Το πρώτο αυτονόητο δεδομένο είναι ότι η εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής από την ελληνική κυβέρνηση έχει οδηγήσει σε ουσιαστικό μηδενισμό το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Συνεπώς τα 300 εκατομμύρια ευρώ του Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης (Σ.Ε.Σ.) για την προγραμματική περίοδο 2014 – 2020 θα μπορούσαν θεωρητικά να αποτελέσουν ένα χρήσιμο χρηματοδοτικό εργαλείο. Είναι όμως έτσι και στην πραγματικότητα;
Η επέλαση των νέοφιλελεύθερων πολιτικών στην Ε.Ε. εκφράζεται ανάγλυφα στο σχεδιασμό του νέου ΕΣΠΑ. Ενδεικτικά αναφέρουμε
- τη στόχευση της έρευνας στις ανάγκες των επιχειρήσεων
- την αύξηση της ποσοστιαίας κατανομής πόρων προς τις ιδιωτικές επενδύσεις
- την ενισχυμένη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στα έργα περιβάλλοντος
- την προώθηση της απασχόλησης μέσα από ιδιωτικούς μηχανισμούς.
Κατά την άποψή μας, χωρίς τον παράγοντα, που λέγεται «πολιτική αλλαγή» και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, η μοίρα και του νέου ΕΣΠΑ είναι προδιαγραμμένη. Θα είναι ένα πρόγραμμα σχεδιασμένο προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και των Τραπεζών, των ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων, που είναι στενά συνδεδεμένα με πολιτικά συμφέροντα μέσα στα αστικά κόμματα εξουσίας. Είναι αναγκαίο να σπάσει η κατεστημένη μορφή διαχείρισης από τις δυνάμεις εκείνες που μοιράστηκαν την εξουσία και πρωταγωνίστησαν στα φαινόμενα διαπλοκής τις προηγούμενες δεκαετίες και να διαμορφωθεί ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο δημοκρατικού ελέγχου και συμμετοχής στον προγραμματισμό και στον απολογισμό.
Και τα συμπεράσματα αυτά ισχύουν απολύτως και για το κομμάτι, που πρόκειται να διαχειριστεί αυτοτελώς η Περιφέρεια Ηπείρου στα πλαίσια του Περιφερειακού Επιχειρησιακού της Προγράμματος, σε όλους τους στόχους, όπου προβλέπεται η διάθεση πόρων. Έχουμε ήδη την εμπειρία της διαχείρισης του παλιού ΕΣΠΑ
- Μια διαχείριση αδιαφανή και χαοτική, ερήμην του Περιφερειακού Συμβουλίου, με απόλυτο ρυθμιστή των αποφάσεων τον κ. Περιφερειάρχη
- Μια διαχείριση όχι με κριτήριο την κοινωνική αναγκαιότητα και ωφελιμότητα αλλά την περιβόητη «απορροφητικότητα»
- Μια υπερφόρτωση του ΕΣΠΑ με έργα, πολλές φορές με προσθαφαιρέσεις και πελατειακά κριτήρια, τα οποία αφενός μεν δημιουργούν προβλήματα και τετελεσμένα στη διάθεση πόρων της νέας προγραμματικής περιόδου αλλά αφετέρου πολλά απ’ αυτά δεν μπορούν να μεταφερθούν στη νέα περίοδο, καθώς δεν πληρούν τα κριτήρια της χρηματοδότησης.
Δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες για τον χαρακτήρα της σημερινής συζήτησης, που γίνεται ενόψει της υποβολής του πρώτου Σχεδίου Προγράμματος της Περιφέρειας μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου αλλά εντελώς προσχηματικά. Η Επιτροπή Διαβούλευσης έχει καταντήσει νεκρό γράμμα, ένα διακοσμητικό σώμα για την εκφώνηση γενικόλογων αρχών, όπου βέβαια κάθε φορέας βρίσκει την ευκαιρία να πει και τον καημό του αλλά ποσώς όλα αυτά μπορούν να συντεθούν. Ο τόπος και ο τρόπος της απόφασης εξακολουθεί να βρίσκεται στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις του κ. Περιφερειάρχη στο γραφείο του.
Στο κάτω-κάτω αυτό το πρώτο Σχέδιο θα έπρεπε να μας κοινοποιηθεί σήμερα με συγκεκριμένη ανάλυση εντός των πινάκων και να το συζητήσουμε και εδώ αλλά και στο Περιφερειακό Συμβούλιο. Αντ’ αυτού μας έρχεται ένα εισηγητικό κείμενο, που περιέχει εφαρμοστέους κανόνες διαχείρισης και γενικούς στόχους και δεν αφορά την ουσία της διαχείρισης, που είναι πάντα η επιλογή : Γιατί αυτό και όχι εκείνο, ποιές είναι οι προτεραιότητες εντός των θεματικών στόχων, ποιές είναι οι χρηματοδοτικές προτάσεις που σχεδιάζουμε, ποιές αποκλείονται εντελώς από το θεσμικό πλαίσιο και ποιές μπορούν να ενταχθούν με διαφορετική μορφή, συνέργειες κλπ., μια σειρά δηλαδή από συγκεκριμένες αποφάσεις, για την οποία θα έπρεπε να υπάρχει συνεχής ροή πληροφόρησης, συνεχής διαβούλευση, συνεχής δημοκρατική διαδικασία.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η πολιτική αλλαγή, εκτός από την Ελλάδα και την Ευρώπη, είναι αναγκαία και στην Περιφέρεια Ηπείρου και θεωρούμε ότι έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις γι’ αυτό. Οι κοινωνικές δυνάμεις, που μπορούν να υποστηρίξουν ένα εναλλακτικό μοντέλο ανάπτυξης, βασισμένο στην ισότητα, τη δικαιοσύνη και την κοινωνική αποτελεσματικότητα αναπτύσσονται και ωριμάζουν και εμείς θα αγωνιστούμε μαζί τους.