Κατά την ομιλία του στη Βουλή, στη συζήτηση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με την περιστολή των δημοσίων δαπανών και τη ρύθμιση θεμάτων δημοσιονομικών ελέγχων, ο Βουλευτής Θεσπρωτίας κ. Αντώνης Μπέζας τόνισε ότι πέραν της αποκατάστασης του διεθνούς κύρους της χώρας επιβάλλεται και η αποκατάσταση της κλονισμένης αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος απέναντι στους πολίτες, ειδάλλως, όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά, «τίποτα δεν θα μπορέσει να προχωρήσει και θα εξακολουθούμε να είμαστε αποδυναμωμένοι εσωτερικά».
Σχετικά με την επικείμενη ρύθμιση για τη νομιμοποίηση καταθέσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που δε δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα, ο κ. Μπέζας επεσήμανε ότι μια τέτοια ρύθμιση πρέπει οπωσδήποτε να εξαιρεί πολιτικά πρόσωπα και δημόσιους λειτουργούς γιατί όπως τόνισε, τα περιουσιακά αυτά στοιχεία είναι «προϊόντα εγκληματικών πράξεων».
Συγκεκριμένα στην ομιλία του ο κ. Μπέζας μεταξύ άλλων ανέφερε: «Από την κυβέρνηση έχει γίνει ήδη μια μεγάλη προσπάθεια για να περάσουμε από την αναξιοπιστία στην αποτελεσματικότητα. Το κλίμα είναι σαφώς καλύτερο, απ’ ότι πριν λίγους μήνες. Αυτό δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για την οικονομία.
Το ερώτημα όμως που τίθεται, είναι αν μας ενδιαφέρει μόνο η αποκατάσταση της διεθνούς εικόνας της χώρας ή και η αποκατάσταση της κλονισμένης αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος απέναντι στους πολίτες. Νομίζω πως και το δεύτερο θα πρέπει να μας ενδιαφέρει, γιατί αλλιώς τίποτα δεν θα μπορέσει να προχωρήσει και θα εξακολουθούμε να είμαστε αποδυναμωμένοι εσωτερικά. Το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να αποκτήσει και πάλι την αξιοπιστία του απέναντι στους πολίτες, αν – ιδιαίτερα αυτή την περίοδο, που ζητούνται πάλι θυσίες – δεν δώσει σαφή και ξεκάθαρα δείγματα γραφής ότι περικόπτει δραστικά τη δημόσια σπατάλη».
«Δεν θέλω σε καμιά περίπτωση να κάνω εύκολη κριτική, ούτε θέλουμε να ισοπεδώσουμε τους πάντες και τα πάντα. Γνωρίζω πολύ καλά ότι η περικοπή της δημόσιας σπατάλης, δεν είναι εύκολο πράγμα σε μια χώρα, στην οποία τα τελευταία χρόνια είχαμε συνεχή διόγκωση του κράτους και που το «παλαιό» δίνει μάχη χαρακωμάτων για να εμποδίσει το «καινούργιο» που αναγκαστικά έρχεται.
Το «παλαιό» είναι ο κρατισμός, ο λαϊκισμός, οι ακρότητες, η τεράστια γραφειοκρατία. Το «καινούργιο», είναι η κοινή λογική, ο υπεύθυνος πατριωτισμός, η ανταγωνιστικότητα, το μικρό αλλά αποτελεσματικό κράτος.
Ευτυχώς η κυβέρνηση, με τις μέχρι τώρα κινήσεις της, δείχνει αποφασισμένη και κινείται στην κατεύθυνση της κοινής λογικής. Έχουν ήδη μειωθεί οι αποδοχές των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων και των στελεχών της Αυτοδιοίκησης, ενώ το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα οδηγεί σε περιστολή δημοσίων δαπανών της τάξεως των 25 εκατ. ευρώ και έχει έναν ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα.
Επαναλαμβάνω λοιπόν, δεν θέλω σε καμία περίπτωση να κάνω ανώδυνη κριτική, χρειάζεται όμως μελέτη και υπεύθυνη προσέγγιση και όχι αργοπορία. Σε έκτακτες συνθήκες, απαιτούνται έκτακτες λύσεις. Χρειαζόμαστε άμεσα έναν οδικό χάρτη – που να προσδιορίζει και τα όποια οφέλη υπάρξουν – για το μέρος εκείνο της δημοσιονομικής προσαρμογής που θα επιτευχθεί μέσα από τον περιορισμό της δημόσιας σπατάλης».
«Το Υπουργείο Οικονομικών, απ’ ότι παρουσιάστηκε από τα μέσα ενημέρωσης, σε συνέχεια παλαιότερων ρυθμίσεων για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων, ετοιμάζει μια νέα ρύθμιση για τη νομιμοποίηση γενικά (από το εσωτερικό ή το εξωτερικό), καταθέσεων και άλλων περιουσιακών στοιχείων, που δε δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που έχουν δηλωθεί.
Θα προβλέπεται προφανώς η κατ’ αποκοπή φορολόγηση με έναν συντελεστή, εφόσον τα εισοδήματα αυτά δηλωθούν εκ των υστέρων. Τη διάταξη βέβαια αυτή – που καταρχήν είναι ρεαλιστική – θα τη δούμε, αν έλθει και όταν έλθει για ψήφιση.
Εκείνο όμως που εγώ θέλω να επισημάνω από τώρα, είναι ότι μια τέτοια ρύθμιση δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιλαμβάνει πολιτικά πρόσωπα. Όπως επίσης, δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιλαμβάνει τους δημόσιους λειτουργούς.
Ο δημόσιος υπάλληλος που έχει υπεξαιρέσει δημόσιο χρήμα, δεν μπορεί να αμνηστεύεται κ. Υπουργέ πληρώνοντας για τα ποσά αυτά φόρο. Τα χρήματα αυτά δεν μπορεί απλά να φορολογούνται, γιατί τότε ξεπλένονται. Τα χρήματα αυτά δεν είναι αποκρυβέντα εισοδήματα για να φορολογηθούν. Τέτοιας προέλευσης χρήματα είναι προϊόντα εγκληματικών πράξεων και πρέπει να δημεύονται στο σύνολό τους».