονική εξουσία και κυριαρχία γεγονός που δημιουργεί ενοχές και ανάγκη τιμωρίας και γενικεύεται σε μια επαναστατικότητα στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Ο τζογαδόρος είναι άτομο με έντονο υπαρξιακό άγχος, με βαθειά συναισθήματα ανασφάλειας και έλλειψη ικανότητας χειρισμού των απογοητεύσεων και ματαιώσεων που μας επιφυλάσσει η καθημερινότητα. Το άτομο αυτό εστιάζει την υπέρμετρη ανάγκη του για φυγή στο κυνηγητό της τύχης.
Η ατομική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση συνήθως έχει αρνητικά προγνωστικά ενώ παραγωγική είναι η ψυχοθεραπεία σε επίπεδο ομάδας.
Το 1957 δύο γνωστοί Αμερικανοί τζογαδόροι στην προσπάθεια τους να θεραπευθούν από την «αρρώστια» τους δανείσθηκαν την ιδέα του παγκόσμια γνωστού Συνδέσμου Αλληλοβοηθείας Αλκοολικών (Ανώνυμοι Αλκοολικοί) και δημιούργησαν την πρώτη ομάδα αλληλοβοηθείας τζογαδόρων “Gamblers Anonymous” (Ανώνυμοι παίκτες) στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Ο Σύνδεσμος αυτός αριθμεί σήμερα εκατοντάδες παραρτήματα σε πολλές χώρες του πλανήτης μας.
Προφανώς, καθώς λείπουν άλλες αποτελεσματικοί μέθοδοι θεραπείας πρέπει να προχωρήσουμε και στην Ελλάδα στη δημιουργία τέτοιων βοηθητικών ομάδων στήριξης των καταναγκαστικών παικτών σε κάθε πόλη και περιφέρεια όπου υπάρχουν και λειτουργούν Καζίνο με την ΚΡΑΤΙΚΗ «ευλογία» (οι άδειες… «ευλογούνται» με αντάλλαγμα είσπραξης ποσοστού των κερδών τους…)