Γράφει ο Παναγιώτης Αποστόλου, οικονομολόγος
Στο Λονδίνο του Ηνωμένου Βασιλείου, πραγματοποιούνται οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2012. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου οι Βρετανοί διοργανωτές καυχιόντουσαν πως θα διεξάγουν τους ασφαλέστερους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όμως, πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις, άρχισαν τα τεράστια προβλήματα που ανάγκασαν πολλούς να πιστέψουν πως τελικά οι ασφαλέστεροι Ολυμπιακοί αγώνες έγιναν στην Αθήνα το 2004 και ας προσπαθούσαν τότε, ανεπιτυχώς, οι Βρετανοί να βρουν μια ευκαιρία για να μας λοιδορήσουν.
Έτσι, τις τελευταίες ημέρες πριν από τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, η ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι που είχε αναλάβει την ασφάλεια των Αγώνων, δήλωσε αδυναμία να εκπληρώσει στο 100% τις συμβατικές της υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα μετά την αναταραχή που δημιουργήθηκε, να επιλυθεί το ζήτημα με τη συμμετοχή επιπλέον Αστυνομικών δυνάμεων αλλά και δυνάμεων του στρατού.
Πέραν των παραπάνω, επιστρατεύτηκαν ηλεκτροφόροι φράκτες, κάμερες ασφαλείας, δορυφορικά συστήματα, στρατιωτικά ελικόπτερα και μαχητικά αεροπλάνα. Μάλιστα, στα κτίρια κοντά στο Ολυμπιακό Πάρκο, τοποθετήθηκε από το βρετανικό στρατό συστοιχία πυραύλων. Είναι η πρώτη φορά άλλωστε, που τέτοιου είδους αντιαεροπορικά οπλικά συστήματα αναπτύσσονται στην αγγλική πρωτεύουσα μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο.
Όμως, παρά τα παραπάνω μέτρα ασφαλείας, οι διοργανωτές δεν απέφυγαν τον διασυρμό με τα τραγελαφικά λάθη που έγιναν, όπως, το ότι χάθηκαν τα κλειδιά του Γουέμπλεϊ, γεγονός που ανακοίνωσε η Αστυνομία του Λονδίνου ή η εισβολή και η παρέλαση της Ινδής φοιτήτριας με την Ινδική αποστολή, δίπλα στον σημαιοφόρο.
Τις ελλείψεις των διοργανωτών και τα προβλήματα με τα μέτρα ασφαλείας, όμως, ήρθαν να επισκιάσουν γεγονότα που σκοπό είχαν να μειώσουν και εν πολλοίς να εξευτελίσουν τους Έλληνες αθλητές, οι οποίοι στους Αγώνες ήταν εκπρόσωποι του Ελληνικού Έθνους.
Έτσι, καταρχήν, σε κάποιο σημείο της ομιλίας του, ο πρόεδρος της ΔΟΕ, Ζακ Ρόγκ, στην τελετή έναρξης των Αγώνων, δήλωσε ξεδιάντροπα: «Κατά μία έννοια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες επιστρέφουν σπίτι τους απόψε». Αυτή η «άστοχη» αποστροφή του λόγου ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην πατρίδα μας, με πιο αιχμηρή τη δήλωση των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» που χαρακτήρισαν τον Ρόγκ ως απαράδεκτο, ανιστόρητο και προκλητικό και τον κάλεσαν να ζητήσει δημόσια συγγνώμη.
Τη σκυτάλη αυτού του γεγονότος πήρε η σημαιοφόρος της αθλητικής αποστολής της Γερμανίας, Νατάσσα Κέλερ, η οποία έγραψε στον λογαριασμό του twitter της: «Το Ολυμπιακό χωριό έχει γεμίσει με ξυπόλητους Ελληνες αθλητές. Μόλις τους βλέπουμε κάνουμε τους μαλάκες, γιατί φοβόμαστε ότι θα μας ζητήσουν δανεικά».
Ακολούθως, μια Αγγλίδα αθλήτρια έγραψε: «Ελπίζω οι πεινασμένοι Έλληνες να μην φάνε όλο το φαγητό στο Ολυμπιακό χωριό»!!! Γι’ αυτές τις άκρως εξευτελιστικές και προσβλητικές για τη χώρα μας δηλώσεις, τι έπραξαν η Ελληνική Κυβέρνηση και ο αρχηγός της Ελληνικής αποστολής στο Λονδίνο, κ. Ισίδωρος Κούβελος;
Ο κ. Κούβελος, αντί, με το αξίωμα του αρχηγού της Ελληνικής αποστολής, να διαμαρτυρηθεί έντονα στους αντίστοιχους αρχηγούς αποστολών της Γερμανίας και της Αγγλίας γι΄αυτές τις δηλώσεις των αθλητριών τους, οι οποίες αποτελούν αναμφισβήτητα, ύβρεις κατά ενός ολόκληρου λαού, αυτός αποκεφάλισε την αθλήτριά μας, Βούλα Παπαχρήστου, αποκλείοντας τη συμμετοχή της στους αγώνες, για ένα αφελές αστείο που αναπαρήγαγε μέσω του twitter της και το οποίο δεν είχε καμιά σχέση με το περιεχόμενο των δυο ξένων αθλητριών.
Έτσι, τάχατες, για να προστατέψει την Ελληνική αποστολή από ρατσιστικά φαινόμενα που δεν συνάδουν με το Ολυμπιακό πνεύμα, σμπαράλιασε τα όνειρα μιας αθλήτριας, όπως και όλων των Ελλήνων, για μια παγκόσμια διάκριση. Αντίθετα, οι Γερμανοί και οι Άγγλοι είχαν την πρόνοια να προστατέψουν τις αθλήτριές τους και το λαό τους, διαγράφοντας από το λογαριασμό του twitter τα συγκεκριμένα προσβλητικά σχόλια.
Σαν να μην έφταναν όμως όλα τα παραπάνω, ακολούθησαν οι απίστευτοι και απαράδεκτοι ισχυρισμοί που διατύπωσε από το Λονδίνο ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν, σε συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, Ζαγκ Ρογκ. Πιο συγκεκριμένα, υποστήριξε πως στην Τουρκία είναι η ρίζα της Ολυμπιακής Φλόγας γι’ αυτό έχει και το δικαίωμα να τη φέρει πίσω στις ρίζες της που είναι η Αττάλεια και το βουνό Όλυμπος, στην περιοχή της αρχαίας Λυκίας.
Δυστυχώς, κανένας ανεύθυνο-υπεύθυνος δεν απάντησε από την Ε.Ο.Ε., ή από την Ελληνική πολιτεία προκειμένου να βάλει στη θέση τους, τους ανιστόρητους και προκλητικούς Τούρκους. Διαχρονικά, καμιά δήλωση Τούρκου αξιωματούχου, πολύ δε περισσότερο Τούρκου Πρωθυπουργού, δεν γίνεται για πλάκα. Τέτοιας υφής δηλώσεις υποδηλώνουν μελλοντικές κινήσεις που έχουν σκιαγραφηθεί επί χάρτου από τη γείτονα χώρα και την κατάλληλη στιγμή μετατρέπονται σε στρατηγικής σημασίας κινήσεις. Έτσι, κάθε 25-35 χρόνια βιώνουμε και θρηνούμε ως χώρα μια Εθνική καταστροφή.
Επιπλέον, αυτοί οι άθλιοι και ελεεινοί τύποι, οι οποίοι είναι ανήμποροι να υπερασπισθούν την Ελλάδα, λόγω της δουλικότητας και της οσφυοκαμψίας τους, έδειξαν το πόσο μικροπρεπείς είναι, όταν αποφάσισαν να ζητήσουν από τους αθλητές που αποκλείστηκαν και επέστρεψαν στην Ελλάδα, τα μισά χρήματα (150 €) των οδοιπορικών τους πίσω, με το πρόσχημα της σωστής διαχείρισης του κρατικού χρήματος. Ελεεινά, μίζερα και μικρόψυχα ανθρωπάκια, είναι δυνατόν εσείς να είστε απόγονοι τόσων και τόσων Μεγάλων Ελλήνων;
Στο προηγούμενο άρθρο μου «Κούβελε, Μηδενί δίκην δικάσης, πριν αμφοίν μύθον ακούσης», σε κάποιο σημείο ανέφερα: «Αυτοί οι αθλητές και οι αθλήτριες, κοπιάζουν αθλούμενοι επί πολλά χρόνια για να μπορούν να συμμετάσχουν σε μια Ολυμπιάδα. Ασχολούνται με την αμέριστη συμπαράσταση των γονιών τους από την παιδική τους ηλικία με τον αθλητισμό. Κάνουν πράξη δηλαδή, το «νους υγιής εν σώματι υγιεί», με αποτέλεσμα τη φυσική υγεία τους σε συνάρτηση με τις μαθητικές και ακολούθως φοιτητικές τους επιδόσεις.
Έτσι, εκεί που άλλοι συνομήλικοί τους απολαμβάνουν τον ελεύθερο χρόνο τους, αυτοί «χύνουν» ποτάμια ιδρώτα για την μελλοντική διάκριση και προσπαθούν να σταθούν πάλι στα πόδια τους, κυρίως ψυχολογικά, μετά από κάποιους τραυματισμούς που πολλές φορές είναι επώδυνοι. Όλα αυτά τα παιδιά, ότι κατάφεραν, το κατάφεραν από μόνα τους, με μόνη βοήθεια τους γονείς και τους προπονητές τους. Δυστυχώς, η πολιτεία ήταν πάντα απούσα και περίμενε την όποια διάκριση αυτών των παιδιών για να βγάλει αναμνηστικές φωτογραφίες και να υφαρπάξει μέρος της επιτυχίας τους».
Πριν, λοιπόν, στεγνώσει το μελάνι των λόγων μου, ήρθε αυτά τα λόγια να τα επιβεβαιώσει η αθλήτριά μας στο άλμα επί κοντώ, Στέλλα Ηρώ Λεδάκη, που έφερε ξανά στο προσκήνιο την απουσία της Πολιτείας στην προετοιμασία των αθλητών του στίβου.
Η αθλήτριά μας είπε συγκεκριμένα: «Ξέρω πως ότι έκανα, το έκανα ουσιαστικά μόνη μου, γιατί αγωνίστηκα χωρίς την παρουσία του προπονητή μου που θα ήθελα να βρίσκεται στις κερκίδες. Δυστυχώς κανείς δεν συνέβαλε για να βρίσκεται στο Λονδίνο και αισθανόμουν ότι πάλευα μόνη μου και αυτό σε κάποιο βαθμό με επηρέασε. Θέλω ακόμη να πω ότι παλεύω μόνη με τη βοήθεια της οικογένειάς μου και μάλιστα οι γονείς μου ήρθαν με δικά τους έξοδα στο Λονδίνο για να με υποστηρίξουν, αλλά δεν κατάφεραν να μπουν στο στάδιο, αφού δεν υπήρχαν εισιτήρια… Θέλω να τονίσω ότι δεν έχω κανενός είδους οικονομική υποστήριξη από κανέναν ούτε από ιδιώτες, ούτε από την Πολιτεία. Δεν ξέρω αν θα μου δώσουν μεγαλύτερη σημασία μετά την εμφάνισή μου εδώ, ελπίζω να γίνει κάτι τέτοιο, γιατί ότι κάνουμε είναι με μόχθο και με κατάθεση ψυχής».
Κύριοι, της Ελληνικής πολιτείας, αυτή είναι η απάντηση προς εσάς, από όλους τους Έλληνες αθλητές που μοχθούν νυχθημερόν μόνοι τους, με αντίξοες συνθήκες για μια διάκριση και για να δώσουν σε σας τους καλοβολεμένους την ευχαρίστηση μιας φωτογράφισης μαζί τους.
Κε Πρωθυπουργέ, να τους χαίρεστε τους εγκάθετους ακαμάτηδες, μίζερους και χλιμίτζουρες κατσαπλιάδες της κομματικής εξουσίας. Ευτυχώς, που έχουμε και αυτά τα παιδιά να μας δίνουν δροσιά ευτυχίας και περηφάνιας, με την προσπάθειά τους και την μεγάλη τους αγάπη στα γαλανόλευκα χρώματα. Χρώματα που ποτέ εσείς οι πολιτικοί όχι μόνο δεν τιμήσατε, αλλά με τις αποφάσεις σας, αποφάσεις αυτού του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος που και εσείς είστε μέλος, οδηγήσατε την Ελλάδα μας στην οικονομική και κοινωνική κατάρρευση, επιτρέποντας σε κάθε ανιστόρητο και κακεντρεχή ξένο πολιτικό, δημοσιογράφο ή αθλητή να μας χλευάζει.