Στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ε.Κ.) για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο και το Συντονισμό της Οικονομικής Πολιτικής, που πραγματοποιήθηκαν στις Βρυξέλλες το διάστημα 28 έως 30 Ιανουαρίου, συμμετείχε ο Βουλευτής Θεσπρωτίας κ. Αντώνης Μπέζας με την ιδιότητά του ως Προέδρος της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο διοργανώνεται για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ Εθνικών Κοινοβουλίων και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και έχει σαν στόχο τον καλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών των κρατών-μελών της Ε.Ε. Οι πολιτικές αυτές σχετίζονται με την παρακολούθηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας με βάση το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τον έλεγχο της προόδου κάθε κράτους –μέλους σε σχέση με τους στόχους που καθορίστηκαν στη Στρατηγική «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Στις συνεδριάσεις συμμετείχαν ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Χέρμαν Βαν Ρομπέϊ, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σούλτς, ο Αντιπρόεδρος και Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων κ. Όλι Ρέν, ο Επίτροπος Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Ένταξης κ. Λάζλο Άντορ, ο Επίτροπος Οικονομικού Προγραμματισμού και Προϋπολογισμού κ. Ζανούς Λεβαντόφσκι, ευρωβουλευτές και βουλευτές εθνικών Κοινοβουλίων.
Στην παρέμβασή του κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Προϋπολογισμού του Ε.Κ. για το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), ο κ. Μπέζας, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι τα στατιστικά στοιχεία που προτείνονται για τη μεθοδολογία κατανομής των κοινοτικών κονδυλίων της Πολιτικής Συνοχής, αποκλίνουν σημαντικά από την τρέχουσα πραγματικότητα και δεν αποτυπώνουν τις αρνητικές επιπτώσεις της ύφεσης. Επομένως, σε μια κρίσιμη καμπή για την ανάπτυξη της Ε.Ε., η κατανομή των κονδυλίων της Συνοχής βασίζεται σε μια ξεπερασμένη εικόνα της οικονομίας των κρατών- μελών και των περιφερειών τους και για το λόγο αυτό η Ελλάδα υποστηρίζει ότι το μέγεθος της πτώσης του ΑΕΠ λόγω ύφεσης, σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη άνοδο των ποσοστών της ανεργίας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν θα γίνουν οι τελικές ρυθμίσεις στις μεθόδους κατανομής των πόρων της Συνοχής για κάθε χώρα.
Παράλληλα, επεσήμανε ότι η κύρια πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ε.Ε. σε σχέση με το νέο πολυετή της προϋπολογισμό, είναι η δημιουργία ενός μείγματος «Ίδιων Πόρων» (εσόδων) όπως η εισαγωγή του Φόρου Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και του ευρωπαϊκού ΦΠΑ, ώστε να χρηματοδοτηθούν με επάρκεια οι κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές και να μειωθεί η επιβάρυνση των προϋπολογισμών των κρατών – μελών. Στην περίπτωση αυτή, το σύστημα εφαρμογής των νέων «Ίδιων Πόρων» θα πρέπει να είναι απλό και αποτελεσματικό στη λειτουργία του και χωρίς επιπρόσθετο κόστος διοικητικής διαχείρισης.
Στην παρέμβασή του κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Οικονομικών του Ε.Κ. με θέμα τον προσανατολισμό της Ευρώπης προς την λιτότητα ή την ανάπτυξη, ο κ. Μπέζας, μεταξύ άλλων, επεσήμανε ότι η οικονομική κρίση έχει αναδείξει τις συστημικές αδυναμίες της Νομισματικής Ένωσης και την ανάγκη για ισχυρότερη οικονομική διακυβέρνηση και καλύτερο συντονισμό πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συντονισμό που δεν υπήρξε στην πρώτη φάση της ελληνικής κρίσης.
Τόνισε, επίσης, ότι παρά τις θετικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών (μείωση ελλειμμάτων, βελτίωση ανταγωνιστικότητας, μείωση του κόστους δανεισμού των κρατών σε πρόγραμμα προσαρμογής κλπ) και τις σημαντικές πρωτοβουλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Εξυγίανσης των Τραπεζών και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Εγγύησης των Καταθέσεων -στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης- ο φαύλος κύκλος της ύφεσης εξακολουθεί να ταλαιπωρεί χώρες σαν την Ελλάδα και το χάσμα ανταγωνιστικότητας μεταξύ ελλειμματικών και πλεονασματικών χωρών παραμένει μεγάλο.
Η επίδραση των μέτρων προσαρμογής στην ύφεση ήταν εντονότερη απ’ ότι είχε εκτιμηθεί και οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές ήταν πολλοί μεγαλύτεροι από αυτούς που είχαν αρχικά υπολογισθεί, γεγονός που αποδέχεται πλέον και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το χάσμα, επομένως, ανταγωνιστικότητας, που αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης, δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με περαιτέρω περικοπές και μέτρα λιτότητας γιατί δε νοείται ανταγωνιστικότητα σε συνθήκες κοινωνικής εξαθλίωσης και διάλυσης, αλλά με διαρθρωτικές αλλαγές στο δημόσιο τομέα και τη λειτουργία της αγοράς, με την ενδυνάμωση της βιώσιμης ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Δεν μπορεί η Ελλάδα να χρησιμοποιείται σαν διεθνές πειραματόζωο. Η βούλησή της να παραμείνει στην ευρωζώνη είναι αμετακίνητη και η επιτυχία της Ελλάδας να βγει από την κρίση, θα είναι επιτυχία του κοινού ευρωπαϊκού μας οράματος.