Του Χρήστου Παπαδημητρίου,
Κοινωνιολόγου – Οικονομολόγου
Με αφορμή άρθρο του Ευάγγελου Βενιζέλου στην εφημερίδα το βήμα με τίτλο: «Η δημοκρατική παράταξη είναι εδώ!, με εύλογα τα ερωτηματικά βεβαίως από αυτό το κείμενο για το τι τελικά παραμένει ουσιώδες όσον αφορά την Δημοκρατία η πολιτική παιδεία ή η παιδεία των πολιτικών…»
Το ζητούμενο πλέον στην πολιτική εξέλιξη εκτός από τις προθέσεις είναι οι συνθήκες που οδήγησαν αυτή την σύγκλιση, σε πολιτικό μόρφωμα του οποίου βέβαια τα επιφανειακά χαρακτηριστικά είναι προκλητικά , τα βασικά όμως αίτια αυτής της συνύπαρξης πιθανόν να άπτονται μιας ιστορικής πραγματικότητας που θέλει τα γερασμένα και ανύπαρκτα ενίοτε πολιτικά κόμματα με ή χωρίς πολιτική ιστορία κάποια στιγμή να δηλώνουν την όποια ύπαρξη τους έστω και στις εφημερίδες…
Αποτελεί κοινό τόπο ότι η πολιτική συμπεριφορά είναι ισχυρός μηχανισμός δημιουργίας στερεότυπων σε κάθε κοινωνία, αλλά και σε κάθε χρονική στιγμή, με την παραδοχή ότι ο ιδεολογικός & κοινωνικό-ποιητικός ρόλος του όποιου δομημένου πολιτικού κόμματος εκφράζεται- πραγματώνεται αλλά και στηρίζει την ύπαρξη και συνέχειά του και στο πραγματικό γεγονός της πολιτικής παιδείας των ηγετών του.
Βεβαίως η πολιτική παιδεία αποτελεί όρο της πολιτικής επιστήμης και σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται με την παιδεία των πολιτικών, η πρώτη αναπτύσσεται σε πολιτισμικό περιβάλλον, και έχει εκείνα τα χαρακτηριστικά ούτως ώστε οι διαθέτοντες αυτήν να προκαλούν πολιτικές τομές και να χαράσσουν ίδιες διαδρομές.
Αντιθέτως η παιδεία των πολιτικών παραπέμπει τις περισσότερες φορές σε υποκουλτούρες οικονομικές, κληρονομικές, συγγενικές και ενίοτε φανταστικές, αποτελεί δε μέγεθος το οποίο από μόνο του δεν μπορεί να διαμορφώσει πολιτικές οντότητες ικανές να ανταποκριθούν τόσο ως πολιτικές όσο και ως προσωπικότητες.
Την πρώτη ελάχιστοι φαίνεται να διαθέτουν σήμερα, η δεύτερη μάλλον έχει χορηγηθεί στο μεγαλύτερο μέρος των εν ενεργεία επαγγελματικά απασχολουμένων με την πολιτική.
Έτσι σε πραγματικό χρόνο συμβαίνει και στο θέμα της κυβερνητικής πρακτικής και όχι μόνο της θεωρίας να υπάρχει σήμερα και στη χώρα μας κοινοβουλευτική σύμπλευση η τουλάχιστον συναίνεση, σε διαφορετικής πολιτικής τοποθέτησης κόμματα.
Ο λόγος- η όποια κριτική- ή η όποια παραδοχή του εγχειρήματος θα πρέπει να κάνει αποδεκτό ότι οι κοινωνικά υπαρκτοί κοινωνικοί σχηματισμοί διατηρούν κάποιες παραμέτρους που τους επιτρέπουν να λειτουργούν ως ανεξάρτητα κόμματα αφ ενός, και αφετέρου να αποδέχεται ότι οι σημερινοί τρόπον τινά ηγέτες αυτών των κομμάτων απέκτησαν και κάποια στοιχεία πολιτικής παιδείας και δεν στηρίζονται μόνο στις ξύλινες μεθόδους της όποιας παιδείας τους πρόσφερε αναμφισβήτητα το ταξικό τους status.
Αυτό αποτελεί δεδομένο, κατά συνέπεια η πρόταση προς την κοινωνία η οποία κατ ουσία ήταν θέση που έγινε πράξη για κυβερνητική συνύπαρξη δεξιών σοσιαλιστών και ολίγων ακροδεξιών θεωρείται ένα παράδοξο ίσως πολιτικό εγχείρημα όχι κατά ανάγκη για την εθνική διάσωση αλλά για την πολιτική επιβίωση πολιτικών.
Αυτό σημαίνει ότι ένας πολιτικός συγκερασμός έρχεται να περιγράψει όχι μόνο αυτό που περιγράφει ο κύριος Βενιζέλος ως επιτακτική εθνική ανάγκη κάνοντας εντύπωση με την προσκόλληση στην παιδεία του και δείχνοντας ότι μάλλον πέρασε αλλά δεν στάθηκε σε αυτό που περιγράφουμε ως πολιτική παιδεία, αλλά και συγχρονισμό έκφρασης απόψεων θέσεων και ιδεολογιών εν τέλει…
Η Αριστοτελική πολιτική παιδεία δεν μπορεί σε καμία των περιπτώσεων να συγκλίνει με ακραίες συμπεριφορές στις παρυφές τού φασισμού η του αυταρχισμού, επιβάλλεται από την ουσία της Δημοκρατίας να προτάσσει την έννοια της παραδοχής, του λόγου, και της αναγνώρισης του πολίτη.
Εκ του κειμένου του Κου Βενιζέλου προβάλλουν πολιτικό θράσος και αδιαμφισβήτητη αλαζονεία και κυρίως η εξωπραγματική και αντιεπιστημονική πρόθεση και διάθεσή του να προσδιορίσει το «κοινωνικά ώριμο» το οποίο οφείλει να παρακολουθεί η πολιτική εξουσία και κατά συνέπεια αυτή την κοινωνική πραγματικότητα να την μετουσιώνει σε κυβερνητική πρακτική.
Η πολιτική συνύπαρξη αναμφισβήτητα αποτελεί μια ιστορική αλλαγή συμπεριφοράς της πολιτικής εξουσίας και στη χώρα μας, κυρίως από τους πολιτικούς χώρους που εναλλάσσονται στην εξουσία, αρκεί να εξασφαλίζεται και η κοινωνική συναίνεση, με την έννοια ότι και πάλι θα πρέπει να εξετάζεται η πολιτική παιδεία και όχι να επιβάλλεται χάριν της παιδείας των πολιτικών…
Από κοινωνιολογικής άποψης η συγκεκριμένη εξέλιξη όπως αυτή διαμορφώθηκε με αυτή την πολύ ισχνή και οριακή δεδηλωμένη στο κοινοβούλιο ,ενδεχομένως δώσει την όποια δυνατότητα στο πολιτικό σύστημα να απελευθερωθεί από τις ιδεολογικού και πολιτικού περιεχομένου στρεβλώσεις αλλά και εμμονές οι οποίες δημιουργούσαν και δημιουργούν στεγανά στην άσκηση της όποιας κυβερνητικής προώθησης για την χώρα.
Ιδιαίτερα στην Ελλάδα τα κόμματα που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση μεταπολιτευτικά έχουν διαφορές οριακές, διαφορές για τον τύπο και όχι για την ουσία, και αν εξαιρεθεί η πρώτη τετραετία του Ανδρέα Παπανδρέου κατά την οποία πράγματι έγιναν πολιτικές τοποθετήσεις καίρια ιδεολογικού χαρακτήρα, μετέπειτα η πολιτική ασκήθηκε με τα ίδια εργαλεία με τις ίδιες πολιτικές με μόνη διαφορά την ένταση της διαχείρισης.
Αυτή είναι η ουσία, την οποία η βάση της κοινωνίας αποδέχεται και αυτή την αλήθεια και αυτή την πραγματικότητα θα αναγκαστεί και ο καθηγητής Κος Ευάγγελος Βενιζέλος να αποδεχθεί ότι δηλαδή θα πρέπει με όρους πολιτικής παιδείας να αναζητήσει που είναι πλέον ο κόσμος της δημοκρατικής παράταξης και όχι με όρους της δικής του παιδείας…χωρίς βεβαίως να την αξιολογούμε σε καμία των περιπτώσεων.
Προφανώς η δημοκρατική παράταξη είναι κάπως μακριά από το περιεχόμενο των άρθρων του και από τις εφημερίδες που τα δημοσιεύουν.
Θα την αναζητήσει αν βεβαίως το επιχειρήσει γιατί ενδέχεται να μην το επιθυμεί στα νοσοκομεία στα σχολεία στα πεζοδρόμια και τις πλατείες…
– Κείμενο πρώτο-γραμμένο κατά τίτλο και περιεχόμενο διαφοροποιούμενο πλήρως απο κείμενα κομματικής εμπάθειας και προσωπικών πικριών πάσης φύσεως, πρόχειρα και κοντόφθαλμα..
– Το κείμενο εξετάζει σύντομα αλλά μεθοδικά και με προσοχή το θέμα της πολιτικής παιδείας που είναι άλλο πράγμα από την παιδεία των πολιτικών.