Υπογράφουν ο Οδυσσέας Βουδούρης, Βουλευτής Μεσσηνίας,
και ο Θανάσης Οικονόμου, Βουλευτής Ιωαννίνων.
Όλοι κατανοούμε ότι τα αίτια της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε είναι πρωτίστως πολιτικά. Τα αδιέξοδα του πολιτικού μας συστήματος είναι αυτά που έχουν δημιουργήσει την κρίση των ελλειμμάτων, της σπατάλης, της διαφθοράς, της γραφειοκρατίας, του χρέους.
Χωρίς ριζικές πολιτειακές ανατροπές, η όποια βελτίωση της οικονομικής κατάστασης θα είναι ασταθής και πρόσκαιρη. Η Ελλάδα χρειάζεται ανατροπές, που θα στοχεύουν στην εξουδετέρωση των πελατειακών συμπεριφορών από τις εκλογικές διαδικασίες και στην αποκατάσταση της γνήσιας πολιτικής εποικοδομητικής αντιπαράθεσης. Ανατροπές, που θα στοχεύουν στη λειτουργία ενός κράτους δικαίου με διαφάνεια και λογοδοσία. Ανατροπές, που θα βελτιώνουν τη λειτουργία της Βουλής, θα ενισχύουν τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του πολίτη και του κράτους, θα αναβαθμίζουν τη λειτουργία της Δικαιοσύνης.
Αυτά τα θέματα υπερβαίνουν τις στενές κομματικές αντιπαραθέσεις. Είναι θεμελιακά συστατικά του πολιτειακού μας συστήματος. Είναι συνεπώς βαθιά δημοκρατικό να τεθούν στην κρίση του Ελληνικού λαού, υπό την μορφή δημοψηφίσματος. Αυτό είναι το σκεπτικό της πρότασης δημοψηφίσματος το ερχόμενο φθινόπωρο.
Το δημοψήφισμα, που είναι σύνηθες εργαλείο λαϊκής έκφρασης σε άλλες χώρες, με πιο προχωρημένες δημοκρατικές παραδόσεις, τρομάζει ορισμένους στη χώρα μας. Ακούσαμε πρόσφατα τον αρχηγό της ΝΔ να ανησυχεί μήπως προταθεί ένα «διχαστικό δημοψήφισμα». Και αναρωτιέται εύλογα ο καθένας: μα ποιο δημοψήφισμα δεν είναι «διχαστικό», εκτός από εκείνο, που γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι όλοι θα ψηφίσουμε το ίδιο; Αλλά σε αυτή την περίπτωση γιατί να το κάνουμε; Βέβαια, παραβλέποντας κάθε αντίφαση στο σκεπτικό του, ο κ. Σαμαράς, παράλληλα με τον φόβο του για δήθεν «διχασμό», προτάσσει εκλογές, σαν οι εκλογές να μην ήταν, με την ίδια λογική (ή παραλογισμό), «διχαστικές»!
Τα κόμματα της ιστορικής Αριστεράς, ξεχνώντας στην προκειμένη περίπτωση τις δημοκρατικές τους παραδόσεις, σωπαίνουν ή αντιτίθενται, χάνοντας μια ευκαιρία να συνεισφέρουν στην βελτίωση της δημοκρατικής λειτουργίας.
Κάποιοι είναι επιφυλακτικοί, φοβούμενοι ότι ένα δημοψήφισμα θα είναι προθάλαμος βουλευτικών εκλογών. Πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι τα θέματα που θα κριθούν δεν θα χαράξουν υποχρεωτικά διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των κομμάτων αλλά ότι οι απόψεις που θα συζητηθούν υπερβαίνουν τις συνήθεις διακομματικές ξιφομαχίες. Τα θέματα του δημοψηφίσματος δεν πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο ψήφου εμπιστοσύνης για την κυβέρνηση. Αντιθέτως, η ζύμωσή τους στην κοινωνία θα ευνοήσει τον ουσιαστικό πολιτικό διάλογο, ανακόπτοντας τις λαϊκιστικές εξάρσεις. Η αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου θα μετατρέψει την αγανάκτηση σε ουσιαστικό πολιτικό προβληματισμό και τελικά σε πολιτική πρόταση. Βέβαια η διατύπωση των ερωτημάτων έχει μεγάλη σημασία. Η διατύπωση αυτή πρέπει συνεπώς να είναι συλλογικό και υπερκομματικό έργο.
Ελπίδα μας είναι η κοινωνία να συλλάβει τη σημασία αυτής της πρότασης και να αξιοποιήσουμε αυτή την καθοριστική ευκαιρία.