Κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού 2011 στην Ολομέλεια της Βουλής ο Θ. Οικονόμου, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ιωαννίνων, τοποθετήθηκε επισημαίνοντας:
«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που έχουμε αυτή τη στιγμή δεν απορρέει μόνο από το δημόσιο χρέος. Απορρέει και από το φόβο να αναγνωρίσουμε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι μόνο δημοσιονομικό. Είναι και διαρθρωτικό και θεσμικό. Αφορά την αξιοπιστία των πυλώνων της Δημοκρατίας. Την απόφαση μας να προχωρήσουμε σε θεσμική και λειτουργική ανασυγκρότηση, μέσα από την διαδικασία της εξυγίανσης αλλά και της κάθαρσης. Και αυτό αφορά πρώτιστα εμάς τους ίδιους μέσα σε αυτή την αίθουσα. Οφείλουμε, λοιπόν, να “διαβάσουμε” τον φετινό προϋπολογισμό ως αυτό που είναι και όχι στη βάση κριτηρίων μιας άλλης εποχής. Για να διαμορφώσουμε μία συλλογική συνείδηση που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές μας ανάγκες και όχι στο εφήμερο. Με σοβαρό παραγωγικό μοντέλο στην οικονομία και την οργάνωση της κοινωνίας, με απονομή ευθυνών, με δράσεις που οδηγούν σε μία Ελλάδα που ξέρει ότι μπορεί “και αλλιώς”. Γιατί οι Έλληνες θέλουμε να προχωρήσουμε “αλλιώς”. Αυτό ήταν, άλλωστε, με τον έναν ή άλλο τρόπο εδώ και μια δεκαετία η ύψιστη κοινωνική απαίτηση».
Με αυτές τις επισημάνσεις, τοποθετήθηκε ο Θανάσης Οικονόμου επί του κρίσιμου Προϋπολογισμού του 2011 στην ολομέλεια της Βουλής, δηλώνοντας εξαρχής ότι ο φετινός προϋπολογισμός «δεν είναι κοινωνικός με τον ιδιότυπο τρόπο που το λέγαμε μέχρι τώρα. Δεν δίνει παροχές ή έστω υποσχέσεις παροχών. Ούτε είναι αναπτυξιακός με τον τρόπο που μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαμε τον όρο. Δεν διαβάζεται με όρους πολιτικής ορθότητας. Αλλά με όρους κοινωνικής υπευθυνότητας. Περιγράφει μία νέα κοινωνική ισορροπία. Περιγράφει όσα επιτέλους πρέπει να κάνουμε, όσα έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, για να μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη, για προσδοκίες, για κοινωνική συνοχή. Και ως εξ’ αυτού, είναι η μόνη σοβαρή στρατηγική πρόταση που μπορούμε να έχουμε».
«Η Ελλάδα που στους καλούς καιρούς ήταν νούμερο επιθεωρήσεων, αλλά σήμερα είναι αριθμοί ανεργίας και δείκτες χαμηλής ποιότητας Δημοκρατίας, πρέπει να τελειώσει οριστικά», επεσήμανε ξεκαθαρίζοντας ότι τα μέτρα που προβλέπονται για την στήριξη της πραγματικής οικονομίας, «προφανώς δεν λύνουν όλα τα προβλήματα. Όμως δείχνουν σαφώς ότι αυτό που υπάρχει περιθώριο κάθε φορά να δοθεί, δίνεται. Και πως έχουμε βαθιά επίγνωση της βίαιης οικονομικής και κοινωνικής αναπροσαρμογής που επιχειρείται, που εμπεριέχει μαζί με τον απαραίτητο εξορθολογισμό πιθανές αστοχίες ή αδικίες για πλατιά τμήματα της κοινωνίας. Αυτά θα είναι τα πρώτα που θα ωφεληθούν, όταν ξεπεράσουμε τους κραδασμούς της κρίσης», κατέληξε.