Γράφει ο Χρήστος Κατσούρας,
Ιατρός Καρδιολόγος – Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Πρώην βουλευτής ΠΑΣΟΚ
Η προεκλογική περίοδος των πρόσφατων εκλογών είχε ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Το δάκτυλο των περισσότερων πολιτών έδειχνε προς το ΠΑΣΟΚ ως απάντηση σε κάθε επώδυνη ερώτηση και σε κάθε αναζήτηση υπαιτίου.
Όμως όλοι γνωρίζουμε ότι χρειάστηκε πλημμελής διακυβέρνηση πολλών ετών για να σωρευτούν προβλήματα αυτού του μεγέθους στην χώρα. Βοήθησε τα μέγιστα η στρεβλή λειτουργία του ιδιωτικού τομέα που στην χώρα μας έφτασε να είναι στο μεγαλύτερο τμήμα του κρατικοδίαιτος. Ενισχύθηκε πολύ από την παγιωμένη άποψη μεταξύ των περισσοτέρων ότι το δημόσιο είναι ο τομέας που απορροφά κάθε πτυχιούχο ή μη, και δυνητικά τον μετατρέπει σε υποαπασχολούμενο με σίγουρο μισθό και ελάχιστη συνεισφορά στην λειτουργία του.
Γιγαντώθηκε σιγά – σιγά αλλά σταθερά από την γραφειοκρατική δομή που άρχισε να αναπτύσσεται, με προφανείς ιδιοτελείς στόχους, οδηγώντας σε υπηρεσίες χωρίς ποιότητα, χωρίς ευθύνη, αλλά με αμέτρητους μικρούς δικτατορίσκους που εκμεταλλεύονταν την «εξουσία» τους, πνίγοντας τις φιλότιμες προσπάθειες των ευσυνείδητων λειτουργών.
Και τελικά έφτασε στην πλήρη του ανάπτυξη από την μετριότητα στην καλύτερη περίπτωση πολλών διοικούντων που είχαν δεθεί σφιχτά στα γρανάζια των κάθε λογής συμφερόντων και αλληλοπροωθούνταν στους κυβερνητικούς θώκους. Η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα δεν δημιουργήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια όπως είναι προφανές για κάθε νοήμονα πολίτη. Δεν είναι προφανές βέβαια αλλά θεωρήθηκε ένα πολιτικό κόμμα ως η μόνη γενεσιουργός αιτία όλων των λαθών και των λάθος επιλογών αντιμετώπισής τους.
Η άποψη αυτή οδήγησε στην καθολική άρνηση σε οτιδήποτε έκαναν οι κυβερνήσεις των δύο τελευταίων ετών. Ακολούθησε η άρνηση σε οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγών που επιβάλλονταν κύρια από τον ευρωπαϊκό και διεθνή παράγοντα.
Τον παράγοντα που μέχρι εκείνη την ώρα είχαμε υποτιμήσει για κάποιους ή υπερεκμεταλευτεί κατά άλλους (και στις δύο περιπτώσεις ίσως λόγω ενός ιδιότυπου περιφερειακού εθνικισμού που ενδημεί στη Χώρα μας), που με την βοήθεια των δυσμενών παγκόσμιων οικονομικών εξελίξεων «αυτοορίσθηκε» ως ο μόνος πάροχος βοήθειας, δανειστής με απαιτήσεις.
Και τότε μπήκε στο στόχαστρο. Όχι όταν αποφασίστηκε η βοήθεια που ήταν ευπρόσδεκτη, αλλά όταν άρχισε να παίρνει την μορφή του γνωστού ενιαίου πακέτου «δάνεια με σκληρά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας» όπως το έβλεπε η Ευρώπη αλλά όχι εμείς για προφανείς και όχι αναίτιους όπως αποδείχθηκε από πολλούς χειρισμούς, λόγους.
Δεν θα υπερασπιστώ ούτε την μία άποψη του «πατριώτη – τζαμπαζή» που οι άλλοι έχουν μόνον υποχρεώσεις απέναντί του ούτε την άλλη βέβαια του «συστήματος – μεγαλοτραπεζίτη» που αγνοεί τις κοινωνικές συνέπειες σκληρών προγραμμάτων λιτότητας.
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί κανείς να σου ορίζει τα του οίκου σου με την έπαρση του γνωρίζοντος τα πάντα. Από την άλλη εμείς οι ίδιοι το επιτρέψαμε. Ήταν θέμα χρόνου να καταρρεύσει το οικοδόμημα που εμείς είχαμε φτιάξει σταδιακά. Εύκολα ξεγυμνώθηκε το κτίσμα και φάνηκαν τα σαθρά του θεμέλια. Και βέβαια «στο σάπιο έδαφος καλό δεν φυτρώνει». Ακόμα και σήμερα που η χώρα ασφυκτιά από τις επιπτώσεις των μέτρων, αυτές οι ίδιες οι δομές που προκάλεσαν την δημοσιονομική παρέκκλιση είναι που αντιστέκονται.
Οι δομές των δικτυωμένων που αυτοεξαιρούνται σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού του κράτους και θεσμικών αλλαγών.Όχι, δεν φταίει μόνον ένα κόμμα. Φταίει η δομή του πολιτικού συστήματος με τις πελατειακές αρχές που παλεύουν και επικρατούν ακόμη. Κυρίως βέβαια τα δύο κόμματα που μοιράστηκαν διαδοχικά την εξουσία για τέσσερις δεκαετίες. Αλλά και η αντιπολίτευση που δεν στάθηκε στο ύψος που της αναλογεί.
Με μικρότερες βέβαια αλλά με υπαρκτές και σημαντικές τις δικές της ευθύνες. Αν το αρνείται, είναι γιατί έχει και αυτή σχεδόν σύσσωμη προσχωρήσει στην πολιτική αίρεση του κυβερνητισμού, σύμφωνα με την οποία μόνον με την κυβέρνηση μπορείς να κάνεις πολιτική και να επηρεάσεις την κοινωνία και τις εξελίξεις στη Χώρα και μόνον με την κυβέρνηση έχεις ευθύνη.
Οι περισσότεροι βέβαια δεν ξέρουν αν θέλουν να συμμετέχουν σε κυβερνητικά σχήματα. Έχουμε όμως μπροστά μας μια ακόμα εκλογική αναμέτρηση. Το αποτέλεσμα όπως λένε οι δημοσκοπήσεις θα απαιτεί και πάλι συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων. Αν το δεχθούμε, και αν δεχθούμε ότι τα επιτελεία των κομμάτων των μεγάλων ή πρώην μεγάλων, αλλά και των μικρών ή πρώην μικρών, το ξέρουν, δεν είναι εγκληματικά αδιάφορη προς τον πολίτη η πρόσφατη συμπεριφορά της απαξίωσης κάθε προσπάθειας εξεύρεσης λύσης διακυβέρνησης της χώρας;
Αν οι κάθε είδους δυσκολίες, διεθνείς και εγχώριες, επιτρέψουν να φτάσουμε ομαλά στις εκλογές του Ιουνίου, τότε η όποια κυβέρνηση προκύψει θα έρθει αντιμέτωπη όχι μόνον με «βολικούς εχθρούς», όχι μόνον με τις συντηρητικές ευρωπαϊκές δυνάμεις και την πολιτική τους, αλλά και με τα δικά μας σοβαρά και υπαρκτά προβλήματα που συνηθίσαμε να τα βάζουμε κάτω από το τραπέζι του διαλόγου. Και τότε, εκπαιδευμένοι όλοι μας για χρόνια διαφορετικά, θα δείχνουμε με το δάκτυλο προς πολλές κατευθύνσεις.