Ανακοινώσεις του Εκπροσώπου Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας για την εξιχνίαση υπόθεσης απαγωγής ομογενή που έγινε το Φεβρουάριο 2013:
«« Καλησπέρα σας.
Από το Τμήμα Εγκλημάτων Κατά Ζωής της Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ιωαννίνων και με τη συνδρομή, τόσο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών όσο και του Κέντρου Συλλογής & Διαχείρισης Επιχειρησιακών Πληροφοριών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, εξιχνιάστηκε, μετά από μεθοδικές έρευνες, η απαγωγή 59χρονου ομογενή, που έγινε αρχές Φεβρουαρίου του 2013.
Το χρονικό της απαγωγής ξεκίνησε βραδινές ώρες της 31 Ιανουαρίου 2013, στα Ιωάννινα, και εξελίχθηκε μέχρι την 27 Μαρτίου 2013, οπότε απελευθερώθηκε ο απαχθείς σε περιοχή της Αττικής, χωρίς να καταβληθούν λύτρα.
Στην υπόθεση εμπλέκονται συνολικά οκτώ άτομα, εκ των οποίων ένας ημεδαπός και επτά αλλοδαποί, υπήκοοι Αλβανίας.
Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, το κίνητρο ήταν η διαφορά μεταξύ του απαχθέντα και των δραστών, αναφορικά με μεταφορά 200 περίπου κιλών ινδικής κάνναβης από την χώρα μας, σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Δεκέμβριο του 2012.
Ειδικότερα, ο απαχθείς είχε αναλάβει τον ρόλο της αναζήτησης μεταφορέα, ο οποίος θα προωθούσε το φορτίο της ινδικής κάνναβης από την Ελλάδα στη Γερμανία. Για το λόγο αυτό, σύστησε στους συνεργούς του και μετέπειτα δράστες της αρπαγής του, Ρομά από την περιοχή των Άνω Λιοσίων, με τον οποίο ήρθαν σε επαφή και τελικά σε συμφωνία, δίνοντάς του και το χρηματικό ποσό των (40.000) ευρώ, για τη μεταφορά.
Ο Ρομά, αφού παρέλαβε τα ναρκωτικά, δεν πραγματοποίησε την μεταφορά, όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί, και τα κράτησε για λογαριασμό του. Για την αθέτηση της συμφωνίας, την απώλεια των χρημάτων και της ποσότητας των ναρκωτικών ουσιών, οι δράστες θεώρησαν υπεύθυνο τον απαχθέντα και για το λόγο αυτό προέβησαν στην απαγωγή του, με σκοπό να απαιτήσουν από την οικογένειά του ως «λύτρα» τα χρήματα που πίστευαν ότι είχαν απωλέσει.
Την 19/02/2013 η σύζυγος του απαχθέντα, κατήγγειλε στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Ιωαννίνων ότι ο σύζυγός της είχε πέσει θύμα απαγωγής.
Ειδικότερα, ο απαχθείς είχε ταξιδέψει, το πρωί της 31 Ιανουαρίου 2013, με λεωφορείο του Κ.Τ.Ε.Λ. Ιωαννίνων, με προορισμό την Αθήνα και την επομένη (01/02/2013), η σύζυγός του δέχτηκε τηλέφωνο από άγνωστο άντρα, ο οποίος την ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της είχε απαχθεί.
Οι δράστες, σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τη σύζυγο του απαχθέντα, απαιτούσαν ως «λύτρα» το χρηματικό ποσό των 125.000 ευρώ, προκειμένου να ελευθερώσουν τον σύζυγό της, εκφράζοντας παράλληλα απειλές τόσο για τη ζωή του όσο και κατά των μελών της οικογένειάς του.
Στη συνέχεια, το χρονικό διάστημα από 20/02/2013 έως 07/03/2013, η σύζυγος του απαχθέντα δέχτηκε επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις από τους δράστες της αρπαγής, οι οποίοι απαιτούσαν πλέον ως «λύτρα», το χρηματικό ποσό των (50.000) ευρώ καθώς και διακόσια «κομμάτια», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν (πιθανόν ναρκωτικά), για την απελευθέρωσή του.
Σε κάποιες από αυτές τις τηλεφωνικές συνομιλίες, η σύζυγος του απαχθέντα συνομιλούσε μαζί του και της έλεγε ότι οι δράστες του έκοβαν το αυτί και τα δάχτυλα.
Στις 27/02/2013, η σύζυγος του απαχθέντα παρέλαβε έναν ταχυδρομικό φάκελο, ο οποίος περιείχε ένα ακρωτηριασμένο δάκτυλο και ένα μικρό ροζ χαρτάκι πάνω στο οποίο αναγραφόταν ιδιόχειρα στην Αλβανική γλώσσα η φράση «Κατάλαβέ το δεν είναι πλάκα».
Σύμφωνα με τον Ιατροδικαστή, ο απαχθείς έφερε πολλαπλά τραύματα, εκδορές και αμυχές σε διάφορα σημεία του σώματός του και είχε υποστεί ακρωτηριασμό των δύο αντίχειρών του και του μικρού δακτύλου του αριστερού του χεριού.
Επιπλέον, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του απαχθέντα, εκτός των άλλων, υπέστη βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της αρπαγής, καθώς οι δράστες με τη χρήση αιχμηρών αντικειμένων (μαχαιριών και βελόνων) χάρασσαν την πλάτη του και έριχναν στις πληγές του είτε αλάτι είτε καυτό νερό.
Από τη συνδυαστική αξιολόγηση των δεδομένων που προέκυψαν από τις έρευνες, ταυτοποιήθηκαν οι δράστες και η φυσική τους παρουσία σε χώρους όπου τελέστηκαν οι επιμέρους αξιόποινες πράξεις της απαγωγής.
Στο πλαίσιο των ερευνών, εξακριβώθηκαν και αναγνωρίστηκαν από τον παθόντα οι χώροι στους οποίος κρατήθηκε και συγκεκριμένα σε δύο διαμερίσματα στις περιοχές της Ηλιούπολης και της Νέας Σμύρνης.
Πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε οικίες, στις οποίες βρέθηκαν, μεταξύ άλλων:
– το χρηματικό ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων πενήντα (8.750) ευρώ, ένα φωτοαντίγραφο πλαστού δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και μια βεβαίωση απόδοσης Α.Φ.Μ. στα ίδια στοιχεία,
– τετρακόσια δέκα (410) γραμμάρια ακατέργαστης κάνναβης, τετρακόσια (400) γραμμάρια λευκής σκόνης άγνωστης σύστασης, προφανώς νοθευτικής, δύο (2) ζυγαριές ακριβείας και τριάντα πέντε (35) φυσίγγια πυροβόλου όπλου,
– δύο συσκευές κινητού τηλεφώνου, που χρησιμοποιήθηκαν για τις τηλεφωνικές επικοινωνίες κατά τη διάρκεια της απαγωγής
– (1) πιστόλι μάρκας «ZASTAVA» χωρίς γεμιστήρα, ένα (1) πιστόλι μάρκας «EKOL SPECIAL 99» χωρίς γεμιστήρα, τέσσερα (4) φυσίγγια πυροβόλου όπλου και μία (1) γεμιστήρα χωρίς φυσίγγια.
Από τους οκτώ συνολικά εμπλεκόμενους στην υπόθεση της απαγωγής, συνελήφθησαν τρία άτομα και συγκεκριμένα ένας 59χρονος ημεδαπός και δύο αλλοδαποί, 32 και 33 ετών αντίστοιχα.
Πέραν της απαγωγής, βαρύνονται και για τα κατά περίπτωση αδικήματα των ναρκωτικών, της παράβασης του Νόμου περί Αλλοδαπών, της πλαστογραφίας και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, ενώ σε βάρος του ενός εκκρεμούσαν καταδικαστικές αποφάσεις.
Οι υπόλοιποι πέντε, αλλοδαποί δράστες, υπήκοοι Αλβανίας, ηλικίας 39, 36, 38, 22, και 19 ετών αντίστοιχα έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία, η οποία υποβλήθηκε στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.
Σημειώνεται ότι η σχετική ποινική δικογραφία περιλαμβάνει ακόμα και την υπόθεση της διακίνησης ναρκωτικών στη Γερμανία, στην οποία εμπλέκεται ως κατηγορούμενος και ο απαχθείς. »»